Ένα σκυλάκι συντροφιάς – Του Άγγελου Κολοκοτρώνη

Ένα σκυλάκι συντροφιάς, του Άγγελου Κολοκοτρώνη – Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

Φίλες και φίλοι του θεάτρου, απόψε θα σας παρουσιάσω το μονόπρακτο του Άγγελου Κολοκοτρώνη: «Ένα σκυλάκι συντροφιάς». Πρόκειται για ένα έργο μέσω του οποίου ασκείται, με σαρκαστικό τρόπο κριτική για μια καθημερινότητα την οποία είτε βιώσαμε είτε βιώνουμε όλοι μας.

Το έργο περιλήφθηκε στη συλλογή θεατρικών έργων: «Πλανόδιοι έρωτες (αποτελεί και το κεντρικό έργο της συλλογής) …και άλλα πέντε έργα», και εκδόθηκε από τις εκδόσεις Μπαρμπουνάκη το 2019.

Το «Σκυλάκι συντροφιάς» είναι ένα μονόπρακτο διάρκειας δεκαπέντε λεπτών. Μονόπρακτο έργο, ή πιο συνηθισμένα «μονόπρακτο», είναι ένα σύντομο θεατρικό έργο που διαδραματίζεται σε μία πράξη ή σε μία σκηνή, σε αντίθεση με έργα που διαδραματίζονται σε πλήθος σκηνών σε μία ή περισσότερες πράξεις. Τείνουν να είναι απλούστερα και έχουν λιγότερα αντικείμενα, σκηνικά και ηθοποιούς, ενώ μερικές φορές μόνο έναν ηθοποιό. Στην τελευταία περίπτωση ανήκει και το συγκεκριμένο έργο στο οποίο έχουμε έναν και μόνο ηθοποιό: τον κύριο Μανώλη…

Ο Άγγελος Κολοκοτρώνης.

Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση του έργου ας πούμε λίγα λόγια για τον συγγραφέα Άγγελο Κολοκοτρώνη, που πρόσφατα μας εντυπωσίασε όλους με το: «Πολύ κακό για ένα καπέλο εποχής», το οποίο διαβάστηκε στο Θέατρο Φλέμιγκ, σε σκηνοθεσία Γρηγόρη Μήτα το φετινό καλοκαίρι:

Ο Άγγελος Κολοκοτρώνης, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και σπούδασε πολιτικές επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Διετέλεσε επί σειρά ετών αρχισυντάκτης, διευθυντής ειδήσεων, γενικός διευθυντής, σε πολλά έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης της Βορείου Ελλάδος, διετέλεσε δυο φορές διευθυντής του Δημοτικού Ραδιοφώνου Θεσσαλονίκης, ενώ δίδαξε δημοσιογραφία, σε τμήματα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και σχολών Ι.Ε.Κ. Εκπροσώπησε την Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας- Θράκης – της οποίας είναι μέλος από το 1986 – στο διοικητικό συμβούλιο του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, με ομόφωνη απόφαση της διοίκησης των δημοσιογράφων, όπως και δύο φορές στην επιτροπή του Πανεπιστημίου Αθηνών, για το βραβείο «Αλέκος Λιδωρίκης».

Εκλέχθηκε δύο φορές στο Συμβούλιο Τιμής και Δεοντολογίας Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας – Θράκης. Έχει τιμηθεί από το Ίδρυμα της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία για τη συνολική δημοσιογραφική προσφορά του και από πλήθος άλλων συλλόγων και σωματείων, για την προσφορά του στο κοινωνικό σύνολο.

Έχει γράψει τα βιβλία: «Πλανόδιοι έρωτες» (Θέατρο), «Ανάμεσα στο πλήθος» (Χρονογραφήματα), «Ο Χορτιάτης» (Ιστοριογραφική αναφορά) καθώς επίσης και πολιτικές αναλύσεις, άρθρα και χρονογραφήματα που δημοσιεύθηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά της Θεσσαλονίκης, των Αθηνών και άλλων πόλεων.

Ας επιστρέψουμε όμως στο «Σκυλάκι συντροφιάς».

Ο κύριος Μανώλης.

Ο κύριος Μανώλης που αυτοσυστήνεται ως σκέτος Μανώλης, καθώς έτσι τον ξέρουν όλοι στη γειτονιά του «ομιλεί επί ενός θέματος ιδιαίτερου ενδιαφέροντος». Ποια είναι η γειτονιά όμως του ομιλούντος; Ο ίδιος μας πληροφορεί ότι ζει κάπου στην Εδμόνδου Ροστάν στη Θεσσαλονίκη. Ομιλεί για τρίτη φορά επί σκηνής ενώπιων ακροατηρίου, όπως ο ίδιος μας ενημερώνει. Το κοινό του κυρίου Μανώλη είναι ο «Φιλοπρόοδος Σύλλογος».

Η ομιλία του κυρίου Μανώλη λαμβάνει χώρα κάπου μέσα στα χρόνια της υπέρ-δεκαετούς οικονομικής κρίσης που βίωσε η χώρα μας. Εκ πρώτης ο πρωταγωνιστής φαίνεται να ομιλεί για «ζητήματα οικολογίας γενικώς».

Οι προβληματισμοί του κυρίου Μανώλη σχετικά με τα ζώα συντροφιάς.

Ο ομιλών καυτηριάζει όλους εκείνους τους φιλόζωους οι οποίοι αποκτούν για συντροφιά ένα σκυλάκι, πλην όμως δεν επιδεικνύουν σεβασμό στους γύρω τους αλλά και στον περιβάλλοντα χώρο. Δυστυχώς αυτοί είναι ουκ ολίγοι! Τους διακρίνει βέβαια τους τυπικούς, ως προς το σύνολο των συνανθρώπων τους, φιλόζωους: «Ζητώ συγνώμη εκ των προτέρων από όλους εκείνους που έχουν φροντίσει να έχουν μαζί τους τα απαραίτητα σύνεργα, ένα σκουπάκι, ένα φαρασάκι και πλαστικά γαντάκια, προκειμένου να φροντίσουν ώστε οι δρόμοι να είναι καθαροί, Οι περισσότεροι όμως δεν το πράττουν.»

Η αναφορά του παραλίγο καβγά με τη σύζυγο του, εξαιτίας της ατυχίας που είχε να πατήσει μια φορά περιττώματα σκύλου, από τον κύριο Μανώλη προκαλεί το γέλιο στον αναγνώστη. Το εκλεπτυσμένο λεξιλόγιο το οποίο χρησιμοποιεί για να διακωμωδήσει τα όσα άκουσε από τη σύζυγο του, του θυμίζει λίγο από τα κείμενα των χρονογραφημάτων της Θέμιδας (είτε έχει νεύρα είτε έχει κέφια) του Δημητρίου Ψαθά.

Ο κύριος Μανώλης είναι αγανακτισμένος αλλά ταυτόχρονα και λογικός. Δικαιολογεί την αδυναμία της Πολιτείας να λύσει το πρόβλημα που προκαλεί η σκυλίσια ρύπανση και (ορθά) θέτει θέμα παιδείας και πολιτισμού, ως προϋπόθεση για την επίλυση του.

Παρακάτω ο πρωταγωνιστής μιλάει για τον υπερπληθυσμό σκύλων στην Ελλάδα. Ο κύριος Μανώλης συνδέει ειρωνικά, κατόπιν προσωπικής έρευνας όπως μας λέει, την αύξηση των σκύλων με τη γελοία πεποίθηση αρκετών ότι οι σκύλοι συντροφιάς θα τους γλιτώσουν από τους διαρρήκτες! «Ένα άλλο ζήτημα είναι γιατί υπάρχει αυτός ο υπερπληθυσμός στην Ελλάδα. Από μία έρευνα που έκανα, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ένας από τους λόγους είναι διότι πολλοί είναι εκείνοι που φοβούνται να μην έρθει κανένας διαρρήκτης στο σπίτι τους τα χαράματα, ή όποτε άλλοτε και η μόνη άμυνα που έχουν είναι τα σκυλάκια, που αρχίζουν και γαβγίζουν και τρέπουν σε φυγή τους διαρρήκτες.»

Ο κύριος Μανώλης στηλιτεύει και εκείνους που παίρνουν μαζί τους ένα ζωάκι για να κάνουν επίδειξη δύναμης. Εδώ ο πρωταγωνιστής (που τον σέβεται όλη η Εδμόνδου Ροστάν) με χιούμορ μας πληροφορεί ότι η γυναίκα του ουδέποτε χρειάστηκε να πάρει ένα σκυλάκι προκειμένου να κάνει επίδειξη δύναμης καθώς ο ίδιος έχει αναλάβει αυτό το ρόλο.

Οι επαγωγικοί συλλογισμοί του Κολοκοτρώνη.

Χρησιμοποιώντας, όπως προαναφέραμε, προβλήματα τα οποία άπτονται της κατάστασης με τα ζώα συντροφιάς, κάνει χρήση επαγωγικής συλλογιστικής ώστε να μεταφέρει αλλού το ενδιαφέρον του κοινού. Ο συγγραφέας προχωρεί, στο δεύτερο μισό του μονόπρακτου, χωρίς φυσικά να χάνει το χιούμορ του, σε θέματα σχετικά με το κοινωνικό και πολιτικό «γίγνεσθαι» της εποχής της οικονομικής κρίσης. Αυτός υπήρξε ασφαλώς και ο πρωταρχικός στόχος του Κολοκοτρώνη.

Στον επαγωγικό συλλογισμό ακολουθούμε πορεία αντίστροφη προς τον παραγωγικό: ξεκινούμε από το ειδικό και το συγκεκριμένο και καταλήγουμε στο γενικό και το αφηρημένο· από τις επιμέρους περιπτώσεις στον κανόνα, στο νόμο που τις διέπει. Στον επαγωγικό συλλογισμό οδηγούμαστε στο συμπέρασμα συνήθως πιθανολογικά, με την πεποίθηση ή την προσδοκία ότι, αυτό που ισχύει για κάποιο μέρος / τμήμα που μελετήσαμε, θα ισχύει και για τα υπόλοιπα τμήματα του συνόλου.

Ο Κολοκοτρώνης, με καυστικό χιούμορ, βάζει τον κύριο Μανώλη να μας πει ότι ένα σκυλάκι χωρίς να το διδάξει κανείς, κάποιες φορές μπορεί διώχνει τους κλέφτες. Ένας νοήμων άνθρωπος, όμως, δε διώχνει τους πολιτικούς που τον κατακλέβουν! Οι δυνατότητες είναι μεγάλες: «Γαβγίζει ο σκύλος, φεύγει ο διαρρήκτης, γαβγίζει, συγνώμη φωνάζει ο κόσμος, πάει σπίτι του ο υπουργός. Και αν κλέβουν όλοι μαζί, όλοι μαζί σπίτι τους να πάνε και να μην ξαναγυρίσουν, οι αδίστακτοι, οι άκαρδοι, οι άσχετοι και το κακό συναπάντημα. Α, μα, πια αγανάκτησα.» Δικαίως αγανακτεί. Διερωτάται γιατί ενώ είναι τόσο απλό, εντούτοις όμως εμείς δε μπορούμε να το καταλάβουμε ή το καταλαβαίνουμε και δεν το συνειδητοποιούμε!

Οι ιδεολογικοί επαναστάτες τον καιρό της κρίσης βρίσκονται σε σύγχυση. Τους είδαμε και τους καταλάβαμε. Δεν υπήρξε ιδεολογία για να γίνει επανάσταση, όπως εύστοχα επισημαίνει ο κύριος Μανώλης. Τη θέση της βούλησης για επανάσταση κατέλαβε η ακατανίκητη δύναμη της μάχης για επιβίωση.

Η υποκρισία των κυβερνόντων εκείνη την εποχή δεν είχε όριο. Ο συγγραφέας διερωτάται βλέποντας την απάθεια της μάζας καθώς ισοπεδώνεται οικονομικά, εάν είμαστε τελικά κατώτεροι από τα γατάκια «που βγάζουν νύχια όταν τα απειλούν αλλά και καθαρίζουν την πόλη από τα ποντίκια γλιτώνοντας την έτσι από την πανούκλα!» Τα τρωκτικά εδώ έχουν γίνει προστατευόμενο είδος όπως η Καρέτα-Καρέτα. Τα τρωκτικά ασφαλώς και είναι τα δίποδα παράσιτα που λυμαίνονται το δημόσιο βίο.

Οι παραλληλισμοί διεργασιών του φυσικού περιβάλλοντος υπονοούν πολλά: «τα κοράκια κρώζουν όταν βρίσκονται στη διαδικασίας διεκδίκησης της προτεραιότητας πάνω στο σφάγιο, οπότε ακούγονται δυνατοί συριστικοί ήχοι, σφυρίγματα και λαρυγγισμοί, με σκοπό τον εκφοβισμό του αντιπάλου.» Ο νοών νοείτω. Λίγο πιο κάτω η αποδόμηση των κυβερνόντων είναι εύκολη υπόθεση. «Όλοι αυτοί (έστω οι περισσότεροι), οι εξαίρετοι ρήτορες που επιχειρούν να περιγράψουν το δράμα ενός λαού, έχουν εντωμεταξύ εξασφαλίσει μια ζωή χαρισάμενη μέχρι και στα τρισέγγονα τους. Πως να τους πιστέψουμε και πολύ περισσότερο να ξαναστηρίξουμε τις ελπίδες μας πάνω σε ένα κούφιο ξύλο, που παριστάνει το δέντρο, σε ένα παράδεισο που δεν υπάρχει;»

Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης είναι χρήσιμος αρωγός των ανωτέρω τρωκτικών. Ευστοχότατο το παράδειγμα του Ναπολέοντα, ο οποίος από κανίβαλος, όπως χαρακτηρίστηκε από τις γαλλικές εφημερίδες όταν απέδρασε από το νησί του Έλβα, μετατράπηκε σε Αυτοκράτορα από τις ίδιες εφημερίδες. Σωστά τα λέει ο κύριος Μανώλης. Ο Τύπος με τη στημένη ενημέρωση ποδηγετεί τις μάζες. Οι πολιτικοί τελικά μας θέτουν ένα τρομαχτικό δίλλημα: Ή εμείς ή κανείς! «Μετά από μας τι;»

Το παράδειγμα του Καζαντζάκη φέρνει απελπισία. Ο αναγνώστης στο σημείο αυτό επιθυμεί να ξεφύγει. Θέλει ελπίδα. Ο συγγραφέας δίνει στο τέλος τη διέξοδο: «Συνήθως ξέρουμε τη μισή αλήθεια. Υπάρχει και η άλλη μισή που περιγράφουμε τα κατορθώματα των αντρειωμένων, που περιγράφονται σε ένα παραδοσιακό τραγούδι.» Κατόπιν μας παραθέτει τους στίχους του τραγουδιού: «Τον αντρειωμένο μην τον κλαίς σα λάχει και αστοχήσει. Κι αν ξαστοχήσει μια και δυο, πάλι αντρειωμένος θα’ ναι. Σαν είν’ ο τράγος δυνατός, δεν τον βαστάει η μάντρα. Ο άντρας ‘ναι που κάνει τη γενιά κι όχι η γενιά τον άντρα.»

Ποιος είναι τελικά ο κύριος Μανώλης; Όσοι γνωρίζουν τον Άγγελο Κολοκοτρώνη θα εντοπίσουν πολλά στοιχεία από την προσωπικότητα του στον πρωταγωνιστή. Πολλοί από εμάς θα δουν και τον εαυτό τους. Ο κύριος Μανώλης εκπροσωπεί το μέσο Έλληνα, αυτόν δηλαδή που σήκωσε το βάρος της οικονομικής κρίσης και αγανάκτησε με όσα έγιναν. Με όχημα όμως τη λογική του παρά τις δυσκολίες που πέρασε δεν απώλεσε το χιούμορ του…

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

 

Μοίρασε το άρθρο!