17 ΑΠΡΙΛΙΟΥ: Αλίμονο σε αυτούς που δεν τους λάτρεψαν

Δημήτρης Μητροπάνος: Αλίμονο σε αυτόν που δεν τον λάτρεψε
Σπουδαία φωνή του ελληνικού πενταγράμμου, με σημαντική διαδρομή στο χώρο του λαϊκού τραγουδιού.

Ο Δημήτρης Μητροπάνος γεννήθηκε στην Αγία Mονή, μια συνοικία έξω από τα Τρίκαλα -από την οποία καταγόταν η μητέρα του- στις 2 Απριλίου του 1948. Μετά την τρίτη γυμνασίου, το 1964, κατεβαίνει στην Αθήνα να ζήσει με τον θείο του στην οδό Aχαρνών. Προτού τελειώσει το γυμνάσιο άρχισε να δουλεύει σαν τραγουδιστής.

Στην ίδια ηλικία, έπειτα από παρότρυνση του Γρηγόρη Μπιθικώτση, τον οποίο γνώρισε σε μία συγκέντρωση της εταιρίας του θείου του, στην οποία τραγούδησε, επισκέφτηκε την Κολούμπια. Εκεί ο Τάκης Λαμπρόπουλος του γνώρισε τον Γιώργο Ζαμπέτα, δίπλα οποίο θα δουλέψει στα Ξημερώματα.

Το 1967, ο Μητροπάνος ηχογραφεί τον πρώτο του 45άρη δίσκο, με το τραγούδι Θεσσαλονίκη. Είχε προηγηθεί η ηχογράφηση του τραγουδιού Χαμένη Πασχαλιά, το οποίο όμως λογοκρίθηκε από τη Χούντα και δεν κυκλοφόρησε ποτέ.

Στην πορεία που χάραξε στο δρόμο του λαϊκού έντεχνου, το 1972 είναι ένας σημαντικός σταθμός: ο συνθέτης Δήμος Μούτσης και ο ποιητής-στιχουργός Μάνος Ελευθερίου κυκλοφορούν τον Άγιο Φεβρουάριο, με ερμηνευτές τον Μητροπάνο και την Πετρή Σαλπέα, σηματοδοτώντας ένα σταθμό στην ελληνική μουσική.

Τον Ιούλιο του 1999, ο Μητροπάνος και ο Μούτσης θα ξαναβρεθούν επί σκηνής στο Ηρώδειο με την Δήμητρα Γαλάνη και την σοπράνο Τζούλια Σουγλάκου για δυο μουσικές βραδιές στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Οι συναυλίες αυτές ηχογραφούνται ζωντανά και κυκλοφορούν σε διπλό CD δύο μήνες αργότερα. Ακολουθούν Ο Δρόμος για τα Κύθηρα του Γιώργου Κατσαρού και Τα συναξάρια του Γιώργου Χατζηνάσιου, έργα υψηλής ποιότητας αλλά και μεγάλης απήχησης στην ελληνική κοινωνία.

Στη μακρόχρονη πορεία του στο ελληνικό τραγούδι, ο Δημήτρης Μητροπάνος συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους δημιουργούς του λαϊκού, αλλά και του έντεχνου τραγουδιού. Γιώργος Ζαμπέτας, Μίκης Θεοδωράκης, Δήμος Μούτσης, Απόστολος Καλδάρας, Τάκης Μουσαφίρης (Εμείς οι δυο κ.ά.), Χρήστος Νικολόπουλος (Πάρε Αποφάσεις σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου), Γιάννης Σπανός (Ο Μητροπάνος τραγουδάει Σπανό) ήταν οι συνθέτες με τους οποίους συνδέθηκε επαγγελματικά, χτίζοντας μια καριέρα συνυφασμένη με την ελληνική λαϊκή μουσική παράδοση, μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του ’80.

Η πολύ σημαντική συνεργασία με τον Θάνο Μικρούτσικο με τον δίσκο Στου Αιώνα την Παράγκα, σε στίχους Άλκη Αλκαίου, Κώστα Λαχά, Λίνας Νικολακοπούλου και Γιώργου Κακουλίδη, αποτελεί στροφή του ερμηνευτή σε ακόμα πιο “έντεχνες” διαδρομές, διατηρώντας και πάλι την ταυτότητα του λαϊκού.

Στις 10 Σεπτεμβρίου 2009 έδωσε την πρώτη του προσωπική συναυλία στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, μ’ ένα πρόγραμμα – αναδρομή στα 40 χρόνια της καλλιτεχνικής του πορείας. Μία ιστορική συναυλία, που ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε σε διπλό δίσκο απο τη Minos – Emi με τίτλο «Τα τραγούδια της ζωής μου». Η τελευταία του δισκογραφική δουλειά κυκλοφόρησε το καλοκαίρι του 2011 με τίτλο «Εδώ είμαστε», σε μουσική Σταμάτη Κραουνάκη.

Ο Δημήτρης Μητροπάνος έφυγε από τη ζωή στις 17 Απριλίου του 2012, σε ηλικία 64 ετών.

**ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ** ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ ΣΤΗ ΛΑΡΙΣΑ ΤΟ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟ ΤΟΥ 2007 (EUROKINISSI / ΜΑΝΤΖΙΑΡΗΣ ΚΩΣΤΑΣ)

Σαν σήμερα, στις 17 Απριλίου του 2011, πέθανε ο τραγουδοποιός με το κόκκινο μαντίλι στον λαιμό, ο Νίκος Παπάζογλου. Λίγες, μόλις, μέρες πριν, είχε φύγει από τη ζωή ο φίλος και συνεργάτης του Μανώλης Ρασούλης, ενώ την ίδια μέρα έναν χρόνο μετά (2012), “έσβησε” άλλο ένα μεγάλο κεφάλαιο του ελληνικού τραγουδιού, ο Δημήτρης Μητροπάνος.

 

Ο Νίκος Παπάζογλου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, είχε καταγωγή από την Κορμίστα Σερρών και ξεκίνησε την καριέρα του τη δεκαετία του 1960, περνώντας από τους Olympians και τους Zealot. Υπήρξε εμβληματική μορφή της συμπρωτεύουσας, αλλά και δημιουργός της λεγόμενης “Σχολή της Θεσσαλονίκης”, η οποία έφερε τα δικά της χαρακτηριστικά και “γέννησε” πολλούς καλλιτέχνες.

Ο Νίκος Παπάζογλου πέρα από δημιουργός και ερμηνευτής, υπήρξε παραγωγός, ηχολήπτης, ενορχηστρωτής και μουσικός, ενώ είχε βάλει το “χέρι” τους σε πολλές σπουδαίες δουλειές καλλιτεχνών, που κατάφεραν μετέπειτα να κάνουν σημαντική καριέρα. Στη μακρά του πορεία συνεργάστηκε με τις διαφορετικές ιδιότητές του με μεγάλα ονόματα της ελληνικής μουσικής, όπως με τους Διονύση Σαββόπουλο, Μανώλη Ρασούλη, Νίκο Ξυδάκη, Σωκράτη Μάλαμα.

Η ευαισθησία, η απλότητα και ο λυρισμός του, κύρια στοιχεία των τραγουδιών του και της χαρακτηριστικής ερμηνείας του, ξεχωρίζουν. Σημείο κατατεθέν του, ωστόσο, αναφορικά με την εμφάνισή του, ήταν το κόκκινο μαντίλι που είχε πάντοτε δεμένο στον λαιμό του και που μέχρι σήμερα συνοδεύει σαν εικόνα το όνομά του.

Πώς και γιατί, όμως, φορούσε ο Νίκος Παπάζογλου το μαντίλι αυτό; Ο ίδιος σε μια συνέντευξη που παραχώρησε στην εκπομπή της ΝΕΤ, “Έχει γούστο”, με τη Μπίλιω Τσουκαλά στις 5/12/2008, ρωτήθηκε για το περιβόητο μαντίλι και αποφάσισε να πει την ιστορία του, ενώ ανέφερε πως δεν έχει μόνο ένα τέτοιο κόκκινο μαντίλι, αλλά πολλά ίδια, τα οποία αλλάζει κάθε φορά.

Όπως ανέφερε:

«Άρχισα να το φορώ για τη μοτοσικλέτα, γιατί, ξέρεις, καρφώνονται μέλισσες στον λαιμό σου, ό,τι θέλεις. Και έμεινε. Άρχισε να με βοηθάει μετά στο τραγούδισμα πολύ, γιατί κρατάει τη θερμοκρασία του λαιμού σταθερή και είναι και ένα καταπληκτικό air – condition. Να σου πω πώς δουλεύει: Όταν κάνει πολλή ζέστη, γυρνάς τον κόμπο μπροστά, φεύγει η ζέστη και ανακουφίζεσαι. Όταν κρυώνεις, το γυρνάς πάλι και κλείνει. Και μετά αν κάνει πάρα πολλή ζέστη, το λύνεις και το αφήνεις έτσι και το έχεις έτοιμο για να σκουπιστείς, όποτε χρειάζεται.»

Βέβαια, σύμφωνα με τον ίδιο, έχει χρησιμεύσει και για να σκουπίσει τα δάκρυά του από λύπη ή έρωτα.

Όπως θυμάται λίγο μετά, το κόκκινο μαντίλι το υιοθέτησε αποκλειστικά μετά από μία συναυλία στα Γιάννενα:

«Αυτό έγινε από μια συναυλία στα Γιάννενα, νομίζω ήταν το 82, όπου κράτησε μία ολόκληρη ώρα και ο κόσμος είχε να λέει ότι είδε μια ολόκληρη συναυλία με κάποιον που φορούσε μαντίλι. Ε από ‘κει και πέρα έμεινε. Μια περίοδο δεν ήθελα να είναι τόσο χαρακτηριστικό πράγμα για μένα και ήθελα να το εγκαταλείψω, αλλά τελικά είπα όχι, δεν θα τους κάνω τη χάρη.»

Τέλος, στην ίδια συνέντευξη, ο Νίκος Παπάζογλου είπε ότι ευτυχώς που δεν το εγκατέλειψε, γιατί του βγήκε και ένα “ινδιάνικο” όνομα με αυτό το κόκκινο μαντίλι και είπε την παρακάτω ιστορία:

«Στη Νίσυρο, όταν έκανα μια συναυλία στο ηφαίστειο, μια γριούλα είδε όλον αυτόν τον κόσμο να ανεβαίνει στο ηφαίστειο νυχτιάτικα και λέει “πού πάνε όλοι αυτοί; Της λένε ότι υπάρχει συναυλία επάνω και ότι τραγουδάει ο Νίκος Παπάζογλου. “Νίκος Παπάζογλου, ποιος είναι αυτός;” λέει. Και μετά από λίγο λέει μόνη της: “Α, ο που φορεί μαντίλι!”»

Μοίρασε το άρθρο!