Σχεδόν οι μισοί εργαζόμενοι σε ΜΕΘ νοσοκομείων της Αγγλίας κατά την περίοδο της πανδημίας του κορονοϊού βιώνουν έντονο άγχος, κατάθλιψη ή μετατραυματικό στρες και κάποιοι θα προτιμούσαν να πεθάνουν, σύμφωνα με μια έρευνα που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Πολλές νοσηλεύτριες και γιατροί στις ΜΕΘ έχουν την κλινική εικόνα του PTSD (διαταραχή μετατραυματικού στρες) ή του αλκοολισμού και τα συμπτώματα είναι τόσο έντονα ώστε κάποιοι να ομολογούν ότι σκέφτονται να αυτοκτονήσουν ή να αυτοτραυματιστούν.
Πάνω από 81.000 άνθρωποι έχουν πεθάνει από COVID-19 στη Βρετανία, την χώρα με τον πέμπτο υψηλότερο αριθμό νεκρών από την πανδημία παγκοσμίως.
Περισσότεροι από τρία εκατομμύρια άνθρωποι στη Βρετανία έχουν βρεθεί θετικοί στον κορονοϊό και σύμφωνα με την κυβέρνηση τα νοσοκομεία και οι ΜΕΘ βρίσκονται στα πρόθυρα της κατάρρευσης.
Η πίεση που δέχεται το προσωπικό στις ΜΕΘ, που εργάζεται με βαριά ασθενείς για μεγάλες περιόδους σε περιοχές όπου ο κίνδυνος έκθεσης στον κορονοϊό είναι υψηλός και οι ελλείψεις σε προσωπικό και σε εξοπλισμό συνιστούν καθημερινά προβλήματα, είναι ιδιαίτερα έντονη.
Διαπιστώθηκε ότι μεταξύ των πάνω από 700 εργαζόμενων στον τομέα υγείας σε εννέα ΜΕΘ νοσοκομείων της Αγγλίας, το 45% πληρούσε τα κριτήρια για πιθανή ύπαρξη τουλάχιστον μιας από τέσσερις σοβαρές ψυχικές διαταραχές: οξεία κατάθλιψη (6%), PTSD (40%), οξεία αγχώδη διαταραχή (11%) ή αλκοολισμός (7%).
Το πιο ανησυχητικό είναι, σύμφωνα με τους ερευνητές, ότι πάνω από ένας στους οκτώ από εκείνους που συμμετείχαν στην έρευνα, ανέφεραν συχνούς αυτοτραυματισμούς και σκέψεις για αυτοκτονία τις δύο εβδομάδες που προηγήθηκαν της έρευνας.
Τα συμπεράσματα υπογραμμίζουν τις πιθανόν βαθύτατες επιπτώσεις που έχει η COVID-19 στην ψυχική υγεία των υγειονομικών εργαζομένων στην πρώτη γραμμή στο Ηνωμένο Βασίλειο, σημειώνει ο Γκρίνμπεργκ, και την επιτακτική ανάγκη για παροχή υπηρεσιών ψυχικής υγείας στους εργαζόμενους στον τομέα υγείας.