Τι λέει το ECDC
– Τη στιγμή της σύνταξης αυτού του εγγράφου (σ.σ 17 Μαρτίου 2020) υπήρχαν μόνο λίγα RADT διαθέσιμα για αυτοέλεγχο για το COVID-19 και δεν υπήρχε RADT με σήμανση CE για αυτό-έλεγχο που διατέθηκε στην αγορά της ΕΕ σύμφωνα με την οδηγία 98/79 / ΕΚ .
– Τα self test θα μπορούσαν να ενισχύσουν τον έλεγχο της νόσου με την έγκαιρη αναγνώριση και απομόνωση περιπτώσεων. Ωστόσο, η μετάθεση της ευθύνης των ελέγχων από τους υγειονομικούς φορείς στους ιδιώτες μπορεί να οδηγήσει σε ελλιπή καταγραφή των κρουσμάτων και να δυσχεράνει την ιχνηλάτηση και την απομόνωση των ύποπτων περιστατικών.
-Θα μπορούσαν να επηρεαστούν οι τρέχοντες δείκτες για την παρακολούθηση της έντασης και της εξάπλωσης της πανδημίας COVID-19 και μπορεί να είναι δύσκολο να παρακολουθούνται οι τάσεις με την πάροδο του χρόνου.
-Η αξία των self test εξαρτάταi από την ευαισθησία και την ακρίβεια που έχουν σε συνδυασμό με τον επιπολασμό της νόσου στον πληθυσμό που δοκιμάστηκε.
-Η ακρίβεια των διαθέσιμων self test είναι υψηλή, όμως όταν χρησιμοποιούνται σε ασυμπτωματικούς ασθενείς και σε περιβάλλον χαμηλού επιπολασμού, το ενδεχόμενο εντοπισμού θετικού κρούσματος είναι χαμηλό.
-Τα self test μπορούν να συμπληρώσουν αλλά όχι να αντικαταστήσουν άλλες μεθόδους δειγματοληψίας όπως τα rapid test και τα μοριακά.
-Οι χώρες που επιθυμούν να εφαρμόσουν self test θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τον πληθυσμό που στοχεύουν, καθώς και τον επιπολασμό της νόσου σε αυτόν τον πληθυσμό.
-Οι αρχές δημόσιας υγείας πρέπει να διαθέτουν ένα σύστημα για τη συλλογή των αποτελεσμάτων (εφαρμογή για κινητά, cloud πλατφόρμα, ειδική τηλεφωνική γραμμή, ή μέσω εργαζομένων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης κ.λπ.
-Τα αποτελέσματα πρέπει να ενσωματώνονται στο εθνικό σύστημα παρακολούθησης σε ξεχωριστά πεδία δεδομένων από τα εργαστηριακά αποτελέσματα και θα πρέπει να γίνονται άμεσες δευτερεύουσες ενέργειες όπως η επιβεβαίωση σε περίπτωση θετικού κρούσματος.