Είκοσι χρόνια μετά η Wikipedia δεν έχει καταφέρει να εξαφανίσει εντελώς τις ογκώδεις, δερματόδετες εγκυκλοπαίδειες από τα σκονισμένα ράφια βιβλιοθηκών -συνήθως σε παλιά σπίτια. Έχει όμως καταφέρει να συνοδεύει τους ανθρώπους σχεδόν καθημερινά στις αναζητήσεις τους στο διαδίκτυο. Σύμφωνα με έκθεση του ΟΟΣΑ οι άνθρωποι στα πλουσιότερα βιομηχανικά κράτη διαβάζουν κατά μέσο όρο εννέα λήμματα της Wikipedia τον μήνα. Η πιο σημαντική ίσως μη εμπορική ιστοσελίδα του διαδικτύου ξεκίνησε να λειτουργεί πριν από ακριβώς 20 χρόνια, στις 15 Ιανουαρίου του 2001, όπως και πολλά άλλα πρότζεκτ ονλάιν: με τον κλασικό χαιρετισμό: «Hello world!». O Tζίμι Γουέιλς, ένας εκ των συνιδρυτών της Wikipedia, ήταν αυτός που ανήρτησε τις πρώτες εκείνες λέξεις της Wikipedia μέσω ενός λογισμικού wiki, που θα του επέτρεπε τη δημιουργία ενός διαδικτυακού λεξικού.
Πώς γεννήθηκε η Wikipedia
To 2000 o Γουέιλς προσέλαβε τον πρώτο αρχισυντάκτη της Wikipedia, τον Λάρι Σέιντζερ. Αυτός θα έπρεπε να παραγγέλνει άρθρα από ειδικούς για να επιμελείται τη δημοσίευσή τους. Ωστόσο η διαδικασία επαλήθευσης περιεχομένου σε επτά επίπεδα στάθηκε αρκετά ακριβή και μη αποτελεσματική. Έτσι τον πρώτο χρόνο της Wikipedia δημοσιεύθηκαν πολύ λίγα άρθρα. Οι πειραματισμοί με το software wiki λειτούργησε ως έναυσμα για τη συλλογή και δημοσίευση περιεχομένου με τη μορφή λεξικού, αναφέρει στο γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων ο Αυστριακός οικονομολόγος Λέοναρντ Ντόμπους, που έχει ασχοληθεί με έρευνες για την Wikipedia. «Σύντομα έγινε αντιληπτό ότι η συλλογή περιεχομένου με αυτόν τον τρόπο ήταν συναρπαστική. Κι επειδή το εργασιακό μοντέλο της αρχικής εγκυκλοπαίδειας, όπως την είχε κατά νου ο Γουέιλς απέτυχε, η Wikipedia εξελίχθηκε στη συνέχεια γρήγορα χάρη σε ένα δίκτυο εθελοντών και άμισθων εργαζομένων, οι οποίοι μέσα σε λίγες εβδομάδες παρήγαγαν χιλιάδες άρθρα», λέει χαρακτηριστικά.
Ωστόσο ο Σέιντζερ εγκατέλειψε την Wikipedia το 2003 και, όπως δήλωσε σε μία συνέντευξη, είχε βαρεθεί τα «τρολ» και τους «αναρχικούς τύπους», οι οποίοι ήταν αντίθετοι «με την ιδέα ότι κάποιος θα έπρεπε να έχει κάποιου είδους εξουσία, που οι άλλοι δεν είχαν». Αλλά ακόμη κι αυτή η κριτική δεν μπόρσε να εμποδίσει την ραγδαία εξέλιξη της Wikipedia. Eίκοσι χρόνια μετά υπάρχουν πάνω από 55 εκατομμύρια καταχωρήσεις σε σχεδόν 300 γλώσσες, τα οποία συντάσσονται από αναρίθμητους εθελοντές.
Στο βιβλίο «Wikipedia Story» του Πάβελ Ρίχτερ, ο οποίος επί χρόνια ασχολείται με τη Wikipedia, μιλά ο Γουέιλς για τον ρόλο που έπαιξε ειδικότερα η γερμανόφωνη κοινότητα στην εξέλιξη της Wikipedia: «Λίγο μετά από την ίδρυση της Wikipedia είδαμε ότι οι Γερμανοί ανέπτυξαν μια ιδιαίτερη σχέση με αυτή. Στη συνέχεια προσπαθήσαμε να καταλάβουμε γιατί, αν και τα γερμανικά είναι η 13 πιο διαδεδομένη γλώσσα παγκοσμίως, η γερμανική έκδοση είναι η τέταρτη μεγαλύτερη έκδοσή της Wikipedia» Μάλιστα αν μιλάμε μόνο για λήμματα που έχουν γραφτεί από ανθρώπους και όχι ρομπότ (πράγμα που συμβαίνει σε κάποιες γλώσσες), τότε η γερμανική έκδοση ανέρχεται στη δεύτερη θέση μετά την αγγλική. Η δυναμική γερμανική community της Wikipedia συνέβαλε επίσης καθοριστικά στο να μη μετατραπεί η Wikipedia σε εμπορεύσιμο προϊόν. «Κανείς δεν έγινε από αυτή δισεκατομμυριούχος, δεν υπάρχει διαφήμιση» αναφέρει ο Ρίχτερ, ο οποίος ήταν επικεφαλής του διοικητικού συμβουλίου της γερμανικής Wikipedia από το 2011 ως το 2014. Η Wikipedia ήταν πρωτίστως ένα διαδικτυακό πόνημα ανθρώπων που αγαπούν το διαδίκτυο και τη γνώση και απλώς ήθελαν να το εξελίξουν.
Η Wikipedia δεν είναι αψεγάδιαστη…
Όμως η Wikipedia έχει και τα τρωτά της σημεία, με σημαντικά λάθη να καταγράφονται ενιότε. Για παράδειγμα ο Ρήνος δεν είναι 1320 χλμ. όπως έγραφε για χρόνια αλλά 1230χμλ. Αλλά αυτό το λάθος δεν ήταν τόσο σοβαρό. Έχουν γίνει κατά καιρούς λανθασμένες αναφορές πχ. σε ιστορικά θέματα. Ένα παράδειγμα: Για δεκαπέντε χρόνια το αγγλικό λήμμα της Wikipedia ανέφερε ότι στο γερμανικό στρατόπεδο εξόντωσης της Βαρσοβίας δολοφονήθηκαν σε θαλάμους αερίων 20.000 Πολωνοί. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στη Βαρσοβία υπήρχε στρατόπεδο συγκέντρωσης, αλλά αυτό δεν ήταν στρατόπεδο εξόντωσης με θαλάμους αερίων, όπως το Άουσβιτς. Το παράδειγμα αυτό απέδειξε τη σημασία του ποιοτικού ελέγχου και τη σημασία της επαλήθευσης σε όλες τις αναρτήσεις.
Πηγή: dw.com