Το Νόμπελ το πήραμε σώζοντας τον κόσμο…

newego_large_t_1101_54627749_type13145

Ο ένας είχε ανοιχτεί με τη βάρκα του μεσοπέλαγα για να ψαρέψει καλαμάρια, αδιαφορώντας για το Νόμπελ, η άλλη βρισκόταν στο σπίτι της παρέα με δεκάδες Ελληνες και ξένους δημοσιογράφους και παρακαλούσε να… μην της απονεμηθεί το βραβείο για να σταματήσει η γκρίνια των συχωριανών της.

Η χθεσινή μέρα βρήκε τη Σκάλα Συκαμνιάς «πολιορκημένη» από ελληνικά και διεθνή δίκτυα ενημέρωσης, που αναζητούσαν τους δύο υποψήφιους για το Νόμπελ Ειρήνης: τον 40χρονο ψαρά Στρατή Βαλαμιό, που έχει σώσει με τη βάρκα του εκατοντάδες ανθρώπους στη διάρκεια της προσφυγικής κρίσης, και την 85χρονη Αιμιλία Καμβύση, που έγινε διάσημη από τη γνωστή φωτογραφία στην οποία ταΐζει με το μπιμπερό ένα βρέφος από τη Συρία έχοντας δίπλα της τις δύο γειτόνισσες.

Οι δύο Ελληνες θεωρούνταν φαβορί και τα τηλεοπτικά δίκτυα συνωστίζονταν στα σοκάκια του γραφικού χωριού προκειμένου να καταγράψουν ένα πλάνο, μια εικόνα, μια δήλωση, τις πρώτες αντιδράσεις, ενώ βρίσκονταν σε online σύνδεση με το Οσλο, όπου θα γίνονταν οι ανακοινώσεις στις 12 το μεσημέρι.

Οι δημοσιογράφοι δοκίμασαν την πρώτη έκπληξη όταν είδαν τον Στρατή Βαλαμιό να μπαίνει στη βάρκα του και να ανοίγεται στη θάλασσα στις 11 το πρωί, μία ώρα πριν από την κρίσιμη ανακοίνωση. «Πάω για το μεροκάματο. Οι λογαριασμοί και οι υποχρεώσεις τρέχουν, δεν περιμένουν το Νόμπελ. Αλλωστε δεν έχει νόημα…» τους είπε αναχωρώντας. Η ανακοίνωση από τη Νορβηγία, που απονέμει το Νόμπελ Ειρήνης στον πρόεδρο της Κολομβίας Χουάν Μανουέλ Σάντος, τον βρήκε μεσοπέλαγα να ψαρεύει καλαμάρια, και τον ενημέρωσε σχετικά ένας φίλος από το τηλέφωνο.

«Το βραβείο το πήραμε πολλές φορές, σώζοντας τον κόσμο. Θα είχε νόημα παραπάνω αν με αυτό σταματούσε ο πόλεμος και έπαυαν τα παιδάκια να πνίγονται στη θάλασσα» είπε στο «Εθνος» ο 40χρονος, όταν τον βρήκαμε αργότερα να απολαμβάνει την ψαριά -2 κιλά καλαμάρια- με φίλους στο λιμανάκι. «Θα ήταν καλό βέβαια να έρχονταν τα χρήματα και να πήγαιναν στο νοσοκομείο, αλλά τι να κάνουμε;» προσέθεσε.

Ο ίδιος έχει βρεθεί δεκάδες φορές σε επιχειρήσεις διάσωσης στα ανοιχτά της Σκάλας Συκαμνιάς πριν από έναν χρόνο, και αν χρειαστεί θα το ξανακάνει, παρόλο που οι ροές έχουν σχεδόν μηδενιστεί. Δεν θα ξεχάσει, όπως λέει, τη νύχτα της 28ης Οκτωβρίου του 2016, με τα απανωτά ναυάγια και τους δεκάδες νεκρούς, όταν αναζητούσε ζωντανούς ανάμεσα σε πτώματα που επέπλεαν στη θάλασσα. «Με έχει στοιχειώσει εκείνο το βράδυ. Τριακόσια άτομα στη θάλασσα, 80 νεκροί, από τους οποίους τα 50 παιδιά. Αν ζήσεις αυτά, νιώθεις πλούσιος με τα λίγα που έχεις και δεν σου χρειάζονται τα βραβεία».

Την ίδια ώρα, οι «διάσημες γιαγιάδες» της Λέσβου, η κυρία Αιμιλία και οι δύο συχωριανές, κάθονταν υπομονετικά σε πλαστικές καρέκλες στο πλακόστρωτο έξω από το σπίτι της πρώτης, με δεκάδες κάμερες και φωτογραφικές μηχανές να τις «σημαδεύουν». Στις 12 το μεσημέρι, όταν μαθεύτηκαν τα νέα από το Οσλο, οι τρεις ηλικιωμένες γυναίκες έδειχναν αμήχανες. «Δεν πειράζει, κόρη μου, η αγάπη του κόσμου μας φτάνει» ήταν η πρώτη αντίδραση της μιας απ’ αυτές. «Αμα έχεις πολλά δεν ξέρεις τι να τα κάνεις. Εμάς μας φτάνει η σύνταξη…».

Η Αιμιλία Καμβυση (αριστερά) με τις φίλες της Ευ. Μαυραπίδου και Μ. Μαυραπίδη κάθονται υπομονετικά περιμένοντας τα νέα από το Οσλο

«Εγώ, να σου πω την αλήθεια, πολύ το χάρηκα» μας εκμυστηρεύτηκε μία ώρα αργότερα η γιαγιά Μηλίτσα, όταν τα ΜΜΕ αποχώρησαν και η σκόνη καταλάγιασε. «Παρακαλούσα να μην το πάρω το βραβείο γιατί υπήρχε μεγάλη γκρίνια στο χωριό. Γιατί εσύ και όχι εμείς. Δεν άντεχα, θα με έστελναν στο νοσοκομείο, δεν θα έβγαινε σε καλό όλο αυτό» ανέφερε και προσέθεσε: «Εγώ έκανα αυτό που θα έκαναν όλες οι μαμάδες και οι γιαγιάδες του κόσμου. Πήρα το μωρό που ήταν πεινασμένο και το τάισα. Να δούμε τι θα κάνει το κράτος γι’ αυτά τα παιδιά. Τώρα θέλω να βρω την ησυχία μου».

ΒΑΣΙΛΗΣ ΙΓΝΑΤΙΑΔΗΣ

 

Μοίρασε το άρθρο!