Φαίδων – Του Πλάτωνα

 –  Γράφει ο Διοικητής του Αστυνομικού Τμήματος Ωραιοκάστρου Παύλος Παπαδόπουλος.

Φίλες και φίλοι απόψε θα ασχοληθώ με τον Πλάτωνα. Με αφορμή τη συνεδρία, της 18-09-2023, της Λέσχης Ανάγνωσης της Αρίστης Ωραιοκάστρου η οποία είχε ως θέμα προς ανάλυση τον πλατωνικό διάλογο Φαίδων ή περι ψυχής, και εξαιτίας της αδυναμίας φυσικής παρουσίας, συνέγραψα αυτήν την ανάλυση, η οποία αναγνώσθηκε από την κυρία Κωνσταντίνα-Κλειώ Μαρκοπούλου. Ήταν μια καλή ευκαιρία να ξεσκονίσω τις γνώσεις μου πάνω στην πλατωνική φιλοσοφία ύστερα από πολλά χρόνια…

Ο διάλογος γράφτηκε μετά το 387 π.Χ., με πιθανότερο έτος γραφής το 385 πΧ. Αυτό αποδεικνύεται από την αναφορά του Πλάτωνα στην Αίτνα της Σικελίας. Υπενθυμίζουμε ότι το πρώτο ταξίδι του φιλοσόφου στη Μεγάλη Ελλάδα έληξε το 387 π.Χ. Ο Φαίδων, τρεις μήνες μετά το θάνατο του Σωκράτη αφηγείται τη συζήτηση στο Φλειούντα της Κορινθίας.

Το έργο περιλαμβάνει τις τελευταίες στιγμές του Σωκράτη πριν πιει το κώνειο και καταλήξει, καθώς επίσης και τη συζήτηση που διεξάγει ο απερχόμενος φιλόσοφος με τους πιστούς του φίλους. Θέμα της συζήτησης είναι η αθανασία της ψυχής. Ο ίδιος ο Πλάτων απουσίαζε όπως ενημερώνει ένας από τους συνομιλητές (ο Φαίδων): «Ο Πλάτων νομίζω ότι ήταν άρρωστος» (Φαίδων, 59b).

Η διάρθρωση του έργου είναι πενταμερής: Πρόλογος, Πρώτο μέρος, Δεύτερο μέρος, Τρίτο μέρος και Επίλογος. Ο Φαίδων θίγει αποκλειστικά το θέμα της αθανασίας της ψυχής. Στο συγκεκριμένο έργο, Σωκράτης και Πλάτων έρχονται αντιμέτωποι με λαϊκές δοξασίες, μύθους και παραδόσεις.

Τα πρόσωπα τα οποία μετέχουν στο διάλογο είναι τα εξής: Ο πυθαγόρειος φιλόσοφος Εχεκράτης από το Φλειούντα, Ο Φαίδων, μαθητής του Σωκράτη από την Ηλεία, ο πυθαγόρειος και μαθητής του Σωκράτη Κέβης από τη Θήβα, ο πιστός και πλούσιος Κρίτων, φίλος του Σωκράτη, η Ξανθίππη η γυναίκα του Σωκράτη, ο δήμιος που έδωσε το κώνειο στο φιλόσοφο, ο των έντεκα (αξιωματούχοι της πόλης που ήταν επιφορτισμένοι μεταξύ άλλων και με την πραγματοποίηση των εκτελέσεων) υπηρέτης και ο Απολλόδωρος μαθητής επίσης του Σωκράτη (βουβό πρόσωπο).

Ο Πλάτων.

Θα αναφερθώ επιγραμματικά στον σπουδαίο Αθηναίο φιλόσοφο. Ο Πλάτων γεννήθηκε το 428/7 π.Χ. Ο φιλόσοφος καταγόταν από το βασιλιά και νομοθέτη Κόδρο, Εκεί βρίσκονται και οι ρίζες της κλίσης του για την εξουσία η οποία συνδέεται με το νόμο και τον ορθό λόγο. Ο Πλάτων είχε αριστοκρατικές καταβολές, καθώς καταγόταν από παλιά οικογένεια η οποία διαδραμάτισε ρόλο στην τότε Αθήνα. Η οικογένεια του Πλάτωνα βρισκόταν στο επίκεντρο της κοινωνικής και πολιτικής ζωής της Αθήνας.

Η συγγραφική μέθοδος του Πλάτωνα.

Η προσφιλής συγγραφική τακτική του Πλάτωνα είναι ο διάλογος. Στην περίπτωση του Φαίδωνα παρατηρούμε τη μέθοδο του έμμεσου διαλόγου, όπου έχουμε δύο συνομιλητές και σε κάποιο σημείο ο ένας αναλαμβάνει να μεταφέρει κάποιον άλλο διάλογο που άκουσε κάπου αλλού σε προγενέστερο χρόνο. Διαπιστώνουμε δηλαδή «εγκιβωτισμένο» διάλογο μέσα σε άλλο διάλογο. Οι υπόλοιποι αραιά και που σχολιάζουν ή κάνουν ερωτήσεις σε ευθύ λόγο. Εκτός από το συγκεκριμένο διάλογο ο Πλάτων έγραψε και άλλους σ’ αυτή τη μορφή.

Ο Πλάτων με τον ανωτέρω τρόπο βάζει τις δικές του ιδέες στο στόμα του Σωκράτη. Φορτώνει επίσης την αξιοπιστία γι αυτό που γράφει σε τρίτο πρόσωπο (στην προκειμένη περίπτωση του Φαίδωνα) που ίσως τότε δε ζούσε ή είχε επιστρέψει στην πατρίδα του (όπως ο Φαίδων στην Ηλεία). Από το διάλογο δε λείπει και το δραματικό στοιχείο. Έτσι στο Φαίδων έχουμε δράση, στον πρόλογο και στον επίλογο, καθώς δε συναντάμε τις μακρηγορίες των πρώτων διαλόγων του συγγραφέα.

Ο θάνατος.

Το θέμα του θανάτου αποτέλεσε για τον Πλάτωνα αντικείμενο πρώτιστου ενδιαφέροντος. Ο θάνατος δε βρίσκεται συχνά στη σκέψη του ανθρώπου, επιθυμία όμως όλων είναι να εξακολουθήσουμε να υπάρχουμε αιώνια. Η ψυχή είναι τελικά αιωνία όπως η ιδεώδης αλήθεια που παρουσιάζεται στη διανοητική ενόραση.

Ο θάνατος του σώματος αποτελεί την αρχή και την προϋπόθεση της εκδίπλωσης της πιο καθαρής γνωστικής δραστηριότητας της ψυχής. Όσο η ψυχή είναι δεμένη στην παρούσα ζωή με το σώμα, το σώμα παρεμβάλλεται σαν θολό παραπέτασμα (θα το δούμε πιο κάτω αναλυτικά) μεταξύ ψυχής και αλήθειας. Αφαιρώντας το παραπέτασμα στην ουράνια ζωή η ψυχή μπορεί να απολαύσει την καθαρή και τέλεια θέαση των ιδεών.

Η ψυχή πριν έρθει στη ζωή προϋπάρχει, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, στον Άδη. Πέρα από τη ζωή είναι η μη ζωή, άρα ο θάνατος είναι η αρχή της ζωής. Η έννοια του θανάτου, επομένως δεν είναι αρνητική. Η ανάμνηση, το ξαναθύμισμα της πρότερης γνώσης εξηγεί τη λαχτάρα μας για την επιστήμη και τις δυνατότητες της επιστήμης. Κατ’ επέκταση η έμφυτη τάση του ανθρώπου για δικαιοσύνη προϋπάρχει πριν η ψυχή μπει στο σώμα.

Ο Πλάτων τέλος είναι κατά της αυτοκτονίας δηλώνοντας ρητά ότι το σώμα μας δεν ανήκει σ’ εμάς αλλά στους θεούς: «ὅτι οἱ Θεοί φροντίζουν γιά μᾶς καί πώς ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἕνα ἀπό τά κτήματά τους.» (Πλάτων, Φαίδων, 61b) Λίγο πιο κάτω δικαιολογεί τη δική του ιδιόμορφη αυτοκτονία με το κώνειο ως «θεόσταλτη ανάγκη»: «῎Ισως λοιπόν, ἀπ᾽ αὐτήν τήν ἄποψη δέν εἶναι παράξενο πώς δέν πρέπει κανείς νά αὐτοκτονῆ προτοῦ ὁ Θεός νά στείλη κάποια ἀνάγκη, ὅπως αὐτήν πού παρουσιάστηκε τώρα σ’ ἐμένα.» (Πλάτων, Φαίδων, 61c)

Η αθανασία της ψυχής.

Η ψυχή, κατά τον Πλάτωνα αποτελείται από τρία μέρη: το λογιστικό, το θυμοειδές και το επιθυμητικό. Τώρα, οι αρετές είναι τρεις: σοφία, ανδρεία και σωφροσύνη. Κάθε μία από τις αρετές αντιστοιχεί σε ένα μέρος της ψυχής. Θα πρέπει να αναπτύσσονται αρμονικά ώστε το λογιστικό, ως θείο, να κυβερνά, το θυμοειδές να υπακούει ως βοηθός και τέλος τα δύο μαζί να διευθύνουν το επιθυμητικό, ώστε να μην επιχειρεί αυτό να άρχει. Από την εν λόγω αρμονική διάταξη θα προκύψει η δικαιοσύνη.

Ο Σωκράτης στηρίζει την αθανασία της ψυχής με πειστικά επιχειρήματα. Η ψυχή είναι δέσμια εντός του σώματος εξαιτίας ενός προσωρινού δεσμού, όπως ο φυλακισμένος στο δεσμωτήριο του. Αποτελεί το όργανο για τη γνώση αυτό που είναι ασώματο και αιώνιο, δηλαδή των ιδεών. Ο Σωκράτης στηρίζει σε όλο το έργο τις απόψεις του για την αθανασία της ψυχής με πειστικά επιχειρήματα.

Εδώ θα αναφερθούμε και στις ιδέες. Ψυχή και ιδέες είναι συγγενείς, γι αυτό οι πρώτες μπορούν να γνωρίσουν τις δεύτερες. Στις ιδέες φτάνουμε ξεκινώντας μόνο από τις φυσικές αισθήσεις. Η συγγένεια μεταξύ ψυχής και ιδεών αποτελεί στο Φαίδωνα μια βασική απόδειξη της αθανασίας της ψυχής.

Ας δούμε όμως πως αναπτύσσει ο Πλάτων, στον Φαίδων, το μύθο της αθανασίας της ψυχής:

Οι ψυχές, μετά το θάνατο τους, οδηγούνται από το δαίμονα τους στον τόπο συγκέντρωσης (μετά το θάνατο τους οι ψυχές κατεβαίνουν στον Άδη). Από εκεί βαδίζουν ομαδικά, κάτω από την επίβλεψη ενός και μοναδικού οδηγού, πάντοτε του ίδιου, ανάμεσα στα περίπλοκα και κακοτράχαλα μονοπάτια που οδηγούν στον Άδη. Μερικές ψυχές απωθούνται πίσω από την ανάμνηση του σώματος που έχουν αγαπήσει με πάθος, και με πολύ κόπο τότε το πνεύμα τις οδηγεί στον τόπο προορισμού τους, στα Τάρταρα (μεγαλύτερο από τα υπόγεια βάραθρα) ή στη Μακάρια Διαμονή (επιφάνεια της γης).

Από τον Πλάτωνα επιχειρείται να περιγραφεί η ψυχή όπως είναι όταν στρέφεται προς το αθάνατο και αμετάβλητο, υψούμενη πάνω από το σωματικό κόσμο και απωθεί κάθε σωματοειδές εξάρτημα το οποίο προσαρτάται σ’ αυτήν.

Το κακό άλογο της ψυχής τραβάει στη γη ολόκληρο το άρμα, έτσι που οι ανθρώπινες ψυχές δε φτάνουν στην πίσω πλευρά του ουρανού. Στην καλύτερη περίπτωση ο ηνίοχος υψώνει το κεφάλι στον υπερουράνιο τόπο για κάποιες στιγμές με πολύ κόπο για να δει το ον. Εδώ εμποδίζεται από το κακό άλογο. Η ψυχή καταβυθίζεται στη γη γιατί τα φτερά της δε βρίσκουν τροφή. Το αν θα ενσαρκωθεί πάλι η ψυχή εξαρτάται από το αν και σε ποιο βαθμό η ψυχή μπορεί να δει τις ιδέες. Οι ψυχές που κατορθώνουν και βλέπουν τις ιδέες παραμένουν για πάντα ελεύθερες. Οι άλλες βυθίζονται μέχρι να βρουν κάποιο σώμα για στήριγμα.

Ανάλογα με το τι είδαν κατά την προηγούμενη διαδικασία, οι ψυχές, γίνεται και η διαβάθμιση. Υπάρχουν εννέα βαθμίδες από το σοφιστή ως τον τύραννο. Τα φτερά της ψυχής τρέφονται από την ενατένιση του ωραίου (Έρως). Η γεμάτη έρωτα ψυχή αναζητά το ωραίο. Δεν πρέπει η ψυχή να βυθιστεί στην επιθυμία. Όταν ο Ηνίοχος και το καλό άλογο διατηρούν την υπεροχή η ψυχή διατηρεί την αυτοκυριαρχία και αποκτά φτερά.

Η ψυχή είναι φυλακισμένη στο σώμα. Το σώμα βρίσκεται σε αντίθεση με το χώρο της ψυχής, καθώς είναι βυθισμένο στην ύλη και στο γίγνεσθαι της αίσθησης. Οι άλογοι λογισμοί που πηγάζουν από το σώμα, καρφώνουν την ψυχή στο σώμα και έτσι η ψυχή γίνεται σωματοειδής. Τα πάθη δηλαδή παραμορφώνουν την έλλογη ψυχή, από τη συμβίωση της με το σώμα και προσθέτουν σε αυτή σωματοειδή προσθέματα. Ο δεσμός ψυχής-σώματος θα καταλυθεί με το θάνατο του δεύτερου.

Η καθ’ αυτή έννοια ψυχή μπορεί φυσικά να εναντιωθεί σε ότι προβάλλει το σώμα. Το γεγονός ότι η ψυχή μπορεί να αντιταχθεί στα πάθη βασίζεται στο ότι η ψυχή είναι από τη φύση της το λογικό, καθώς το άλογο στον άνθρωπο προέρχεται από το σώμα. Η ψυχή πρέπει να αποκαθαρθεί από κάθε τι σωματοειδές. Στην πραγματικότητα όμως οι ψυχές κάνουν σωματοειδής παραχωρήσεις. Το θνητό στοιχείο μπορεί να προσκολληθεί στην ψυχή τόσο που μπορεί η ψυχή να μην μπορέσει να κατά τον αποχωρισμό της από το σώμα να απαλλαγεί από αυτό. «Καί αὐτές δέν εἶναι οἱ ψυχές τῶν ἐναρέτων, ἀλλά τῶν φαύλων, οἱ ὁποῖες ἀναγκάζονται νά τριγυρίζουν σ’ αὐτά, ξεπληρώνοντας τήν τιμωρία γιά τήν προηγούμενη κακή συμπεριφορά τους. Καί περιπλανῶνται μέχρι, πού ἀπό τήν σωματική ἐπιθυμία πού τίς ἀκολουθεῖ, νά ἑνωθοῦν καί πάλι μέ τό σῶμα.» (Φαίδων, 81c κ.ε.)

Τι προβάλλει όμως το σώμα; Ερεθισμούς επιθυμίες λύπη και πάθη όπως επιθυμίες. «῎Αν ὅμως, νομίζω, ἀπαλλάσσεται ἀπό τό σῶμα μιασμένη και ἀκάθαρτη, ἐπειδή πάντα ζοῦσε προσκολλημένη στό σῶμα και ὑπηρετώντας καί ἀγαπώντας το καί καθώς ἦταν γοητευμένη ἀπ’ αὐτό, ἀπό τίς ἐπιθυμίες καί τίς ἡδονές, ὥστε νά μήν θεωρῆ τίποτε ἄλλο γιά ἀληθινό, παρά μόνο τό σωματικό, ὅ,τι δηλ. κανείς θά μποροῦσε νά ἀγγίζη, νά δῆ νά πιῆ, νά φάη καί νά τό μεταχειρισθῆ για ἀφροδίσιες ἀπολαύσεις, ἐνῶ τό ἀφανές στά μάτια καί ἄμορφο, το νοητό πού πλησιάζεται μέ τήν φιλοσοφία.» (Φαίδων, 81b), μερικά χειρόγραφα αναφέρουν και το φόβο. Για τα πάθη θα προσθέσουμε ότι είναι άλογοι λογισμοί, οι οποίοι προέρχονται από το σώμα και όχι από την ψυχή. Το χάσμα τελικά ανάμεσα στο ιδανικό της απόλυτης αγαθότητας, και στην αισθησιακή ζωή του ανθρώπου που επιδιώκει χαρές και ευτυχία, είναι αγεφύρωτο.

Ο Σωκράτης χρησιμοποιεί τη μαιευτική μέθοδο και εδώ. Απέχει όμως φρονίμως από τις παραστάσεις της μέλλουσας ζωή χωρίς να αμφιβάλλει για την ύπαρξη της. Αυτό ακριβώς βλέπουμε στο Φαίδων. (Φαίδων, 114 κ.ε.). Καθήκον του φιλοσόφου είναι να αποδεσμεύσει την ψυχή από τη σύνδεση με το σώμα.

Ο Πλάτων, όπως διαπιστώνουμε, τελικά καταλήγει στη μετεμψύχωση. «Αλλά πραγματικά υπάρχει και η γένεση των ζωντανών από τους νεκρούς και οι ψυχές των νεκρών υπάρχουν και οι ενάρετες περνούν καλύτερα και οι κακές χειρότερα». (Πλάτων Φαίδων, 72e) Η μετεμψύχωση, ως πεποίθηση των αρχαίων προϋπήρχε στους Ορφικούς. Ο Πλάτων μέσω του διαλόγου Φαίδων, αισθανόμενος γόνιμη την ορφική παράδοση, έδωσε βάθος στο μύθο των Ορφικών.

Επίλογος.

Τα επιχειρήματα του Σωκράτη υπέρ της αθανασίας της ψυχής, μετά από τη σχετική ερώτηση του Κέβη, συνοψίζονται στις εξής θέσεις (κατά τον Bogomolov, 1995), οι οποίες δύσκολα αποδεικνύονται αβάσιμες:
1) Εναλλαγή αντιθέτων, Αν ο θάνατος δεν οδηγούσε στη ζωή, η ζωή θα σταματούσε. Εφόσον δε συμβαίνει αυτό η ψυχή επιζεί και μετά θάνατον.
2) Επιχείρημα της ανάμνησης. Έμφυτες έννοιες ανθρώπου (ομορφιά, καλοσύνη, δικαιοσύνη, ισότητα κλπ) δεν αποκτούνται μέσω αισθήσεων. Η μάθηση είναι ανάμνηση όσων η ψυχή γνώριζε νωρίτερα, δηλαδή πριν από τη γέννηση.
3) Αμεταβλητότητα της ψυχής. Αντίθετα προς τα επιμέρους αντικείμενα η ψυχή είναι ίση με τον εαυτό της, λόγω της συγγένειας που έχει με το θείο και την αιωνιότητα.
4) Επιχείρημα αιτιότητας. Η ψυχή είναι η αληθινή αιτία όλων των πραγμάτων. Αυτή είναι το τέλος και η ιδέα του σώματος. Η ψυχή είναι η ζωή του σώματος και ασυμβίβαστη με την έννοια του θανάτου. Συνεπώς είναι αιώνια.

Πηγές:
1) Βραΐλας Αρμένης, Η διδασκαλία του Σωκράτους κατά τον Α. Fouillee, εκδ. Φεξή, Αθήνα 1910.
2) Σακελλαρίου Δημήτριος, Η έννοια της Αρετής στο Σωκράτη, Αθήνα 2011.
3) Πλάτων, Φαίδων ή περί ψυχής, μεταφρ. Ι. Αθανασόπολος, εκδ. Γεωργιάδης, Αθήνα 2012.
4) Bogomolov A.S., Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας (Ελλάδα και Ρώμη), μετάφρ. Φ.Κ. Βώρος, εκδ. Ειρμός, Αθήνα 1995.
5) Borman Karl, Πλάτων, μετάφρ, Ι. Καλογεράκης, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2006.
6) Dies Auguste, Πλάτων, ο άνθρωπος-η εποχή του-το έργο του, μετάφρ. Χ. Μαρκέτη, εκδ. Ζήτα
7) Vegeti Mario, Ιστορία της φιλοσοφίας, μετάφρ. Γ. Δημητρακόπουλος, εκδ. Τραυλός, Αθήνα 2000.

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

Μοίρασε το άρθρο!