Μπλόκο του ΣτΕ στο κάπνισμα σε όλους τους χώρους

Όχι» στο κάπνισμα και στα κέντρα διασκέδασης που έχουν εμβαδόν μεγαλύτερο από 300 τμ, αλλά και στα καζίνο, είπε το Συμβούλιο της Επικρατείας, ακυρώνοντας υπουργική απόφαση του 2011, η οποία έδινε τη δυνατότητα καπνίσματος με την προυπόθεση ότι οι υπεύθυνοι των χώρων διασκέδασης θα κατέβαλλαν ετήσιο τέλος.

Στο Συμβούλιο της  Επικρατείας προσέφυγε η Αστική μη Κερδοσκοπική Εταιρεία «Μήνυμα Ζωής», η οποία ζητούσε  να ακυρωθεί η επίμαχη κοινή υπουργική απόφαση (18.8.2011) με την οποία καθορίζονταν οι όροι και οι προυποθέσεις λειτουργίας χώρων καπνιζόντων σε κέντρα διασκέδασης άνω των 300 τμ και των καζίνο. Σημειώνται πως στην υπουργική απόφαση υπήρξε και συνέχεια με σχετικό νόμο (3986/2011), ο οποίος έδινε  τη δυνατότητα στα κέντρα διασκέδασης και στα καζίνο να δημιουργήσουν κλειστούς ή στεγασμένους χώρους καπνιζόντων μέχρι το ½ του συνολικού εμβαδού του καταστήματος, υπό την προϋπόθεση ότι θα πληρώνουν ετήσιο τέλος 200 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο.

Το Δ΄ Τμήμα του ΣτΕ με την υπ΄  αριθμ 551/2019 απόφασή του σημειώνει ότι η εξαίρεση  από την απόλυτη απαγόρευση του καπνίσματος σε κλειστούς χώρους, θεσπίστηκε βάσει οικονομικού κριτηρίου και μάλιστα του άκαμπτου κριτηρίου της καταβολής 200 ευρώ ανά τ.μ. (μέχρι και το ½ του συνολικού εμβαδού του καταστήματος). Μάλιστα, όπως σημειώνουν οι δικαστές, όσο μεγαλύτερο  είναι το εμβαδόν των κλειστών ή στεγασμένων χώρων των καζίνο και των κέντρων διασκεδάσεως για τους καπνίζοντες, «τόσο μεγαλύτερο όφελος προκύπτει για τον κρατικό προϋπολογισμό, ενώ αντίθετα τόσο λιγότερο εξυπηρετείται ο σκοπός της μείωσης της κατανάλωσης καπνού και της έκθεσης σε αυτόν, στον οποίο αποβλέπει η διεθνής σύμβαση της 21ης Μαΐου 2003 της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για τον έλεγχο του καπνού» η οποία κυρώθηκε με το νόμο 3420/ 2005.

 Για τους συμβούλους της Επικρατείας,  «η εν λόγω εξαίρεση από την απόλυτη απαγόρευση του καπνίσματος δεν θεσπίστηκε επί τη βάσει κριτηρίων που προέκυψαν από την επίμαχη διεθνή σύμβαση, αλλά αντιθέτως υπαγορεύθηκε από δημοσιονομικούς λόγους, ήτοι λόγους που παρίστανται κατ΄ εξοχήν απρόσφοροι για την εξυπηρέτηση των επιδιωκομένων από τη διεθνή σύμβαση σκοπών». Το Συμβούλιο της Επικρατείας, για τους παραπάνω  λόγους, έκρινε πως πρέπει να ακυρωθεί η διάταξη ως «αντιβαίνουσα στην διεθνή σύμβαση, η οποία έχει επαυξημένη ισχύ έναντι κάθε αντίθετης διάταξης της εσωτερικής έννομης τάξης». 

Μοίρασε το άρθρο!