Τα ευρήματα δημοσκόπησης της οργάνωσης Volkshilfe στην Αυστρία, ότι ένας στους τέσσερις αυστριακούς αναζητά έναν «ισχυρό φύρερ» προκαλούν ανησυχία αλλά όχι έκπληξη. H συνολική απαξίωση των θεσμών και η απογοήτευση, από τις εφαρμοζόμενες και επιβαλλόμενες πολιτικές στην Ευρώπη, δημιουργούν συνθήκες αμφισβήτησης του κοινοβουλευτισμού.
Στο ερώτημα αν πρέπει να υπάρχει ένας ηγέτης που να μην λαμβάνει υπόψη τη Βουλή ή τις εκλογές, καταγράφεται απόλυτη αποδοχή σε ποσοστό 8% και αρκετή αποδοχή σε ποσοστό 18% ενώ μόνο το 43% εκφράζει την πλήρη αντίθεσή του σε τέτοιες μορφές διακυβέρνησης.
Στην Ελλάδα, οι γραφικοί απολογητές της χούντας επανακάμπτουν στο mainstream πολιτικό σύστημα ενώ στη Γαλλία η ακροδεξιά της Λεπέν «ανακαινίζεται» με συντηρητικό μανδύα, μέχρι και με το όνομα του γκωλικού κόμματος. Σε χώρες με μικρότερη δημοκρατική παράδοση καταγράφεται τάση αναθεώρησης καταστατικών κανόνων που οδηγεί σε προσωποπαγή ήισόβια εξουσία.
Ο φασισμός επιχειρεί μέσα από κάλπες να εισβάλει στις δημοκρατίες της Δύσης αλλά αυτές είναι απασχολημένες με τη λιτότητα. Όπως είχε ομολογήσει και ο ενορχυστρωτής της ναζιστικής προπαγάνδας, Γιόζεφ Γκέμπελς, σε κείμενό του το 1928, τέσσερα χρόνια δηλαδή πριν την πρώτη εκλογική νίκη των ναζί για την καγκελαρία της Γερμανίας: “Στόχος μας είναι να εξουδετερώσουμε τη Δημοκρατία. Εάν η Δημοκρατία είναι τόσο ηλίθια ώστε να μας δώσει το ελεύθερο και μάλιστα και βουλευτική αποζημίωση για αυτό είναι δικό της θέμα….”.