«Η προστασία του κλίματος δεν κοστίζει ακριβά»

Πριν από 15 χρόνια ο οικονομολόγος Νίκολας Στερν είχε αποδείξει ότι η προστασία του κλίματος μπορεί να κοστίζει, αλλά όχι τόσο όσο οι ζημιές από τη μη λήψη μέτρων.

Για πολλά χρόνια, όσοι παρακολουθούσαν από κοντά παγκόσμιες διασκέψεις και συναντήσεις ειδικών, πολιτικών και ακτιβιστών για την προστασία του κλίματος άκουγαν διαρκώς την εξής φράση: «Όλα βρίσκονται στην έκθεση Στερν». 

Η έκθεση του Βρετανού οικονομολόγου Νίκολας Στερν δημοσιεύθηκε το 2006 στη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Κλίμα στο Ναϊρόμπι. Εξέφραζε τότε τις σκέψεις πολλών και θεωρήθηκε ότι προηγούνταν της εποχής της. Το μεγάλο πλεονέκτημα της: δεν έμενε σε γενικολογίες ή ηθικολογίες αλλά απεναντίας τεκμηρίωσε με αριθμούς ότι η προστασία του κλίματος κοστίζει μεν, ωστόσο οι οικονομικές ζημίες σε πολλές χώρες θα μπορούσαν να είναι πολύ μεγαλύτερες εάν δεν λαμβάνονταν συγκεκριμένα μέτρα γι αυτόν τον σκοπό.

Μέχρι τότε κανένας οικονομολόγος δεν είχε προβεί σε τόσο συγκεκριμένες διατυπώσεις με απλά μαθηματικά. Κανένας δεν μπορούσε επίσης να ισχυριστεί ότι οι υπολογισμοί προέρχονταν από έναν αιθεροβάμονα ακτιβιστή.

Ο Νίκολας Στερν είναι σήμερα 75 ετών. Σπούδασε Μαθηματικά και Οικονομικά στην Οξφόρδη και το Κέμπριτζ και εργάστηκε ως καθηγητής Οικονομικών. Διετέλεσε επικεφαλής οικονομολόγος στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, αργότερα στην Παγκόσμια Τράπεζα. Το 2005 κλήθηκε από τη βρετανική κυβέρνηση να συντάξει έκθεση για τις οικονομικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.

1% του παγκόσμιου ΑΕΠ για την κλιματική αλλαγή

Ο Στερν δεν μάσησε τα λόγια του. Από τότε είχε πει ότι πρέπει να δράσουμε άμεσα και αποτελεσματικά για την προστασία του κλίματος. Ο οικονομολόγος και σήμερα μέλος της Βουλής των Λόρδων είχε ζητήσει να διπλασιαστεί η κρατική χρηματοδότηση για τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Υποστήριζε ότι τουλάχιστον 1% του παγκόσμιου ΑΕΠ πρέπει να διατεθεί για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Οι απώλειες για την παγκόσμια κοινότητα θα ήταν πολύ μεγαλύτερες, εάν δεν λαμβανόταν έστω αυτό το μέτρο.

Μέχρι σήμερα, μιάμιση δεκαετία μετά, ακτιβιστές αποτίουν ακόμη φόρο τιμής στο πρωτοποριακό έργο του Βρετανού οικονομολόγου, η οικογένεια του οποίου κατάγεται από τη Γερμανία. Σύμφωνα με τον Γιαν Κοβάλτσικ, ειδικό σε θέματα κλίματος στην περιβαλλοντική ομάδα της Οxfam «η έκθεση Στερν ευαισθητοποίησε τον κόσμο για τις οικονομικές συνέπειες της αδράνειας. Η ουσία της έγκειται στο ότι η προστασία του κλίματος είναι προς όφελος των οικονομιών».

Ο Στερν με επιχειρήματα απέδειξε ότι η προστασία του κλίματος δεν αποτελεί εχθρό της ελεύθερης οικονομίας. Αντίθετα είναι απαραίτητη προϋπόθεσή της. «Το κόστος των συνεπειών της κλιματικής κρίσης είναι αυτό που δεν μπορεί να αντέξει ο κόσμος», παρατηρεί ο Κοβάλτσικ.

Πανικός για το μέλλον ή ρεαλισμός;

Πριν από δεκαπέντε χρόνια πολλοί άσκησαν κριτική στις θέσεις του Στερν θεωρώντας ότι είναι υπερβολικές και ότι προκαλούν πανικό. Ειδικά όταν ο Στερν έκανε λόγο για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 60% έως 80%. Ωστόσο σήμερα η ΕΕ για παράδειγμα φαίνεται να μην απέχει πολύ από τις εκτιμήσεις Στερν. Η Κομισιόν υπόσχεται να αγωνιστεί για την κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050 και να μειώσει τις επιβλαβείς εκπομπές κατά 55% ως το 2030. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι θετικές πρωτοβουλίες είχαν ήδη ξεκινήσει από το 2006. Για παράδειγμα η τότε κυβέρνηση της Αυστραλίας ενέκρινε κονδύλια ύψους 60 εκατομμυρίων δολαρίων για πρότζεκτ που αφορούσαν την προστασία του κλίματος.

Μέχρι σήμερα πάντως ο Στερν παραμένει ενεργός στις συζητήσεις που αφορούν την προστασία του κλίματος. Ο Στερν επίσης συμμετείχε ως συνδιαπραγματευτής σε διάφορες διασκέψεις για το κλίμα, όπως η Διάσκεψη της Κοπεγχάγης του 2009. Μάλιστα τότε συμμετείχε στις συζητήσεις σχετικά με πρόταση των ΗΠΑ να δίνονται 100 εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο σε φτωχότερες χώρες για την προστασία του κλίματος από το 2020.

Η ιδέα αυτή αναμένεται να ακουστεί ξανά και στη Διάσκεψη για το Κλίμα στη Γλασκώβη, αν και ούτε και δώδεκα χρόνια μετά δεν έχουν συγκεντρωθεί αυτά τα χρήματα. Τώρα στόχος είναι να συγκεντρωθεί το ποσό των 100 εκατομμυρίων δολαρίων ως το 2023.

Πηγή: Deutsche Welle

Μοίρασε το άρθρο!