
Η Άργιλος υπήρξε αποικία των Άνδριων στη δυτική όχθη του Στρυμόνα. Ιδρύθηκε το 655 π.Χ. και ήταν η αρχαιότερη αλλά και ανατολικότερη ελληνική αποικία στη θρακική ακτή. Οι υπόλοιπες αποικίες των Άνδριων ήταν η Άκανθος, τα Στάγειρα και η Σάνη στη Χαλκιδική. Η πόλη, με τα στενά της σοκάκια, θυμίζει νησί του Αιγαίου Πελάγους και αποτελεί ιδιαιτερότητα στο μακεδονικό τοπίο. Η Άργιλος κατά τη νεώτερη εκδοχή οφείλει το όνομα της στο είδος πηλού που αφθονούσε στην περιοχή (αργιλώδες έδαφος), σύμφωνα όμως με την παράδοση, η ονομασία προέρχεται από τη θρακική λέξη άργιλος που σημαίνει ποντικός, επειδή ένας ποντικός εμφανίστηκε κατά τη θεμελίωση της.
Η θέση της πόλης στο μυχό του Στρυμονικού Κόλπου ήταν στρατηγική και τη βοήθησε να πρωταγωνιστήσει στην εμπορική δραστηριότητα του βορείου Αιγαίου και της θρακικής ενδοχώρας. Η Άργιλος ως μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας πλήρωσε 10,5 τάλαντα. Αποικίες της Αργίλου ήταν ο Τράγιλος στην ενδοχώρα της Βισαλτίας και το Κερδύλιον δυτικά του Στρυμόνα, λίγα χιλιόμετρα βορειοανατολικά της πόλης.
Η γεωγραφική θέση.
Η πόλη χτίστηκε 4 χλμ δυτικά των εκβολών του Στρυμόνα και 6 χλμ από την αρχαία Αμφίπολη. Βρισκόταν στα νότια της αρχαίας Βισαλτίας, στην περιοχή του Κερδύλλιου όρους που εκτεινόταν από τον κάτω ρου του Στρυμόνα και το βουνό Βερτίσκος μέχρι τον Αγγίτη και την Ηδωνία. Ουσιαστικά χτίστηκε στη νοτιοανατολική απόληξη του Κερδύλλιου όρους ακριβώς δίπλα από τη θάλασσα. Η περιοχή έχει υγρασία όλο το χρόνο, δριμύ ψύχος το χειμώνα, ξερό κλίμα και υψηλές θερμοκρασίες το καλοκαίρι.
Η συνύπαρξη με τους Θράκες.
Οι άποικοι ερχόμενοι από την Άνδρο θα έπρεπε να συνυπάρξουν με το ντόπιο πληθυσμό μίλια μακριά από το νησί τους, καθώς εκεί προϋπήρχε θρακικός οικισμός. Η περιοχή κατοικούνταν από ντόπια φύλα, δηλαδή Θράκες και Βισάλτες. Οι Έλληνες εγκαταστάθηκαν και συνυπήρξαν αρμονικά με τους ντόπιους. Η συνύπαρξη τους υπήρξε αρμονική για 70 χρόνια. Αναπτύχθηκε η θρακομακεδονική κεραμική, καθώς επίσης και εμπορικές σχέσεις με τον αρχαίο ελληνικό κόσμο.
Η ακμή και η παρακμή.
Η πόλη πριν την ιδρυση της Αμφίπολης ήταν οικονομικά εύρωστη, μέχρι δηλαδή τα μέσα του 5ου αι. π.Χ. Η Άργιλος είχε επεκταθεί ανατολικά υιοθετώντας το Ιπποδάμειο σύστημα. Σκοπός των Άνδριων υπήρξε ο έλεγχος της κοιλάδας του Στρυμόνα και της πλούσιας σε αγροτικά προϊόντα, ξυλεία και μεταλλεύματα ενδοχώρας.
Η Άργιλος έγινε κανονική πόλη-κράτος αποκτώντας δικό της νομισματοκοπείο και οικονομική ευρωστία. Είχε μονοπώλιο στις εξαγωγές γεωργικών προϊόντων και μεταλλευμάτων ολόκληρης της ευρύτερης περιοχής. Πολλές ήταν και οι συναναστροφές των Ελλήνων με τα θρακικά φύλλα όπως Βισάλτες, Μύγδονες και Ηδωνούς. Δημιουργήθηκαν φαινόμενα υπερπληθυσμού και έτσι οι Αργίλιοι ίδρυσαν τον Τράγιλο και το Κερδύλλιον. Αργότερα οι Θάσιοι ίδρυσαν δίπλα της την Ηιώνα, η οποία πήρε κάτι από τη λάμψη της.
Μετά την κατάκτηση της περιοχής Αμφίπολης από τους Μακεδόνες, εκείνοι μοίρασαν τη γη στους εταίρους του βασιλιά. Μετά την κατάκτηση της από το Φίλιππο η Άργιλος υποβαθμίστηκε. Καταστράφηκε και κατόρθωσε να ανασυστάσει μόνο την ακρόπολη. Ο έτερος που πήρε τη γη έχτισε το ενδιαίτημα στην κορυφή του λόφου. Ένα πύργο-κατοικία με ελαιοτριβείο στον κάτω όροφο. Ο λίγος πληθυσμός που έμεινε περιορίστηκε στην ακρόπολη και το Κερδύλλιον που αποτέλεσε οχυρό στρατηγικής σημασίας για το Φίλιππο. Η μεγάλη οικονομική ανάπτυξη μέχρι την ίδρυση της Αμφίπολης και την κατάληψη της από το Φίλιππο εγκαταλείφθηκε και η πόλη δεν μπόρεσε να ανανήψει και να κόψει ξανά νομίσματα. Η κατάληψη και η καταστροφή άλλαξε την όψη και έφερε ουσιαστική ερήμωση. Ο ίδιος ο Φίλιππος συνηγόρησε στην παρακμή της και έτσι η πόλη δε συνήλθε και δεν ανοικοδομήθηκε εκτός από την ακρόπολη που επανακατοικήθηκε.
Η πόλη.
Ο Νότιος τομέας της Αργίλου ήταν μια συνοικία με κατοικίες πιθανόν δημόσιου χαρακτήρα, Εκατέρωθεν ενός πλακόστρωτου δρόμου πλάτους πέντε μέτρων, ενός από τους κεντρικούς δρόμους της πόλης που οδηγούσε ανηφορίζοντας (κινούταν από ανατολικά προς δυτικά, δηλαδή όδευε προς την ακρόπολη) από το λιμάνι στην ακρόπολη, λιθόχτιστοι τοίχοι ύψους 4 μέτρων, διώροφες οικοδομές χτισμένες βαθμιδωτά στην πλαγιά με ακανόνιστο πολεοδομικό συγκρότημα που καταστράφηκαν από το πέρασμα των Περσών αλλά ξαναχτίστηκαν αμέσως και επεκτάθηκαν. Στις αρχές του 5ου αιώνα συντελέστηκε αναδιοργάνωση. Πραγματοποιήθηκε συστηματική διανομή οικοπέδων σε κατοίκους της πόλης και έτσι η πόλη διέπεται από ένα κοινό μέτρο και οικοδόμηση οικιών με συγκεκριμένο τύπο, σύμφωνα με τη βασική αρχή των ελληνικών αποικιών.
Το λιμάνι βρέθηκε κοντά στη θάλασσα και νότια της πόλης. Πλακόστρωτοι δρόμοι με ομαλή κλίση και σκαλοπάτια συνέδεαν την ακρόπολή με το λιμάνι.
Νότια των οικιών του νοτιοανατολικού τομέα υπάρχει ο τομέας Κουτλούμη (κτήμα στην περιοχή). Παρατηρούνται κτίσματα και οικίες με εστίες στο κέντρο του δωματίου τους. Στο νότιο τμήμα υπάρχει επίσης μια σειρά δωματίων που παραπέμπουν σε καταστήματα σε καταστήματα μιας εμπορικής στοάς τα οποία ανοίγονται σε πλακόστρωτο στεγασμένο δρόμο στα νότια. Τα καταστήματα ήταν ελαιοπωλείο, φαρμακείο (καλλυντικά και φάρμακα), κάτι σαν αρχαίο εμπορικό κέντρο.
Η ακρόπολη της Αργίλου βρισκόταν στο βόρειο τμήμα του λόφου και είχε τριγωνικό σχήμα. Ήταν κτισμένη στο λόφο και συγκεκριμένα στην κορυφή του λόφου. Ο λόφος είχε απόκρημνες πλαγιές με ξερά άνυδρα ρεύματα και εξαιτίας αυτού βόρεια, ανατολικά, και δυτικά αποτελούσε φυσικά οχυρή θέση. Η νότια πλευρά ήταν πιο ομαλή και κατέληγε στο λιμάνι (νοτιοανατολικά). Στα ανατολικά του λόφου σήμερα υπάρχει ένας ανηφορικός ασφαλτοστρωμένος δρόμος. Ο δρόμος κινείται βόρεια και οδηγεί τελικά στη νοτιοανατολική υπώρεια του λόφου. Από εκεί φαίνεται ξεκάθαρα ο τομέας των οικιών και στο τέλος του δρόμου αγναντεύουμε την υπέροχη θέα της θάλασσας βλέποντας τον τομέα του λιμανιού. Ένα αμυντικό τείχος περιέκλειε την ακρόπολη.
Το πρώτο πράγμα που πέφτει στο μάτι κάποιου πάνω στην ακρόπολη είναι η αποκαλούμενη ελληνιστική κατοικία. Κατέχει κεντρική θέση στο υψηλότερο σημείο του λόφου. Ένοικος της ήταν κάποιος έτερος στον οποίον ο Φίλιππος παραχώρησε τη γη της Αργίλου μετά την καταστροφή της. Η ορατότητα από την ελληνιστική κατοικία φτάνει μέχρι τη Θάσο και το Άγιο Όρος. Δυτικά, νότια και βόρεια της υπάρχει ένα σχεδόν πανομοιότυπο σύνολο κατοικιών, αρκετά μικρού μεγέθους με εξωτερικές αυλές και ένα πηγάδι στο μέσο τους.
Το ενδιαίτημα ήταν ένα εντυπωσιακό κτίσμα με δύο ορόφους με υπαίθρια αυλή στο κέντρο, όπου γύρω-γύρω της ανοίγονταν τα δωμάτια. Το κτίριο ήταν τετράγωνο με πλευρά 14 μ., χοντρούς τοίχους, οργανωμένο κατά τα πρότυπα της ελληνιστικής κατοικίας. Το προαύλιο της ήταν ένας επίσης τετράγωνος στεγασμένος χώρος με πλευρά 2,75 μ. με πλακόστρωτο πάτωμα. Η εξωτερικοί τοίχοι της κατοικίας είχαν λευκό επίχρισμα χωρίς διακόσμηση. Η σκάλα ήταν εξ ολοκλήρου λίθινη και οδηγούσε στον πάνω όροφο εκεί όπου κατοικούσε ο ιδιοκτήτης της με την οικογένεια του. Το ισόγειο ήταν χωρισμένο σε δωμάτια με εσωτερικούς λίθινους τοίχους. Υπήρχαν χώροι οικιακής χρήσης.
Δεξιά του ισογείου λειτουργούσε μια ακέραιη βιοτεχνική εγκατάσταση ελαιοτριβείου. Σώθηκε το τρόπειο με το οποίο αλεθόταν οι καρποί και ένας τεράστιος λίθοςπου χρησίμευε ως αποθηκευτικός χώρος των ελιών, ενώ στην αυλή βρέθηκαν δύο μυλόπετρες. Το τρόπειο ήταν το παλαιότερο το οποίο ανακάλυψε αρχαιολογική σκαπάνη στην Ελλάδα. Εκεί λάμβανε χώρα μια συστηματική παραγωγή λαδιού σε μια περιοχή κατάσπαρτη από ελιές.
Το κτίριο, τέλος, ήταν οργανωμένο στα πρότυπα της ελληνιστικής κατοικίας. Υπαίθρια αυλή στο κέντρο και γύρω δωμάτια. Η είσοδος σ’ αυτή ήταν στενή για λόγους προστασίας και ασφάλειας των πολύτιμων αγαθών και κυρίως του λαδιού. Μια μαρμάρινη στήλη με την επιγραφή ¨ΔΙΟΣ ΚΑΤΑΙΒΑΤΟΥ¨ βρισκόταν στην είσοδο της οικίας και αφορούσε μια ιδιότητα του Δία που έχει σχέση με τις βροχές και τις αστραπές.
-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.


