Οι δηλώσεις του πρόεδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, πως ο Βλάντιμιρ Πούτιν, είναι «δολοφόνος» που θα «πληρώσει το τίμημα» για την προσπάθεια της Ρωσίας να επηρεάσει το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών υπέρ του Τραμπ αλλά και η απόφαση της Ρωσίας να ανακαλέσει τον πρέσβη της στην Ουάσιγκτον, προκάλεσαν εύλογα ερωτήματα σχετικά με το μέλλον των αμερικανορωσικών σχέσεων.
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ
Δηλώσεις Μπάιντεν: Μεμονωμένο περιστατικό ή ενδεικτικές της στρατηγικής των ΗΠΑ απέναντι στη Ρωσία;
«Από εκεί και πέρα, προφανώς, μια τόσο σκληρή δήλωση του προέδρου Μπάιντεν, ακόμη και αν θεωρήσουμε ότι “ξεφεύγει” των εσκαμμένων και του “διπλωματικού πρωτοκόλλου”, είναι ενδεικτική του πως πλέον οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν τη Ρωσία. Η αλήθεια είναι ότι η Αμερική της διοίκησης Μπάιντεν, έχει μπει “φουριόζα” τόσο απέναντι στη Ρωσία, όσο και απέναντι στην Κίνα και την Τουρκία. Μάλιστα, έχει μπει αρκετά περισσότερο “φουριόζα” από ότι θα περίμενε κανείς, λαμβάνοντας υπόψιν τα εσωτερικά προβλήματα των Ηνωμένων Πολιτειών. Βέβαια, το κατά πόσο οι δηλώσεις του Προέδρου Μπάιντεν είναι μέρος μιας στρατηγικής που αποσκοπεί στο να ασκήσει πίεση στη Ρωσία, ή είναι ένα τακτικός ελιγμός, αυτό θα το δείξει ο χρόνος. Πάντως, η λογική λέει ότι, θα ήταν αμοιβαία ζημιογόνο το να έχουμε μια τόσο έντονη αντιπαράθεση μεταξύ των δύο δυνάμεων».
Βέβαια, δεδομένου και του ολοένα και μεγαλύτερου ανταγωνισμού των ΗΠΑ με την Κίνα, τίθεται στο σημείο αυτό το εξής ερώτημα: Ακόμη και να θέλει ο Μπάιντεν να έχει έντονη αντιπαράθεση με τη Ρωσία, η οικονομική θέση της Αμερικής αυτήν την στιγμή, θα της το επιτρέψει;»
«Οι ΗΠΑ, έχουν τη δύναμη να το κάνουν αυτό. Το ερώτημα όμως δεν είναι, εάν η Αμερική έχει τη δυνατότητα να ακολουθήσει σκληρή γραμμή τόσο απέναντι στην Κίνα όσο και απέναντι στη Ρωσία. Αντίθετα, το ερώτημα είναι: “Είναι σοφό και σώφρον να ασκήσουν τη δυνατότητα τους αυτή;”. Διότι, τέτοιου είδους ενέργειες, είναι προφανές ότι θα φέρουν Ρωσία και Κίνα πιο κοντά. Αυτό βέβαια ούτως ή άλλως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια. Και, δεν ισχυρίζομαι ότι κάποια άλλη πολιτική των ΗΠΑ, θα το απέτρεπε, αλλά, αυτή την στιγμή, ενδεχόμενη προσπάθεια αποκλεισμού της Ρωσίας και ενδεχόμενη προσπάθεια επιβολής κυρώσεων εις βάρος της από την Αμερική, είναι προφανές ότι επειδή θα έχει αντίκτυπο στη ρωσική οικονομία, θα την στρέψει προς την Κίνα, για την εξασφάλιση κεφαλαίων και για την διασφάλιση του ότι, η Ρωσία δε θα αντιμετωπίσει ακόμα σοβαρότερα οικονομικά προβλήματα. Το θέμα όμως από την άλλη είναι, εάν η νέα αμερικανική διοίκηση, έχει αποφασίσει να ακολουθήσει μια πολιτική αρχών και αξιών, προτάσσοντας τα ζητήματα δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που φυσικά στο παρελθόν σε αρκετές περιπτώσεις, έχει γίνει “α λα καρτ”», δηλώνει σχετικά ο κ. Φίλης, προσθέτοντας στη συνέχεια:
«Για τη Ρωσία, θα ήταν κακή μια μετωπική αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ»
«Πάντως, σε κάθε περίπτωση για τη Ρωσία, θα ήταν κακή μια “μετωπική” με τους Αμερικανούς, καθώς, δεν μπορεί να προστρέχει συνεχώς στην Κίνα, γιατί, ένας ενδεχόμενος εναγκαλισμός της Ρωσίας από την Κίνα, ίσως την οδηγήσει σε “ασφυξία”, γιατί ακριβώς η Κίνα, έχει αρχίσει να γίνεται πολύ μεγάλος παίκτης. Η Ρωσία, άλλωστε, πέρα από τη μεγάλη της έκταση και των γεωπολιτικών της φιλοδοξιών, δεν μπορεί να είναι ισότιμος εταίρος των Κινέζων», επισημαίνει ο διεθνολόγος.
Οι επιπτώσεις των αμερικανορωσικών σχέσεων στην Τουρκία
Λαμβάνοντας βέβαια υπόψιν ότι, όπως δήλωνε πριν μερικούς μήνες και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, Κώστας Δουζίνας «ο Τραμπ, κατά την περίοδο της προεδρίας του, φαίνεται ότι είχε δημιουργήσει μια εξαιρετικά θερμή προσωπική σχέση με τον Ερντογάν», δίνοντας του τη δυνατότητα να «χτίσει» παράλληλα μια «εταιρική σχέση» με τον Πούτιν και να εκμεταλλευτεί, πάντα με την «έγκριση» της Ρωσίας, το κενό ισχύος που άφησαν οι ΗΠΑ του Τραμπ στη Μέση Ανατολή, τότε, γίνεται κατανοητό πως, μια ενδεχόμενη σκλήρυνση της αμερικανικής γραμμής απέναντι στη Ρωσία, θα είχε επιπτώσεις και στην Τουρκία, που τα τελευταία χρόνια, είχε ευνοηθεί σημαντικά από την “ειδική σχέση” Τραμπ-Πούτιν.
«Αν παραμείνει αυτό το “ψυχροπολεμικό” και βαρύ, κλίμα μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας, αυτό, βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον, θα επηρεάσει αρνητικά την Τουρκία. Δεν ξέρω πως θα επηρεάσει την Ελλάδα, γιατί ούτως ή άλλως η χώρα μας τα τελευταία χρόνια έχει “παγωμένες σχέσεις” με τη Ρωσία. Όσον αφορά όμως την Τουρκία, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά, καθώς ο Ερντογάν, εκμεταλλεύτηκε στο έπακρον το γεγονός πως ο Τραμπ, του είχε δώσει τη δυνατότητα να προσπαθεί να “μπαλαντζάρει” σε δύο βάρκες, τη ρωσική και την αμερικανική. Τώρα, με τη νέα αμερικανική διοίκηση, αυτό δε θα του είναι εύκολο. Οπότε, εάν κληθεί να διαλέξει γρήγορα στρατόπεδο, θα πρέπει να πάρει πολύ δύσκολες και δυσάρεστες αποφάσεις, οι οποίες θα τον αφήσουν εκτεθειμένο, είτε απέναντι στις ΗΠΑ, είτε απέναντι στη Ρωσία. Τα πράγματα σε μια τέτοια περίπτωση λοιπόν, δε θα είναι καθόλου εύκολα για την Τουρκία», υπογραμμίζει ο Κωνσταντίνος Φίλης, για να καταλήξει ως εξής:
«Ο Ερντογάν, έχει αναπτύξει μια στρατηγική σχέση με τη Ρωσία, την οποία μάλιστα, την εδραιώνει, όπως είδαμε την περασμένη εβδομάδα, με τον πυρηνικό σταθμό στο Ακουγιού που εγκαινίασε με τον Πούτιν. Είναι βέβαια και η Συρία, οι S-400. Βέβαια, είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον Ερντογάν να “διαλέξει” το ρωσικό στρατόπεδο και όχι το αμερικανικό. Γιατί, εάν το έκανε αυτό, θα έβαζε απέναντι του τις ΗΠΑ, οι οποίες θα μπορούσαν να τον πλήξουν οικονομικά και τον αποσταθεροποιήσουν στο εσωτερικό της Τουρκίας. Άλλωστε, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατηγορούν τους Ρώσους για θέματα δημοκρατίας και κράτους δικαίου, δεν μπορούν να αφήνουν απ’ έξω τους Τούρκους. Βλέπουμε το State Department, να “χτυπάει” σταθερά την Τουρκία για θέματα ελευθερίας του Τύπου, ελευθερίας της Έκφρασης, διάκρισης των εξουσιών, ανθρώπινων δικαιωμάτων. Και αυτό, θα το συνεχίσουν».