Τι σημαίνει η νίκη Τραμπ για την Ελλάδα; Τι θα γίνει με το ΔΝΤ;

images

09/11/2016

Μουδιασμένη παρακολουθεί αυτή την στιγμή η ελληνική κυβέρνηση τα αναπάντεχα αποτελέσματα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών, καθώς είχε ποντάρει όλα της τα λεφτά στην υπόθεση της διευθέτησης του χρέους με βοήθεια από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού στην περίπτωση όμως μόνο νίκης της κυρίας Χίλαρι Κλίντον. Δίχως διπλωματικά ανοίγματα προς την πλευρά Τραμπ και με την Ελληνοαμερικανική κοινότητα να έχει στηρίξει δυναμικά την υποψήφια των Δημοκρατικών, η χώρα μας τοποθετείται σήμερα στους ηττημένους των εκλογών. Κι αυτό διότι η υπόθεση χρέος είχε τοποθετηθεί κάτω από την ομπρέλα Κλίντον – Ομπάμα και τώρα όλη η αρχιτεκτονική ανατρέπεται.

Ταυτόχρονα στο υπουργείο Εξωτερικών όπου και παρακολουθούν τις εξελίξεις επικρατεί προβληματισμός κι αυτό διότι καμία ανάλυση δεν έδινε στον κ. Τραμπ προβάδισμα, με αποτέλεσμα η εικόνα που μεταφερόταν προς τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα ήταν η σίγουρη επικράτηση της Χίλαρι Κλίντον. Για το λόγο αυτό η κυβέρνηση εδώ και δέκα ημέρες επικοινωνιακά σηκώνει τις προσδοκίες από την επίσκεψη του Μπαράκ Ομπάμα την επόμενη εβδομάδα στην Αθήνα, με τις προσδοκίες όμως να πάρει μια στήριξη η χώρα μας πλέον να εξανεμίζονται.

Πολύ περισσότερο, πιθανή αξιοποίηση από την πλευρά του κ. Ομπάμα του βήματος που θα του προσφερθεί η κυβέρνηση στην Ακρόπολη για μια πολιτική τοποθέτηση κατά των όσων κομίζει πολιτικά ο κ. Τραμπ και σε περίπτωση που υπάρξει οποιαδήποτε μορφή κριτικής εναντίον του, ενδεχομένως θα οδηγήσει σε αμηχανία την κυβέρνηση Τσίπρα η οποία οφείλει τώρα να ρίξει γέφυρες προς μια συντηρητική και ξενοφοβική αμερικανική νέα κυβέρνηση.

Θα πρέπει να τονίσουμε πως ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει ασχοληθεί καθόλου στην προεκλογική του καμπάνια με το χρέος τρίτων χωρών οδηγώντας στο συμπέρασμα μιας πιο αδιάφορης για την εξωτερική πολιτική σκηνή προεδρικής θητείας, δίχως τις πρωτοβουλίες που χώρες όπως η Ελλάδα με υψηλό δημόσιο χρέος προσδοκούσαν.

Πως θα πορευτεί σε περίπτωση εκλογής του; Μπορεί να ελπίζει σε σύμπλευση για την Ελλάδα είναι μερικά από τα ερωτήματα που επιχειρεί να αναλύσει η Handelsblatt. Οπως σημειώνει το  βασανιστικό ερώτημα που απασχολεί τη γερμανική κυβέρνηση είναι τι περιμένει τη χώρα σε περίπτωση εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ. «Είναι δύσκολο να γίνουν εκτιμήσεις» παραδέχθηκε στη Handelsblatt ο Γιούργκεν Χαρντ, συντονιστής της γερμανικής κυβέρνησης για τις διατλαντικές σχέσεις. «Ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών έχει ελάχιστους συμβούλους με τους οποίους τα μέλη της γερμανικής κυβέρνησης θα μπορούσαν να έχουν επαφές και όλο το στενό του περιβάλλον αποτελείται από ανθρώπους που δεν προέρχονται από τον πολιτικό χώρο».

Τι θα γίνει με το ΔΝΤ και την Ελλάδα;

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τα διάφορα υπουργεία δεν προετοιμάζονται για ενδεχόμενη νίκη του Τραμπ. Στο υπουργείο Οικονομικών γίνονται σενάρια επί χάρτου και αναλύσεις για το πώς θα αντιδράσουν οι χρηματαγορές την επομένη της ανακοίνωσης των «κακών» αποτελεσμάτων. Θα σημειωθούν αναταραχές; Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική, τουλάχιστον αυτό υποστηρίζουν όσοι έχουν γνώση των αναλύσεων. Και όμως. Ο κατάλογος των κίνδυνων είναι μακρύς. Ένα βασικό σημείο είναι η συνεργασία – με μια πιθανή κυβέρνηση Τραμπ – και βασικούς οργανισμούς όπως είναι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Μέχρι τώρα και παρά τις διαφωνίες οι Αμερικανοί στάθηκαν στον πλευρό των Ευρωπαίων όταν επρόκειτο να επιβάλουν το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας παρά τη θέληση των υπό ανάπτυξη χωρών. Θα συνεχιστεί η ίδια πολιτική; Υπάρχει εμπιστοσύνη στον Τραμπ για την οικονομική διάσωση της Ελλάδας; Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών διακατέχεται από αμφιβολίες.

Τις ίδιες αμφιβολίες έχει και το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών στο θέμα της πολιτικής ασφάλειας. Οι απειλές του Τραμπ, ότι σε περίπτωση νίκης του θα βγάλει τη χώρα του από το ΝΑΤΟ δεν έχουν ξεχαστεί αλλά διασκεδάστηκαν με τη σκέψη ότι πρόκειται για λόγια της προεκλογικής εκστρατείας. Σε κάθε περίπτωση ένα είναι σαφές: ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ είτε ονομάζεται Τραμπ ή Κλίντον, θα αναγκάσει του Ευρωπαίους να αναλάβουν περισσότερες ευθύνες για τα του οίκου τους, βλέπε Ουκρανία. Πρόκειται για μια πρόβλεψη που για το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών αποτελεί βεβαιότητα. Η επόμενη αμερικανική κυβέρνηση δεν θα είναι πλέον διατεθειμένη  να επιλύει κάθε διένεξη στη γηραιά ήπειρο θεωρεί ο Σόιμπλε και αυτός είναι ο λόγος που τον ωθεί να αυξήσει μεσοπρόθεσμα τα κονδύλια των αμυντικών δαπανών.

Άκρως απρόβλεπτος

Στο γερμανικό υπουργείο Οικονομίας που βρίσκεται στα χέρια του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος έχει γίνει ήδη μια εσωτερική πεντασέλιδη ανάλυση για το οικονομικό πρόγραμμα των δύο υποψηφίων. Τα στελέχη του υπουργείου διαπίστωσαν ένα κοινό σημείο: οι προτάσεις τους σε σχέση με τον εμπορικό προσανατολισμό της χώρας είναι μάλλον περιοριστικές, βλέπε ΤΤΙΡ. Αλλά πέραν αυτού δεν χρειάζεται να καταβάλει κανείς μεγάλο κόπο για να αντιληφθεί ποιον ή μάλλον ποιαν θέλουν για πρόεδρο στο Λευκό Οίκο και προειδοποιούν ότι οι συντηρητικές ιδέες του Τραμπ για τη μετανάστευση και την εμπορική πολιτική θα απομόνωναν τις ΗΠΑ ως παγκόσμιο οικονομικό παίκτη.

Ωστόσο πέραν όλων αυτών  εκείνο που τρομάζει πραγματικά τη γερμανική κυβέρνηση είναι το απρόβλεπτο του χαρακτήρα του Τραμπ. «Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι οι αυθορμητισμός του», υποστηρίζει ο Γιούργκεν Χαρντ. Θεωρεί ότι είναι ένας πολιτικός που μπορεί να αποφασίζει αυθόρμητα χωρίς να ακούει τους συμβούλους του. Είναι το ακριβώς αντίθετο από τη Μέρκελ που παίρνει χρόνο για να ζυγίσει τις αποφάσεις της. Και να ψάξει κανείς δεν πρόκειται να βρει δημόσιες τοποθετήσεις της καγκελαρίου υπέρ της μιας ή της άλλης υποψηφιότητας. Αλλά ενδόμυχα είναι σαφές ποιον υποψήφιο προτιμά. Στην καγκελαρία και σε όλα τα υπουργεία εύχονται καλή τύχη στην Χίλαρι Κλίντον.

Πηγή: Deutsche Welle

Δεν χρειάζεται να ωραιοποιούμε την κατάσταση, ούτε να προσπαθούμε να τετραγωνίσουμε τον κύκλο. Διότι τα πράγματα είναι ξεκάθαρα, οι θέσεις ή οι μη θέσεις του κάθε υποψήφιου είναι δημόσιες. Την απάντηση λοιπόν στο ερώτημα μπορούμε να την «κλείσουμε» σε μία λέξη: Τίποτα.

Οι θέσεις της κ. Κλίντον είναι γνωστές από τη μέχρι τώρα παρουσία της στην πολιτική σκηνή των ΗΠΑ. Υποστηρίζει με αφηρημένο τρόπο την Ελλάδα και την Κύπρο, κάτι που σημαίνει ότι δεν θα βάλει το χέρι της στη φωτιά για να τις «σώσει». Άλλωστε η κ. Κλίντον τρέχει προς όλους όταν πρόκειται μόνο για το συμφέρον της. Χωρίς αμφιβολία, και με βάση τις δημόσιες θέσεις της, έχει εξυπηρετήσει την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν. Ακόμα και στο θέμα  του Μουφτή της Θράκης, όταν πρότεινε την επίσημη εγκατάσταση του ως όρο για να ανοίξει η Θεολογική Σχολή της Χάλκης.

Όμως, μία αναφορά της στο θέμα των Κούρδων της Συρίας, στη διάρκεια ενός εκ των τηλεοπτικών μονομαχιών, έδειξε μία αλλαγή σε ότι αφορά τουλάχιστον το Κουρδικό, το οποίο αποτελεί μείζον θέμα για τον Ταγίπ Ερντογάν. Ανακοίνωσε ότι θα ενισχύσει τους Κούρδους της Συρίας, μία κίνηση που θα τινάξει στον αέρα τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Εάν η κ. Κλίντον εκλεγεί και εάν κάνει πράξη την υπόσχεση της, το στρατηγικό σκηνικό στην περιοχή μας θα σημειώσει θεαματική αλλαγή.

Ο αντίπαλος της, δεν παρουσίασε τις θέσεις του για τα ελληνικά εθνικά θέματα πέραν των παρεμβάσεων του συμβούλου του, Τζόρτζ Παπαδόπουλου, ο οποίος έχει πάντα σταθερές απόψεις, ιδιαίτερα σε ότι αφορά την στρατηγική σημασία της Κύπρου και της Ελλάδας.

Εάν εκλεγεί ο κ. Τραμπ, αναμένεται να ανατρέψει πολλές εκ των πολιτικών της Αμερικής, που θεωρούνταν «αδιαπραγμάτευτες» και αφορούν την εξωτερική και την αμυντική της πολιτική. Εάν οι ανατροπές αυτές ωφελήσουν την Ελλάδα και την Κύπρο είναι άγνωστο. Ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών δείχνει μία τάση να συμπαθεί τους αυταρχικούς ηγέτες, όπως ο Βλαντιμίρ Πούτιν, με τον οποίο -όπως είπε- θα προχωρήσει και σε συνεργασία. Αυταρχικός ηγέτης είναι και ο Ερντογάν, με τον οποίο όμως δεν δέχθηκε να συναντηθεί τον Σεπτέμβριο, στην έδρα του ΟΗΕ. Προτίμησε να συναντήσει τον πρωθυπουργό Νετανιάχου και τον στρατηγό Σίσι, στον οποίο φαίνεται να είπε ότι θα βασίσει την πολιτική του αναφορικά με τη Μεσόγειο στο Κάιρο και τα Ιεροσόλυμα. Η θέση αυτή είναι «θετική» για την Ελλάδα και την Κύπρο αλλά ουδείς μπορεί να έχει εμπιστοσύνη σε ένα αλλοπρόσαλλο άνθρωπο.

Αυτό που έχει σημασία, όμως, είναι τι κάνει Ελλάδα και οι πολιτικοί της για να βελτιώσουν τη θέση της χώρας και τις ζωές  των ανθρώπων. Διότι, στο τέλος της ημέρας περιμένουμε όλοι από κάποιον …ξένο να λύσει τα προβλήματά μας…

Μοίρασε το άρθρο!