Η κατάσταση της Περσικής Αυτοκρατορίας λίγο πριν την εισβολή των ελληνικών στρατευμάτων

Η κατάσταση της Περσικής Αυτοκρατορίας λίγο πριν την εισβολή των ελληνικών στρατευμάτων υπό την ηγεσία του Μεγάλου Αλεξάνδρου – Γράφει ο Διοικητής του Αστυνομικού Τμήματος Ωραιοκάστρου Παύλος Παπαδόπουλος

Η Περσική Αυτοκρατορία.

Η περσική αυτοκρατορία ιδρύθηκε όταν ο Κύρος, ο ηγεμόνας του Ανσάν, επαναστάτησε εναντίων της Μηδείας. Μέσα σε μια γενιά οι βασιλείς Κύρος και Καμβύσης συνένωσαν τα τέσσερα μεγάλα βασίλεια σε μια αυτοκρατορία: Της Μηδείας, της Λυδίας της Βαβυλώνας και της Αιγύπτου. Έτσι σχηματίστηκε η περσική αυτοκρατορία και για διακόσια χρόνια κατέστη η ισχυρότερη δύναμη του τότε γνωστού κόσμου. Οι μετέπειτα κατακτημένοι λαοί έδειξαν ανοχή στους κυρίαρχους Πέρσες. Αργότερα όμως έγινε ανταρσία, πέθανε ο Καμβύσης (521-486 π.Χ.) και ο Δαρείος, ο γιος του Υτάσπη, κατέλαβε το θρόνο και επέκτεινε ανατολικά την κυριαρχία του περσικού κράτους.

Το μέγεθος της Περσίας, λίγο πριν την εισβολή του Αλεξάνδρου παρέμενε αχανές. Εκτεινόταν από τον Ελλήσποντο μέχρι την Ινδία και από τις στέπες της Κεντρικής Ασίας μέχρι την έρημο της Λιβύης. Οι διάδοχοι του Κύρου και του Δαρείου είχαν καταφέρει να συγχωνεύσουν σε ένα οργανικό σύνολο αμέτρητους λαούς και φύλα που περιελάμβανε το περσικό κράτος, αλλά και να τιθασεύσουν τις έντονα φυγόκεντρες φεουδαρχικές τάσεις που εκδήλωναν οι σατράπες.

Επικεφαλής φυλή της περσικής αυτοκρατορίας ήταν οι Παρσαγάδες και ευγενέστερος κλάδος αυτός των Αχαιμενιδών, ο προϊστορικός οίκος του τόπου και του λαού. Η αυτοκρατορία απαρτίζονταν από είκοσι-τρείς σατραπείες τις οποίες διοικούσαν μέλη της ανώτερης αριστοκρατίας και της βασιλικής οικογένειας, και σπάνια τοπικοί σατράπες. Ο περσικός λαός υπήρξε απλοϊκός και προσηλωμένος στους αρχηγούς της φυλής. Το ανθρώπινο δυναμικό ήταν, όπως γίνεται αντιληπτό, ανεξάντλητο.

Η θεοκρατία κυριαρχούσε σε όλα τα επίπεδα. Ο εκάστοτε Μεγάλος Βασιλιάς ήταν ο φύλακας της θεϊκής τάξης, προερχόμενης και καθοριζόμενης από τον Αούρα Μαζούτα. Επρόκειτο δηλαδή για μια απέραντη θεοκρατική αυτοκρατορία…

Οι βασικοί δρόμοι και το σχέδιο του Αλεξάνδρου.

Τα εδάφη στα οποία κυριαρχούσαν οι Πέρσες διέσχιζαν δύο εξαίρετοι δρόμοι, που έδιναν τη δυνατότητα σε κάποιον να φτάσει ταχύτατα στην καρδιά της αυτοκρατορίας. Ο πρώτος ήταν η οδός Σάρδεις-Σούσα στο Ελάμ (μήκους 2.500 χιλιόμετρα), ο οποίος απέφευγε στο βορρά τις ερήμους της Συρίας και της Ανατολής. Ήταν η Βασιλική Οδός, γεμάτη πηγάδια, σταθμούς, οάσεις και χάνια. Η Βασιλική Οδός παρακολουθούνταν στενά από τους Πέρσες. Η δεύτερη και πιο περπατημένη ήταν η Οδός Νότου, η οποία συνέδεε τη Μίλητο με τον Ευφράτη.

Τελικά ο Αλέξανδρος περιφρόνησε και τους δύο βασικούς δρόμους. Κινήθηκε με γνώμονα την απόκτηση εφοδίων (Σάρδεις) και την υποταγή των ελληνικών πόλεων. (Εντύπωση εδώ προκαλεί το γεγονός ότι οι Πέρσες δεν χρησιμοποίησαν το ναυτικό τους για να φράσουν εξαρχής το δρόμο του Αλεξάνδρου στον Ελλήσποντο.)

Το σχέδιο του Αλεξάνδρου ήταν ταχεία προέλαση στη Μικρά Ασία και γρήγορη κατάκτηση της με ταυτόχρονη εκμετάλλευση των πλούσιων βάσεων. Επιπρόσθετα θα οργανώνονταν χερσαίες και θαλάσσιες βάσεις των επιχειρήσεων. Έπειτα θα προωθούνταν στο εσωτερικό της Περσίας και θα συνέτριβαν τον περσικό στρατό. Οι ιστορικοί συγκλίνουν στην άποψη ότι δεν είχε εξ αρχής σκοπό να κατακτήσει την Ασία, κάτι τέτοιο προέκυψε κατά τη διάρκεια της εκστρατείας και εξαιτίας της ανέλπιστα ταχύτατης προέλασης.

Η εσωτερική κατάσταση της Περσίας.

Μετά τις αποτυχίες τους σε Ελλάδα (Ελληνοπερσικά) και Σκυθία, καθώς επίσης και το θάνατο του Δαρείου, οι Πέρσες αποποιήθηκαν τις κατακτητικές επιχειρήσεις. Έκτοτε εμφανίστηκαν σημάδια ξεπεσμού. Έως τότε τρέφονταν από τις κατακτήσεις και τις νίκες, ανήμποροι να αναπτυχθούν εσωτερικά. Εντούτοις όμως διατηρούσαν το Status Quo σαν παγκόσμια αυτοκρατορία.

Οι υποταγμένοι λαοί, την εποχή που εισέβαλλε ο Αλέξανδρος, είχαν πάψει να φοβούνται την κεντρική εξουσία, ενώ υπήρχαν και κάποιες φυγόκεντρες διαθέσεις από κάποιους απομακρυσμένους σατράπες. Οι μεγάλες οικογένειες ήταν σε γενικές γραμμές πιστές στο Δαρείο, όπως επίσης και οι τοπικές αριστοκρατίες. Η Αυλή, καίτοι διεφθαρμένη, στήριζε πάντα το Δαρείο. Σε καμία περίπτωση η Περσία δεν ήταν η μεγάλη δύναμη που υπήρξε άλλοτε, εξακολουθούσε όμως να είναι γιγαντιαία και επιβλητική, με ανεξάντλητο ανθρώπινο υλικό και μυθικούς πόρους. Ένας Κολοσσός που στηριζόταν όμως σε πήλινα πόδια.

Ο περσικός στόλος.

Μετά τη διάλυση της Β΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας δεν υφίστατο καμία θαλασσοκρατορεία στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Εντούτοις όμως ένας τεράστιος περσικός στόλος έλεγχε σε μεγάλο βαθμό τα παράλια της Μικράς Ασίας της Συρίας και της Αιγύπτου. Οι Πέρσες διέθεταν 400 τριήρεις έναντι 160 των Ελλήνων. Τις περσικές τριήρεις εκχωρούσαν κυρίως Φοίνικες, Κύπριοι και Ίωνες.

Ο Δαρείος είχε προετοιμάσει ένα μεγάλο φοινικικό στόλο. Ναυπήγησε ένα στόλο το 334 π.Χ. . Ο νέος περσικός στόλος βγήκε στο νότιο Αιγαίο το καλοκαίρι του ίδιου έτους. Ο ελληνομακεδονικός στόλος εκείνη την εποχή κυριαρχούσε στον Ελλήσποντο και στα μεγάλα νησιά του Βορείου Αιγαίου και ο περσικός στην περιοχή του Νοτίου Αιγαίου.

Το μεγάλο σφάλμα των Περσών, όπως αποδείχτηκε, ήταν η απομάκρυνση τους από τα παράλια του Ελλήσποντου.

Ο περσικός στρατός.

Ο ενεργός στρατός αποτελούταν από ιθαγενείς και μισθοφόρους. Στο στρατό συμμετείχαν πολλοί μισθοφόροι από τις ελληνικές πόλεις (θα μιλήσουμε παρακάτω). Για να καλύψουν τις αδυναμίες στο πεζικό, προσελάμβαναν πλήθος από δουλοπάροικους από διαφορετικές εθνικότητες, οι οποίοι όμως κατατάσσονταν απρόθυμα. Οι τελευταίοι στρατολογούνταν και εξοπλίζονταν πρόχειρα, ενώ μάχονταν χωρίς προθυμία.

Δύο ή τρεις επαρχίες συγκροτούσαν μια περιφέρεια, από την οποία στρατολογούταν μια μεγάλη μονάδα. Η τακτική μονάδα πεζικού ήταν η Μυριοστύς που στελεχωνόταν από 10.000 άντρες. Η Μυριοστύς υποδιαιρούταν σε δέκα χιλιοστίας, κάθε χιλιοστία σε δέκα τάξεις από 100 στρατιώτες και κάθε τάξη σε τέσσερις λόχους (4Χ25 άνδρες). Οι μόνιμες φρουρές των οχυρωμένων θέσεων λάμβαναν διαταγές απ’ ευθείας από το Δαρείο. Υπήρχαν και εφεδρικά στρατεύματα, τα οποία καλούνταν όταν μια περιφέρεια κινδύνευε, το πεζικό, εκτός από τους μισθοφόρους ήταν όχι καλά οπλισμένο. Το στρατό συμπλήρωναν αξιόμαχοι, αλλά απείθαρχοι, πολεμιστές από ορεινές περιοχές. Ο τελευταίος ζυγός της παράταξης έβαλε με τόξα πάνω από τα κεφάλια των άλλων. Την περσική επίθεση προετοίμαζαν 80-100.000 βέλη των οποίων το βεληνεκές έφτανε 250-300 μέτρα. Προσφιλής τακτική των Περσών (το είδαμε και στις Θερμοπύλες) ήταν γενικά η από μακρόν εκμηδένιση του αντιπάλου. Οι επικεφαλής στρατηγοί ονομάζονταν Κάρανοι.

Το ιππικό διακρινόταν σε: 1) Ιππικό σώματος, χορηγούμενο από τις επαρχίες. 2) Το Ανεξάρτητο Ιππικό και 3) το Ιππικό της Βασιλικής Φρουράς, οπλισμένο μόνο με τόξο και το απάρτιζαν οι ευγενείς της Περσίας, της Βακτρίας και της Σογδιανής. Ήταν το αξιολογότερο τμήμα του στρατού τους. Εντούτοις όμως ο οπλισμός και η εκπαίδευση του Ιππικού δεν είχαν εκσυγχρονισθεί.

Για να διατηρήσει την εξουσία του ο Μεγάλος Βασιλιάς χρησιμοποιούσε Έλληνες μισθοφόρους. Ο Μέμνονας, αδερφός του Μέντορα, εκείνη την εποχή συγκρότησε ένα στρατό από 5.000 Έλληνες μισθοφόρους. Οι Πέρσες με το χρήμα, που ήταν η μοναδική πηγή ισχύος τους διασπούσαν τους Έλληνες αγοράζοντας μισθοφόρους. Υπολογίζεται ότι 30.000 Έλληνες μισθοφόροι υπηρέτησαν τον περσικό στρατό κατά την εισβολή του Αλεξάνδρου. Οι κατακτημένοι από τους Πέρσες Έλληνες ήταν υποχρεωμένοι να δίνουν πλοία και στρατό στο περσικό κράτος. Από τα 400 πλοία των Περσών τα 100 προέρχονταν από την Ιωνία.

Παρά τις στενές σχέσεις και τις συγκρούσεις τους με τους Έλληνες οι Πέρσες δεν είχαν διδαχτεί απολύτως τίποτα από την ελληνική πολεμική τακτική. Τα πάντα στον περσικό στρατό παρέμεναν απαρχαιωμένα. Οι φιλόδοξοι σατράπες στερούνταν της σύγχρονης πολεμικής τέχνης, την ίδια εποχή κατά την οποία στην Ελλάδα υπήρχε πρόοδος. Εξαίρεση αποτελούσαν οι σατράπες που συγκροτούσαν αξιόλογη δύναμη (πολλοί από αυτούς ήταν Έλληνες μισθοφόροι). Παρά τον πολυάριθμο στρατό υπήρχαν αδυναμίες και κενά που ήταν αδύνατο να καλυφθούν από τους Έλληνες μισθοφόρους. Οι αδυναμίες του περσικού στρατού εντοπίζονταν στην έλλειψη αξιωματικών, τον αυτοσχεδιασμό και τις αδυναμίες στην αντεπίθεση. Η περσική στρατιά ήταν ένα ανοργάνωτο και απειθάρχητο σύνολο που δεν το κατηύθυνε δυναμική ηγεσία. Οι Πέρσες στις μάχες βασίζονταν στα δρεπανοφόρα οχήματα, την αριθμητική υπεροχή και την προσωπική ανδρεία.

Η περσική αυτοκρατορία καίτοι περίμενε την ελληνική εισβολή δεν ετοιμάστηκε να την αντιμετωπίσει. Πίστεψαν ότι οι θησαυροί τους θα μπορούσαν να τους σώσουν. Με τα άφθονα χρήματα τους οι Πέρσες θα επιχειρούσαν διαρκώς να υποκινήσουν τους αντιπάλους της Μακεδονίας. Και σ’ αυτό όμως θα αποτύγχαναν…

Οι σχέσεις των Ελλήνων με τους Πέρσες.

Οι Έλληνες της Ιωνίας αισθανόταν ανώτεροι από τους Πέρσες ατομικά, ενώ οι δυνάστες τους σε καμία περίπτωση δεν ισχυρίστηκαν ανωτερότητα έναντι τους.

Οι Μεγάλοι Βασιλείς στηριζόμενοι στον πλούτο τους είχαν μάθει να εκμεταλλεύονται τις αδιάκοπες έριδες μεταξύ των ελληνικών πόλεων, κατορθώνοντας με τους ανθρώπους τους να υποκινούν η μία την άλλη. Οι Πέρσες αν και ανήκαν σε διαφορετικές εθνότητες ήταν ενωμένοι, από την άλλη οι Έλληνες αν και ομοιογενής φυλή υπήρξαν δυστυχώς διχασμένοι. Έστω και με δυσκολία, οι Μεγάλοι Βασιλείς καλλιεργούσαν αντιθέσεις μεταξύ των ισχυρών πόλεων, ενώ ταυτόχρονα φρόντιζαν να αδυνατίζουν τις ισχυρές. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι οι Ελληνικές πόλεις μετά την Ανταλκίδειο Ειρήνη (το 386 π.Χ. ο Αρταξέρξης Β΄ επέβαλε στους Έλληνες οι ελληνικές πόλεις της Ιωνίας να περιέλθουν στην εξουσία του) παρουσίασαν οικονομική άνοδο.

Η πολιτική κατάσταση των ελληνικών πόλεων της Ιωνίας ήταν οικτρή. Τις πόλεις κυβερνούσαν τύραννοι ή ολιγαρχικοί, πιστοί στο Μεγάλο Βασιλιά και για το λόγο αυτό υποδέχτηκαν και ευνόησαν (ιδιαίτερα στην Έφεσο και την Κύζικο) τον εκστρατευτικό σώμα του Παρμενίωνα, ο οποίος είχε εκστρατεύσει λίγο πριν, με ενθουσιασμό. Με την προέλαση του Αλεξάνδρου οι ολιγαρχικοί περσόφιλοι παύονταν και στα πράγματα ερχόταν παντού οι δημοκράτες, τους οποίους ευνοούσε ο μακεδόνας βασιλιάς.

Ας δούμε τώρα το αγροτικό σύστημα των ελληνικών πόλεων της Ιωνίας. Όπως μας εξηγεί ο Turn οι ελληνικές πόλεις εκχωρούσαν την ύπαιθρο χώρα που τους ανήκε στους ιθαγενείς κατοίκους της περιοχής, από τους οποίους άλλοι ήταν δουλοπάροικοι και άλλοι διατηρούσαν κληρονομικά τη γη. Ζούσαν σε χωριά, ορισμένα από τα οποία είχαν συμπήξει σε τοπικές ενώσεις. Η υπόλοιπη γη, έξω από τα όρια των πόλεων, ανήκε στο Μεγάλο Βασιλιά, ο οποίος την εκχωρούσε σε μεγάλους γαιοκτήμονες που ζούσαν σε φρούρια, ευρισκόμενα σε στρατηγικά σημεία, κυβερνώντας έτσι τις περιοχές τους. Στη γη αυτή κατοικούσαν επίσης ιθαγενείς δουλοπάροικοι. Μετά την κατάκτηση από τον Αλέξανδρο, το ελαστικό ελληνικό σύστημα τους έδωσε τη δυνατότητα να αποδεσμευτούν από την κατάσταση της δουλοπαροικίας και να σπεύσουν να μεταναστεύσουν στις πόλεις που ίδρυσε ο μακεδόνας μονάρχης. Τον Αλέξανδρο ενδιέφεραν αυτά τα εδάφη επειδή θα εισέπραττε τους φόρους που προορίζονταν πριν για το Μεγάλο Βασιλιά, καθώς είχε διαρκώς ανάγκη από πόρους.

Οι Πέρσες δεν μπορούσαν στην κυριολεξία να κάνουν το παραμικρό χωρίς τους Έλληνες. Η δύναμη της περσικής αυτοκρατορίας οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στους Έλληνες, αυτό το ήξεραν οι εν Ελλάδι Έλληνες, και ήταν βέβαιοι ότι όλοι αυτοί οι Έλληνες υπηρέτες των Περσών θα υπηρετούσαν και τους Έλληνες από την Ελλάδα αν νικούσαν την αυτοκρατορία. Όσον αφορά το εμπόριο, οι Έλληνες κυριαρχούσαν στους εμπορικούς δρόμους, μεταδίδοντας ελληνικές ιδέες στην Ανατολή. Το εμπόριο είχε γενικά διευκολυνθεί αρκετά με την Ανταλκίδειο ειρήνη.

Το 545 π.Χ. οι ελληνικές πόλεις της Ιωνίας είχαν υποταχτεί στο Μέγα Βασιλιά Κύρο. Κατά την Ιωνική Επανάσταση, που είχε προηγηθεί των Ελληνοπερσικών, επαναστάτησαν εναντίων των Περσών οι ελληνικές πόλεις μέχρι την Καρία. Το 494 π.Χ. η επανάσταση καταπνίγηκε.

Για τους Έλληνες της κυρίως Ελλάδας, μετά τα Ελληνοπερσικά και την τραυματική εμπειρία παρουσίας αλλόφυλων σε ελληνικές πόλεις, οι Πέρσες ταυτίστηκαν με τον αντί-Έλληνα και θεωρήθηκαν ¨κατ’ εξοχήν Βάρβαροι¨. Οι πολεοκεντρικοί-ελληνοκεντρικοι κύκλοι (Πλάτωνας-Αριστοτέλης-Ισοκράτης) θεωρούσαν αναγκαία τη διάκριση Ελλήνων-Βαρβάρων (ο Ισοκράτης δεν πίστευε ότι υπήρχε κοινό στοιχείο μεταξύ Ελλήνων-Βαρβάρων). Οι Στωικοί (οι εκπρόσωποι τους προέρχονταν από την περιφέρεια του ελληνικού κόσμου) πρέσβευαν συγγένεια και οικειότητα με τους βαρβάρους, δεν πίστευαν στους δεσμούς αίματος αλλά στην πνευματικότητα για την ένταξη σε μια κοινότητα (όλα αυτά τον 4ο αιώνα). Η δίψα για εκδίκηση κυριαρχούσε, δεν είχε σβήσει παρά τον ενάμιση αιώνα που είχε περάσει από τον καιρό της εισβολής.

Έκτοτε οι Πέρσες βρίσκονταν πίσω από τις εμφύλιες διαμάχες των Ελλήνων. Στην Ιωνία κατέπνιγαν εξεγέρσεις και κατόπιν γίνονταν διαιτητές στα ελληνικά πράγματα. Στον Πελοποννησιακό Πόλεμο επενέβαιναν στα κοινά των ελληνικών πόλεων, εκμεταλλευόμενοι τον ανταγωνισμό Αθήνας-Σπάρτης.

Η Κάθοδος των Μυρίων όμως, αργότερα, κατέδειξε τις εσωτερικές αδυναμίες της Περσίας. Εδώ κολλούσε η πρόταση του Ισοκράτη να «μεταφερθεί ο πόλεμος στην Περσία και ο περσικός χρυσός στην Ελλάδα…»

Παρακμή

Αρκετό καιρό πριν την εκστρατεία, η κατάσταση της Περσίας είχε περιέλθει στη χειρότερη αποδιοργάνωση. Στα μέσα του 4ου αιώνα η περσική αυτοκρατορία είχε φτάσει στα πρόθυρα της διάλυσης. Οι δυτικές επαρχίες είχαν αποσπαστεί ενώ η Αίγυπτος είχε γίνει ανεξάρτητη με δικό της βασιλιά.

Το 404 π.Χ. η Αίγυπτος είχε απολεσθεί, ανακαταλήφθηκε από τους Πέρσες, οι οποίοι πραγματοποίησαν βάναυσες προσβολές στους Αιγυπτιακούς θεούς (ένας γάιδαρος σταβλίστηκε στο ναό του Πταχ, ο Ιερός ταύρος Άπις ψήθηκε σε συμπόσιο και άλλα).

Η επανάσταση του Κύρου καταπνίγηκε στα Κούναξα, σηματοδότησε όμως μια διαρκή διαμάχη ανάμεσα στην κεντρική κυβέρνηση και στις παραμεθόριες περιοχές. Η Ανατολική Ινδόκους και βόρεια της Μαύρης Θάλασσας χάθηκαν για πάντα. Οι βασιλείς συγκέντρωναν φόρους σε πολύτιμα μέταλλα και σε είδος στην πρωτεύουσα απέκοπταν έτσι φόρους από τους σατράπες, γεγονός που προκαλούσε εξεγέρσεις.

Ο Αρταξέρξης ο Ώχος εξισορρόπησε την κατάσταση. Τον βοήθησαν ο ευνούχος Βαγώας και ο Μέμνωνας. Ο Δαρείος με την άνοδο του στο θρόνο παραμέρισε τον επικίνδυνο ευνούχο. Ο νέος αυτοκράτορας κατασκεύασε τη μεγάλη βασιλική οδό από τις Σάρδεις στα Εκβάτανα.

Ο Ώχος (γιος του Αρταξέρξη) είχε νικήσει τον Κύρο στα Κούναξα το 359 π.Χ. Έγινε βασιλιάς και ονομάστηκε Αρταξέρξης ( Μεγάλος Πολεμιστής). Ο Ώχος επέβαλε πάλι την κυριαρχία στην Κύπρο, τα Κούναξα και τη Φοινίκη. Ο τρομερός Ευνούχος όμως Βαγώας τον δηλητηρίασε, έτσι έγινε ο Δαρείος ο Κοδομάνος, χωρίς πολλές ικανότητες, βασιλιάς. Βοηθήθηκε από το Βαγώα ώστε να ανέβει στο θρόνο και ύστερα παραμέρισε τον ευνούχο, ο οποίος αργότερα δολοφονήθηκε.

Οικονομία

Η Περσία δε βρισκόταν σε φάση επιταχυνόμενης παρακμής. Τα θησαυροφυλάκια (Σούσα-Περσέπολη) ήταν γεμάτα. Υπήρχε ακόμη η δυνατότητα κινητοποίησης μεγάλων στρατών.

Ο Δαρείος

Θα αναφερθούμε τέλος στο Δαρείο, τον αυτοκράτορα των Περσών, τον οποίον αντιμετώπισε ο Αλέξανδρος. Επρόκειτο για πράο και ενάρετο ηγεμόνα, ακατάλληλο όμως να αντιμετωπίσει τον Αλέξανδρο. Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα, «οι Πέρεσες ηγεμόνες έδιναν πάντα κακό παράδειγμα στο λαό.» Μετά από δύο χρόνια διακυβέρνησης είχε επιτύχει ένα βαθμό σταθερότητας. Οι Πέρσες εκείνη την εποχή δεν ήταν διαλυμένοι και απολάμβαναν ειρήνη.

Γενικότερα είναι υπερβολικό να μιλάμε για πλήρη αποσύνθεση της περσικής αυτοκρατορίας τον 4ο αιώνα. Όταν ο Αλέξανδρος ξεκινούσε την εκστρατεία το περσικό κράτος δεν είχε την προηγούμενη αναρχία. Γενικά όμως η μελέτη της πορείας του Αλεξάνδρου κατέδειξε την κακή κατάσταση στο εσωτερικό της Περσίας.

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

Μοίρασε το άρθρο!