Η τρέχουσα προσέγγιση στα έργα υποδομής της Θεσσαλονίκης αποδίδει θετικά αποτελέσματα. Το ζητούμενο όμως είναι η πόλη να προχωρήσει βάσει σχεδίου και θεσμικά κι όχι βάσει συγκυριών και ευκαιριακά
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΤΑΣΟΣ ΤΑΣΙΟΥΛΑΣ
Το συγκοινωνιακό μέλλον της Θεσσαλονίκης αναδεικνύει εκτός από την ανάγκη των υποδομών και την ανάγκη για κεντρικό σχεδιασμό, αλλά με γνώση της τοπικής πραγματικότητας.
Σήμερα τα έργα υποδομών που είναι σε εξέλιξη και σχετίζονται με τις μετακινήσεις και τις μεταφορές εμπνέουν αισιοδοξία για ένα καλύτερο μέλλον κι ας αργήσαμε πολύ. Καταλύτης ήταν η ολοκλήρωση της βασικής γραμμής του μετρό, όπως και η εκπόνηση -επιτέλους- μιας νέας γενικής κυκλοφοριακής μελέτης (στο πλαίσιο του Μετρό – Μελέτη Ανάπτυξης Μετρό Θεσσαλονίκης), η οποία αποτελεί τον μπούσουλα για τα επόμενα βήματα.
Η επιλογή της κυβέρνησης είναι να προχωρήσει βήμα βήμα και προσεχτικά τις επόμενες επενδύσεις της στον τομέα των υποδομών. Και φαίνεται αυτό να έχει αποτέλεσμα. Τον αντίκτυπο που έχει στην τοπική κοινωνία θα τον δούμε στην πορεία. Αλλά, βάσει δεδομένων πια, έργα που ήταν μόνο σε επίπεδο κουβέντας γίνονται πράξη σταδιακά κι αυτό μόνο θετικό μπορεί να είναι.
Στο επόμενο διάστημα έχουμε να περιμένουμε την επέκταση του Μετρό στην Καλαμαριά και τον προαστιακό σιδηρόδρομο στη δυτική Θεσσαλονίκη και επίσης το Flyover και την αναβάθμιση συνολικά της ανατολικής πλευράς της περιφερειακής οδού, που είναι κομβικά έργα για το συγκοινωνιακό μέλλον όχι μόνο του πολεοδομικού συγκροτήματος.
Προφανώς μακροπρόθεσμα υπάρχει η επέκταση του μετρό στα βορειοδυτικά και στο αεροδρόμιο, αλλά πρέπει να γνωρίζουμε ότι σε αυτές τις περιπτώσεις μιλάμε με ορίζοντα πολλών ετών.
Πέρα από τα βασικά αυτά έργα υπάρχουν και πολλά άλλα τα οποία μπορεί να είναι μικρότερου κόστους και πιθανώς πιο σύντομου χρόνου, ωστόσο καθορίζουν σημαντικά την ποιότητα των μετακινήσεων σε όλον τον νομό. Δεν μπορούν να χαρακτηριστούν δευτερεύοντα.
Με ποια προτεραιότητα αυτά θα προχωρήσουν είναι θέμα βούλησης της κεντρικής διοίκησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης. Για παράδειγμα η ανάγκη για τη διάνοιξη επιτέλους της οδού Πόντου στην Καλαμαριά έχει προτεραιοποιηθεί, όπως και η βελτίωση του αυτοκινητοδρόμου της Μουδανιών από τη συμβολή της με την περιφερειακή οδό και μέχρι τον ανισόπεδο κόμβο της Θέρμης. Όπως έχει προτεραιοποιηθεί και η διαπλάτυνση του αδιάνοικτου χιλιομέτρου της λεωφόρου Μίκη Θεοδωράκη (πρώην οδού Λαγκαδά) από το Μητροπολιτικό Πάρκο Παύλου Μελά μέχρι τις Δωδεκαώροφες.
Σώζουν αυτά την κατάσταση; Μπορεί να μην τη σώζουν και μπορεί ακόμα και με την ολοκλήρωση όλων αυτών των έργων να παραμένουν εκκρεμότητες και ανάγκες. Αλλά ανάμεσα στη μουρμούρα και τη μιζέρια από τη μία και στην παραγωγή έργου και τη μεθοδική έστω και βήμα βήμα δουλειά νομίζω ότι η επιλογή είναι αυτονόητη.
Για να φτάσεις εξάλλου σε έναν στόχο, εάν δεν είσαι οπαδός της θεωρίας και του μεταφυσικού, ο μόνος δρόμος είναι η δουλειά και η κατάκτηση «κορυφών». Αποδίδει σε βάθος χρόνου, αλλά αποδίδει…
Σε σημαντικές ιεραρχήσεις θέλω να μείνω σήμερα. Και θεωρώ ότι εδώ θα διαπιστώσουμε ένα κενό, το οποίο μπορεί να καταστεί κρίσιμο στα επόμενα χρόνια.
Η σταθερή προσήλωση της κυβέρνησης και του αρμόδιου υπουργείου στη βελτίωση των αστικών συγκοινωνιών ανεξάρτητα από τις νέες συνδέσεις με μέσα σταθερής τροχιάς είναι στη σωστή κατεύθυνση. Και παράγει μάλιστα αποτελέσματα. Το αστικό λεωφορείο βελτιώθηκε, τόσο στο πολεοδομικό συγκρότημα όσο και στην περιφέρεια του νομού. Κι αυτό δεν αμφισβητείται. Έχουμε αρκετά φρέσκο το θλιβερό παρελθόν των αστικών συγκοινωνιών σε όλη την περιοχή για να ξεχάσουμε τι ζούσαμε και τι ζούμε. Κι αυτό μετράει πολύ στην καθημερινότητα.
Σε προτεραιότητα όμως πρέπει να μπουν και άλλες παρεμβάσεις, πολύ ουσιαστικές, κι όχι αποκλειστικά με τοπικό αποτύπωμα. Φέρνω το παράδειγμα της δημιουργίας δύο ανισόπεδων κόμβων. Ο πρώτος στο νοσοκομείο «Άγιος Παύλος», την ανατολική απόληξη της περιφερειακής οδού, και ο δεύτερος στη στροφή του αεροδρομίου «Μακεδονία». Φέρνω επίσης το παράδειγμα της εξόδου από την περιφερειακή οδό προς τη Νέα Ραιδεστό και τη Βόρεια Χαλκιδική, που θα εξυπηρετήσει ειδικά τις περιοχές του Πανοράματος και της Θέρμης. Φέρνω και το παράδειγμα της παρέμβασης που απαιτείται για την καλύτερη σύνδεση του δήμου Θερμαϊκού.
Θα πει κάποιος πολύ ανατολικά το έστριψα το βλέμμα, γι’ αυτό και στα παραδείγματα θα φέρω και εκείνο των παρεμβάσεων κοντά ή πέριξ του ανισόπεδου κόμβου της Λαχαναγοράς (Κ16), οι οποίες όμως είναι σε εξέλιξη και έχουν πολύ μεγάλη αξία τόσο για τις μετακινήσεις όσο κυρίως και για τις μεταφορές. Και η Ενωτική Σίνδου και η βελτίωση των δρόμων στο Καλοχώρι, και η παρέμβαση στη Συμμαχική οδό είναι έργα που όταν ολοκληρωθούν (όχι σε μεγάλο βάθος χρόνου πλέον) θα αλλάξουν προς το καλύτερο όλο το πλαίσιο λειτουργίας της δυτικής Θεσσαλονίκης.
Σε όλα αυτά πρέπει να προσθέσω και τρεις διανομαρχιακές συνδέσεις που αφορούν στη Θεσσαλονίκη και ήδη έχουν μπει σε προτεραιότητα. Είναι ο άξονας Θεσσαλονίκη – Έδεσσα, τον οποίο σε μια πενταετία ελπίζω ότι θα τον έχουμε σε χρήση. Είναι ο άξονας Θεσσαλονίκη – Κιλκίς και το τμήμα Άσσηρος – Νέα Σάντα, που ελπίζω ότι θα τον έχουμε σε χρήση πολύ νωρίτερα. Είναι και ο άξονας Χαλάστρα – Εύζωνοι ή Πολύκαστρο – Χαλάστρα, ο οποίος βάσει όσων έχουν ανακοινωθεί από τους αρμόδιους θα μπει σε τροχιά υλοποίησης μετά το τέλος του 2025 και την ολοκλήρωση της παραχώρησης της «Εγνατία Οδός ΑΕ».
Προφανώς και υπάρχουν πολλές άλλες υποδομές στις οποίες δεν έχω αναφερθεί. Σημασία έχει να γίνονται και να γίνονται στο εξής με μεθοδικότητα, με προτεραιότητες, με ωριμότητα, για να έχουμε πραγματικά προοπτική να τις δούμε μια μέρα ως πραγματικότητα της Θεσσαλονίκης κι όχι ως προσδοκία.
Για να μπούμε σε μια τέτοια θετική πορεία χρειάστηκε πολιτική βούληση από την κεντρική διοίκηση και πίεση από την τοπική αυτοδιοίκηση. Το πλάνο έδειξε να λειτουργεί, αλλά ένα τέτοιο πλάνο βγαίνει από τα στενά πλαίσια του τεχνοκρατικού σχεδιασμού και ενός μπούσουλα, μιας μεθόδου δουλειάς. Σε ένα τέτοιο πλάνο σημαντικό ρόλο παίζουν τα πρόσωπα. Κι όταν παίζουν σημαντικό ρόλο τα πρόσωπα, τότε μιλάμε για συγκυρία. Το μέλλον όμως των υποδομών της Θεσσαλονίκης δεν μπορεί να βασίζεται σε συγκυρίες. Δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ευκαιριακά, ακόμα κι αν όλα πηγαίνουν πρίμα.
Γι’ αυτό, για πολλοστή φορά, θα επιμείνω ότι τώρα (κι όχι αύριο) πρέπει να αποκτήσει η Θεσσαλονίκη έναν φορέα μητροπολιτικής διοίκησης, που θα βάλει υπό την ομπρέλα του όλο αυτό τον σχεδιασμό, που θα δίνει στην εκάστοτε κυβέρνηση την πραγματική εικόνα της κατάστασης και των αναγκών, που θα ιεραρχεί τα ζητήματα και θα βάζει προτεραιότητες, που θα σέβεται τις προβλέψεις της γενικής κυκλοφοριακής μελέτης και θα την επικαιροποιεί όποτε απαιτείται, που θα έχει αποφασιστικές αρμοδιότητες.
Η κυβέρνηση ή οι τοπικοί φορείς μπορεί να μη θέλουν ή ακόμα χειρότερα να θεωρούν ότι δεν χρειάζεται μια ακόμα δομή διοίκησης στον νομό, όμως θέλω να τους επισημάνω ότι σήμερα χαίρονται για τα έργα που επιτέλους γίνονται επειδή ακριβώς κάποιοι κοίταξαν το συνολικό κι όχι το μερικό. Δεν μας διασφαλίζει κανείς ότι αύριο θα είναι εξίσου ισχυρή η ίδια αντίληψη των πραγμάτων. Γι’ αυτό και η δημιουργία ενός μητροπολιτικού φορέα αποτελεί αδήριτη ανάγκη, για να μην εξαρτάται η Θεσσαλονίκη από το τυχαίο και το συγκυριακό. Από τα πρόσωπα και τις καλές σχέσεις μεταξύ τους. Από τα πολιτικά και αυτοδιοικητικά παιχνιδάκια κι από τις πολιτικές και τοπικές ισορροπίες. Από κάθε είδους συμφέροντα. Είναι αναγκαίος αυτός ο φορέας για να περιοριστεί η πολυφωνία που δημιουργεί πλείστα όσα αναχώματα στην πρόοδο της περιοχής. Όχι ο δημόσιος διάλογος και η διαβούλευση, αλλά αυτή η γενικευμένη νοοτροπία ότι καθένας έχει την απόλυτη γνώση και λύση, η οποία είναι η μοναδική και κάθε άλλη συνιστά τουλάχιστον έγκλημα. Ας έχουμε λοιπόν έναν αρμόδιο φορέα που θα έχει και ισχυρά επιχειρήματα και αποφασιστικές αρμοδιότητες και τελικά βούληση να αντιμετωπίσει τους οπαδούς του μηδενικού έργου και της ατέρμονης κουβέντας σε βάρος της πράξης, που στον τόπο μας περισσεύουν.
Η Μητροπολιτική Διοίκηση συνιστά θεσμική θωράκιση της Θεσσαλονίκης και του μέλλοντός της. Δεν συνιστά ούτε αφαίρεση αρμοδιοτήτων ούτε κάποιου είδους νταβατζή για κανέναν. Το σχέδιο για τη Θεσσαλονίκη τού αύριο πρέπει να είναι συνολικό και οι προτεραιότητες να εξυπηρετούν το σύνολο κι όχι τοπικές, προσωπικές ή ομαδικές ανάγκες, βλέψεις και διαθέσεις. Έτσι η πολιτική θα κάνει τη δουλειά της και οι τεχνοκράτες τη δική τους. Και τους δύο τούς έχει ανάγκη η Θεσσαλονίκη. Για να γίνει και στην πράξη μητρόπολη.