Το ταμπού του θανάτου–Του Δημήτρη Μπέγιογλου

Μέσα από χιλιάδες χρόνια πνευματικής αναζήτησης η σοφία της Ανατολής μας κάνει γνωστή μία σημαντική ενόραση. Ο θάνατος δεν έρχεται κάποτε ως το αντίθετο της ζωής, αλλά ως το επιστέγασμα, η κορύφωσή της.

Ο θάνατος αποτελεί μέρος της ίδιας της ζωής και αντίθετό του έχει μόνο την γέννηση. Με άλλα λόγια η ζωή εμπεριέχει τον κύκλο της γέννησης και του θανάτου ως αναπόσπαστα στοιχεία της. Κάτι γεννιέται γιατί κάτι άλλο έχει πεθάνει μόλις πριν. Η γέννηση έχει ανάγκη τον θάνατο για να υπάρξει. Κι ενώ γίωεται πολύς λόγος για την αιωνιότητα της ψυχής, αυτό που γνωρίζουμε σίγουρα είναι η θνητότητα του σώματος.

Χωρίς να μπούμε λοιπόν στο μεταφυσικό ερώτημα γιατί πεθαίνουν οι άνθρωποι ή πού και εάν πάνε κάπου μετά, ας μείνουμε στην βεβαιότητα της κοινής μας υλικής φθοράς και του θανάτου μας.
Αυτή η βεβαιότητα αποτελεί το πιο μεγάλο ταμπού κυρίως για τον δυτικό πολιτισμό, όπως αναφέρει συχνά η ψυχίατρος Elizabeth Kubller Ross. Κάθε τι είναι δημιουργημένο για να αποκρύπτει αυτή την κεντρική αλήθεια της ύπαρξής μας και να πραγματώνει σχέδια αθανασίας.

Ως ‘σχέδια αθανασίας’ ορίζονται σύμφωνα με τον αμερικανό υπερπροσωπικό ψυχολόγο Ken Wilber, όλες οι ενέργειες που γίνονται από τους ανθρώπους προκειμένου να κουκουλώσουν τον φόβο του θανάτου ή κυριολεκτικά να αρνηθούν το αναπόφευκτό του.

Πρόκειται για παρωπίδες άρνησης, οι οποίες παρατηρούμε να εφαρμόζονται μέσα μας συνεχώς. Είτε έχουν να κάνουν με κατοχή πολλών υλικών ή γνωστικών αγαθών, είτε με την επιθυμία να μείνουν όλα αναλλοίωτα ή νέα (πλαστικές εγχειρήσεις), είτε τέλος με οποιαδήποτε εξάρτηση από ουσία και συμπεριφορά μας παρέχει μία μαγική δύναμη ελέγχου, όλα αποσκοπούν στο ‘δεν θέλω να δώ αυτό που ερχεται’.

Επιπλέον η σάπια παιδεία μας επικεντρώνεται στις στείρες γνώσεις, στον ανταγωνισμό, στον επιβεβλημένο τρόπο σκέψης με απώτερο σκοπό, καλουπαρισμένα όντα, που θα είναι ιδιαιτέρως παραγωγικά σε όλους τους τομείς και τα οποία θα μπορούν μέσω της ‘αξίας’ και της φήμης τους να αφήσουν ένα ισχυρό αποτύπωμα σ’αυτόν τον κόσμο, ένα εγωικό ίχνος.
Η αξία του παράγω, ξεχωρίζω, καταναλώνω κάλυψε ολοκληρωτικά την εκπαίδευση από το νηπιαγωγείο έως το πανεπιστήμιο.

Και όμως αν υπήρχε κάτι που θα έπρεπε να είναι αντικείμενο παιδείας αυτό θα ήταν ο επικείμενος θάνατος. Η πρώτη επίσκεψη ενός παιδιού ας μην ήταν στην παιδική χαρά αλλά σ’ένα νεκροταφείο. Εκεί οι γονείς ή οι δάσκαλοι θα εξηγούσαν όχι με τρόμο και αποστροφή αλλά με βαθειά αποδοχή το κοινό ουσιαστικό παρονομαστή μας.

Με αφορμή ένα λουλούδι που μαραίνεται, ένα τραυματισμένο ή νεκρό ζωάκι, ένα δέντρο που ξεραίνεται, ένα αντικείμενο αγαπημένο που χάνεται, μια γιαγιά ή έναν παππού που ‘φεύγουν’, θα μπορούσαμε να εισάγουμε την έννοια της φθοράς, του εφήμερου, της ματαιότητας κάθε εμμονής και κάθε σύγκρουσης, της απαγγίστρωσης και εν τέλει της φυσικότητας του δικού μας τέλους. Θα μπορούσαμε να περάσουμε από τον τρόμο του αδιανόητου στην αποδοχή του αναπόφευκτου.

Έτσι όλη η δημιουργικότητα και η συνύπαρξη των παιδιών θα διαμόρφωνε ενήλικες-αδέρφια και όχι ενήλικες-‘ανθρωποφάγους’ και καταστροφείς του πλανήτη. Ετούτη η ιερή παραδοχή η ύψιστη αλήθεια ας καθόριζε τα πάντα, όχι φυσικά με νοσηρό ή μοιρολατρικό τρόπο ούτε με πεσιμιστική και μακάβρια οπτική. Η αλήθεια του κοινού μας τέλους θα άστραφτε το πραγματικό νόημα της ζωής μας. Κι αυτό θα ήταν μία κοινή πορεία σεβασμού ο ένας για τον άλλον, αλληλοβοήθειας, ενσυναίσθησης και θαυμασμού για ό,τι μας περιβάλλει.

Εάν υπάρχει ένα μέλλον γι’αυτόν τον πλανήτη βρίσκεται σ’εκείνη την θέαση της θνητότητάς μας. Κάθε αίσθηση διαχωρισμού θα έπαυε να υπάρχει και ο φόβος του θανάτου θα μεταμορφωνόνταν σε μια απίστευτη ενέργεια αγάπης και ειρηνικής συνύπαρξης. Καμμία πολιτική ιδεολογία δεν θα μπορούσε ποτέ να υπερκεράσει την βαθειά υπαρξιακή φιλοσοφία του θανάτου. Γιατί η τελευταία δεν βασίζεται ούτε στον τρόπο παραγωγής-διανομής των υλικών αγαθών ούτε στον διαχωριστικό οπαδισμό.

Αλίμονο αν γινόταν ποτέ να έρθει η αδερφοποίηση των λαών της γής μέσω κάποιας πολιτικής ιδεολογίας-ιδεοληψίας. Δεν έχει συμβεί ποτέ, ούτε και πρόκειται. Αυτή η αλλαγή στη συνειδητότητα θα έρθει ατομικά, ομαδικά, συλλογικά όταν αρχίσουμε να κατανοούμε τον κοινό μας παρονομαστή. Κάθε μικρή ή μεγάλη απώλεια ας αποτελέσει από δω και στο εξής το έναυσμα για μια περίοδο περισυλλογής και αναθεώρησης για το ποιοί είμαστε, για την πορεία της ζωής μας και το πώς θέλουμε να φύγουμε…

Κι αν έχουμε συνηθίσει να πνίγουμε τον φόβο του θανάτου σε κάθε είδους εθισμό και ψευδαίσθηση αθανασίας αξίζει να αναζητήσουμε έναν άλλο τρόπο για να δώσουμε αξία στην ιερή ανθρώπινη φύση μας. Ένας από αυτούς είναι να παρασταθούμε σε κάποιον που πεθαίνει, να τον συνοδεύσουμε σ’αυτό το τέλος και να αφουγκραστούμε βαθειά το δικό μας.

Μοίρασε το άρθρο!