Όλα στον «αέρα» και στην «παράταση»

Οι διερευνητικές επαφές για τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης έπρεπε να έχουν τελειώσει στο Βερολίνο την Πέμπτη το βράδυ. Αντ’ αυτού υπάρχει αδιέξοδο. Μπορεί το εγχείρημα να μην απέτυχε, όμως τα κόμματα συνεχίζουν να διαφωνούν σε βασικά ζητήματα. Το εάν τελικά, η Άνγκελα Μέρκελ μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού και να αποτρέψει την πιθανότητα νέων εκλογών παραμένει ασαφές, όπως σημειώνει το Spiegel.

Σύμφωνα με την Deutsche Welle, στόχος των τεσσάρων κομμάτων είναι να καταλήξουν ως την Κυριακή σε μια συμφωνία που θα καταγράφει σε γενικές γραμμές τους στόχους μιας μελλοντικής κυβέρνησης συνασπισμού.

Ενώ είχε σημειωθεί πρόοδος σε αρκετά από τα 134 σημεία στα οποία επικρατούσαν διαφωνίες, σε ορισμένα εξ αυτών τα κόμματα εξακολουθούν να επιμένουν στις θέσεις τους. Το πιο επίμαχο παραμένει το προσφυγικό και ειδικά το θέμα της επανένωσης οικογενειών. Οι Βαυαροί Χριστιανοκοινωνιστές επιμένουν στην παράταση των περιορισμών. Την αντίθετη θέση υποστηρίζουν ωστόσο οι Πράσινοι.

Την ίδια ώρα μεγάλη διάσταση απόψεων επικρατεί στο θέμα της κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης για τα κρατίδια της ανατολικής Γερμανίας, όπως και σε ζητήματα που σχετίζονται με την προστασία του κλίματος και με ενέργεια -αν και σε αυτό το σημείο υπήρξε κάποια κινητικότητα.

Μετά τις εκλογές στα τέλη Σεπτεμβρίου, τα κόμματα πέρασαν τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες προσπαθώντας να συμβιβάσουν τις διαφορές τους και να καταλήξουν στη συμφωνία που θα ανοίξει τον δρόμο για την έναρξη των επίσημων διαπραγματεύσεων. Ο «συνασπισμός της Τζαμάικα» (το όνομα οφείλεται στο γεγονός ότι τα μαύρα, κίτρινα και πράσινα χρώματα των κομμάτων παραπέμπουν στη σημαία της Τζαμάικα), θα είναι η πρώτη τόσο ετερόκλητη κυβερνητική συμμαχία, ωστόσο, η υπόθεση αποδεικνύεται ήδη ιδιαιτέρως προβληματική.

Ούτε καν η Μέρκελ, που έχει τη φήμη του ανθεκτικού και επίμονου «νυχτερινού διαπραγματευτή», κατάφερε να πείσει τις πλευρές σε συμβιβασμό. Οι συνομιλίες διεκόπησαν, ενώ οι ομάδες διαπραγμάτευσης των κομμάτων εγκατέλειψαν το κτίριο τις πρώτες πρωινές ώρες εξαντλημένοι. Οι πρώτοι που αποχώρησαν περνώντας από το πλήθος των δημοσιογράφων οι οποίοι περίμεναν υπομονετικά για μια δήλωση, ήταν οι Πράσινοι.

«Οι διαβουλεύσεις πάνε στην παράταση», δήλωσε ο Τζεμ Εζντεμίρ, συνπρόεδρος των Πρασίνων. Πόσο καιρό θα διαρκέσουν «εξαρτάται από τον διαιτητή», είπε περνώντας βιαστικά και χωρίς ιδιαίτερη διάθεση για σχόλια.

Το FDP και το CDU έδειξαν διάθεση να εξηγήσουν στον Τύπο για ποιόν λόγο οι συνομιλίες σταμάτησαν, αν και οι λόγοι που αναφέρθηκαν δεν αντιστοιχούσαν ούτε καν μεταξύ των εκπροσώπων του ίδιου κόμματος, όπως γράφει το Spiegel. Η αναφορά έχει σχέση με τις εσωκομματικές κόντρες στις τάξεις των Πρασίνων, ανάμεσα στην αριστερή και τη λεγόμενη ρεαλιστική πτέρυγα του κόμματος, όπως και στη διαμάχη που ξέσπασε στους Βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές για την ηγεσία του κόμματος. Η άκαμπτη θέση που δείχνει η διαπραγματευτική τους ομάδα έχει προκαλέσει εκνευρισμό ακόμη και στους Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ.

Ο πρόεδρος του FDP Κρίστιαν Λίντερ, δήλωνε τα ξημερώματα της Παρασκευής ότι σημειώθηκε σημαντική πρόοδος και ένα τόσο «ιστορικό έργο» δεν πρόκειται να αποτύχει μόνο και μόνο επειδή η διαδικασία θα διαρκέσει λίγο περισσότερο. Τόνισε επίσης, ότι υπήρξε συμφωνία σε ορισμένα θέματα, αλλά στο μεταναστευτικό και στα δημοσιονομικά, οι διαφωνίες παραμένουν.

Ο πρωθυπουργός του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας και μέλος του προεδρείου των Χριστιανοδημοκρατών Άρμιν Λάσετ εμφανίστηκε λιγότερο αισιόδοξος. «Σε ορισμένα θέματα υπήρξε κατανόηση, αλλά όχι συμβιβασμός. Είναι λυπηρό».

Όσο για την Μέρκελ μόλις και μετά βίας πέταξε στους δημοσιογράφους μια «καλημέρα».

Οι Πράσινοι έχουν ήδη καταστήσει σαφές ότι δεν υπόκεινται σε καμία χρονική πίεση, καθώς το ετήσιο συνέδριο του κόμματος είναι στις 25 Νοεμβρίου. Το FDP επίσης δεν βιάζεται.

Παρά την αναβολή των διερευνητικών συνομιλιών, η πρόεδρος της Κ.Ο.του SPD Αντρέα Νάλες, περιμένει ότι θα συσταθεί κυβέρνηση «Τζαμάικα». Διαφαίνεται ωστόσο, όπως είπε, ένας «συνασπισμός δυσπιστίας» της Ένωσης, του FDP και των Πρασίνων. Στο ερώτημα αν το SPD, σε περίπτωση αποτυχίας των συνομιλιών, θα ήταν πρόθυμο να συμμετάσχει στην κυβέρνηση, η Νάλες δήλωσε: «Όχι, τότε θα καταλήξουμε σε νέες εκλογές».

Ο αρχηγός του CSU Χορστ Ζεεχόφερ, παραδέχτηκε σοβαρά προβλήματα στις συνομιλίες για τη «Τζαμάικα», αλλά κατέστησε σαφές ότι θέλει να συνεχίσει να αγωνίζεται για συμμαχία χωρίς να θέτει χρονικό περιορισμό. «Θα κάνουμε ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν, για να δούμε αν είναι εφικτός ο σχηματισμός σταθερής κυβέρνησης», δήλωσε.

Επικριτικά στάθηκε και ο επικεφαλής της Κ.Ο. του Die Linke, Ντίτμαρ Μπαρτς: «Αυτό το αναξιοπρεπές αλισβερίσι δείχνει ότι το «μαύρο φανάρι» δεν θα είναι καλή κυβέρνηση για τη χώρα, αλλά είναι ήδη μια βεβιασμένη κοινότητα από φόβο για τον ψηφοφόρο».

Η τελευταία φάση των συνομιλιών που ξεκίνησαν την Πέμπτη ήταν εξαντλητική τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς την ατμόσφαιρα. Η ένταση μεταξύ Πρασίνων και CSU αναζωπυρώθηκε. Και παρά το γεγονός ότι οι διαβουλεύσεις είναι εμπιστευτικές, τα κόμματα όχι μόνο δεν κρύβουν τις διαφορές τους από τον Τύπο, αλλά επιπλέον, διατυπώνουν ανοιχτά τα παράπονά τους, έτσι ώστε να μπορούν να κατηγορήσουν το ένα το άλλον σε περίπτωση αποτυχίας των προκαταρκτικών συνομιλιών.

Πριν από την έναρξη των διαβουλεύσεων το μεσημέρι της Παρασκευής, η Μέρκελ κάλεσε τις εμπλεκόμενες πλευρές να επιδείξουν θέληση για συμβιβασμούς. «Το καθήκον να σχηματιστεί μια κυβέρνηση για τη Γερμανία είναι τόσο σημαντικό που αξίζει κάθε προσπάθεια», δήλωσε η καγκελάριος.

Μάρτιν Σουλτς: «Ο κυβερνητικός συνασπισμός της Μέρκελ θα παραλύσει την Ευρώπη»

Εντωμεταξύ, όπως το Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (DPA) «ο Σουλτς προειδοποιεί ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός της Μέρκελ θα παραλύσει την Ευρώπη» προσθέτοντας ότι ο ηγέτης των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) φοβάται ότι ενδεχόμενος συνασπισμός «Τζαμάικα», υπό την καγκελάριο Μέρκελ, θα ζημιώσει σοβαρά την Ευρώπη, καθώς υπάρχουν τρομερές διαφορές στην ευρωπαϊκή πολιτική των τριών κομμάτων.

«Υπάρχει κίνδυνος η ομοσπονδιακή δημοκρατία να μην μπορεί να παίξει κανένα ρόλο στην ΕΕ, διότι δεν θα διαθέτει διαπραγματευτική ικανότητα», δήλωσε ο Σουλτς. «Η αμοιβαία δυσπιστία θα συνδέει το συνασπισμό ‘Τζαμάικα’. Ως αποτέλεσμα, το μεγαλύτερο ευρωπαϊκό κράτος-μέλος θα συμβάλλει στην ‘παράλυση της Ευρώπης’», επισήμανε.

Παρέμβαση Στάινμάγιερ

Ο κίνδυνος να αποτύχουν οι διαβουλεύσεις προκάλεσε μια για τα γερμανικά δεδομένα ασυνήθιστη παρέμβαση του γερμανού Προέδρου της Δημοκρατίας. Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην κυριακάτικη Welt, αποσπάσματα της οποίας προδημοσιεύονται σήμερα, ο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ προειδοποιεί για τον κίνδυνο επαναληπτικών εκλογών και κάνει έκκληση στα κόμματα να καταλήξουν σε συμφωνία.

Ο γερμανός πρόεδρος εκφράζει ακόμη την προσδοκία πως «όλες οι πλευρές έχουν επίγνωση της ευθύνης τους» και υπογραμμίζει ότι δεν μπορεί να διανοηθεί πως τα κόμματα «θα θελήσουν στα σοβαρά να ρισκάρουν επαναληπτικές εκλογές».

Υπέρ της διεξαγωγής νέων εκλογών το 50%, εάν αποτύχει η προσπάθεια για «Τζαμάικα»

Υπέρ της διεξαγωγής νέων εκλογών τάσσεται το 68% των Γερμανών σε περίπτωση αποτυχίας των κομμάτων να σχηματίσουν συνασπισμό «Τζαμάικα», σύμφωνα με σημερινή δημοσκόπηση. Επιπλέον, η στήριξη για τον συγκεκριμένο συνασπισμό έχει περιοριστεί στο 50%.

Στην δημοσκόπηση, η οποία πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του δεύτερου καναλιού της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ZDF, είναι ενδεικτικό ότι σε όλα τα κόμματα υπάρχει μικρότερη ή μεγαλύτερη πλειοψηφία υπέρ νέων εκλογών, εφόσον οι τρέχουσες διερευνητικές συνομιλίες αποτύχουν: Στην Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) 60%, στους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) 73%, στην Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD), η οποία σύμφωνα με όλες τις αναλύσεις θα ευνοηθεί, 81%, στους Φιλελεύθερους (FDP) 71%, στην Αριστερά (Die Linke) 81% και στους Πράσινους 59%.

Κατά του ενδεχομένου νέων εκλογών τάσσεται το 29%, ενώ η προοπτική της «Τζαμάικα», έπειτα από διαπραγματεύσεις ενός μήνα, φαίνεται να χάνει την στήριξη των πολιτών. Υπέρ του συγκεκριμένου σχήματος τάσσεται το 50%, ποσοστό μειωμένο κατά επτά μονάδες από την προηγούμενη μέτρηση, ενώ κατά το 31%. Αδιάφορο δηλώνει το 16%.

Στο ερώτημα της πρόθεσης ψήφου πάντως, δεν υπάρχουν σημαντικές αλλαγές. Η CDU/CSU συγκεντρώνει 33%, το SPD 21%, η AfD 11% (-1), οι Πράσινοι 12%, το FDP 10% και η Αριστερά 9%.

Μοίρασε το άρθρο!