Ο «αποχωρισμός» των μεγάλων Μητροπάνου – Παπάζογλου [10 ΒΙΝΤΕΟ]

Δημήτρης Μητροπάνος: 5 πράγματα που πρέπει να ξέρεις για τον σπουδαίο λαϊκό τραγουδιστή

Ήταν 17 Απριλίου του 2012 όταν ο Δημήτρης Μητροπάνος έφυγε από τη ζωή

Υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες λαϊκές φωνές της Ελλάδας, ωστόσο καμία λεκτική περιγραφή δεν μπορεί να αποδώσει το μεγαλείο της φωνής του. Ο Δημήτρης Μητροπάνος αγαπήθηκε όσο λίγοι κυρίως για το συναίσθημα με το οποίο ερμήνευε τα τραγούδια, τόσο στο στούντιο όσο και στις ζωντανές του εμφανίσεις.

Συγκυριακά, ο Δημήτρης Μητροπάνος “έφυγε” την ίδια μέρα, ένα χρόνο ακριβώς μετά τον θάνατο του επίσης κορυφαίου, Νίκου Παπάζογλου (2011). Οκτώ χρόνια μετά τον θάνατο του σπουδαίου Δημήτρη Μητροπάνου, πάμε να θυμηθούμε παρακάτω πέντε σπουδαίες στιγμές από τη ζωή του, την καριέρα του, αλλά και την άγνωστη πλευρά του.

1. Τα πρώτα χρόνια και ο πατέρας που γνώρισε μεγάλος

Γεννήθηκε στην Αγία Μονή, συνοικία των Τρικάλων, από την οποία καταγόταν η μητέρα του, στις 2 Απριλίου του 1948.

Μεγάλωσε χωρίς τον πατέρα του, τον οποίο γνώρισε στα 29 του χρόνια. Μέχρι τα 16 του νόμιζε πως είχε σκοτωθεί στον Εμφύλιο Πόλεμο, όταν ήρθε ένα γράμμα το οποίο έλεγε πως εκείνος, ζει στην Ρουμανία.

Ο πατέρας του καταγόταν από ένα χωριό της Καρδίτσας, το Καππά. Από μικρός δούλευε τα καλοκαίρια για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένειά του.

Πρώτα ως σερβιτόρος στην ταβέρνα του θείου του και ύστερα σε κορδέλες κοπής ξύλων. Μετά την τρίτη γυμνασίου, το 1964, μετέβη στην Αθήνα να ζήσει με τον θείο του στην οδό Αχαρνών. Προτού τελειώσει το γυμνάσιο, άρχισε να εργάζεται ως τραγουδιστής. Χαρακτηριστικά τον φώναζαν από μικρό “βλαχάκι”, λόγω και της καταγωγής του από την Θεσσαλία.

Παράλληλα, οργανώθηκε στη Νεολαία των Λαμπράκηδων, καθώς είχε ήδη πολιτικοποιηθεί από νωρίς, δεχόμενος μάλιστα απειλές ότι δε θα τον άφηναν να σπουδάσει λόγω των αριστερών του καταβολών.

2. Η γνωριμία με τον Ζαμπέτα και το πρώτο 45αρι

Σε νεαρή ηλικία δούλεψε με τον Γιώργο Ζαμπέτα στα “Ξημερώματα”. Την εποχή εκείνη εμφανιζόταν και σε μπουάτ και μαγαζιά στην Πλάκα.

Τον Ζαμπέτα τον μνημόνευε πάντοτε ως μεγάλο του δάσκαλο και δεύτερο πατέρα. Όπως είχε δηλώσει, “ο Ζαμπέτας είναι ο μόνος άνθρωπος στο τραγούδι ο οποίος με βοήθησε χωρίς να περιμένει κάτι. Με όλους τους υπόλοιπους συνεργάτες μου κάτι πήρα και κάτι έδωσα”. Το 1966 ο Μητροπάνος συναντήθηκε, τυχαία, για πρώτη φόρα με τον Μίκη Θεοδωράκη και ερμήνευσε μέρη από τη “Ρωμιοσύνη” και το “Άξιον Εστί” σε μια σειρά συναυλιών στην Ελλάδα και την Κύπρο.

Δημήτρης Μητροπάνος: 5 πράγματα που πρέπει να ξέρεις για τον σπουδαίο λαϊκό τραγουδιστή

Το 1967 ηχογράφησε τον πρώτο του 45άρη δίσκο, με το τραγούδι “Θεσσαλονίκη”. Είχε προηγηθεί η ηχογράφηση του τραγουδιού “Χαμένη Πασχαλιά” στην Κολούμπια, το οποίο όμως λογοκρίθηκε από τη Χούντα και δεν κυκλοφόρησε ποτέ.

Από την αυτοβιογραφία του:

“Πάω λοιπόν στην Kολούμπια όπως μου είπε ο Mπιθικώτσης. Kαι ο Tάκης ο Λαμπρόπουλος μου γνωρίζει τον Zαμπέτα. Στο στιλ “πάρε αυτόν να εκπαιδευτεί”. Έτσι βρίσκομαι να δουλεύω με τον Zαμπέτα στα “Ξημερώματα”. Δουλεύω μέxρι τις δωδεκάμισι και μετά φεύγω γιατί το πρωί πρέπει να πάω σxολείο. Από τους Λαμπράκηδες έxω γνωρίσει και τον Θεοδωράκη… Mετά τον βλέπω και στην Kολούμπια. Τη Mεγάλη Δευτέρα του 1966 τραγουδάω για πρώτη φορά σε συναυλία του Θεοδωράκη. Στο Παλλάς.. Aπ’ αυτές τις συναυλίες γίνομαι κάπως γνωστός σ’ έναν κόσμο που τότε ερχόταν πολύ στην Πλάκα. Φοιτητές και τέτοια… Έτσι βρίσκομαι να δουλεύω στις Eσπερίδες και μετά στο Λυxνάρι και στα Tαβάνια… Kάνω και κάποιες συναυλίες με τον Λεοντή όπου τραγουδάω την “Kαταxνιά” και μετά γίνεται η xούντα. Aπό την Πλάκα, έτσι κι αλλιώς, μας μαζεύανε κάθε τόσο για εξακρίβωση και μας κρατούσαν στην Ασφάλεια. Πόσο μάλλον τώρα… Γυρίζω στον Zαμπέτα κι από ‘κει αρxίζει και η δισκογραφία. Στην Kολούμπια μου κάνουν συμβόλαιο για ένα xρόνο. Hxογραφώ μόνο δύο τραγούδια, τα όποια τελικά δε βγήκαν ποτέ» …. «Το πρώτο τραγούδι που ηχογραφώ στην ΕΛΛΑΣΔΙΣΚ (την μετέπειτα ΠΟΛΥΓΚΡΑΜ) είναι του Βασίλη Κουμπή η “Χαμένη πασχαλιά”. Δεν πρόλαβε να βγει καλά-καλά, γίνεται η 21η Απριλίου, ήταν και Πάσχα, το απαγόρευσαν αμέσως. Έτσι ο πρώτος μου ουσιαστικά δίσκος γίνεται με τον Ζαμπέτα. Στον Ζαμπέτα χρωστάω πολλά. Ίσως είναι ο μόνος που χρωστάω τόσα πολλά. Μου φέρθηκε παραπάνω από καλά κι ήταν για μένα οι πρώτες μου εμπειρίες”.

3. Ο “Άγιος Φεβρουάριος”

Το 1972 ήταν μια χρονιά-σταθμός. Τότε κυκλοφόρησε ο δίσκος “Άγιος Φεβρουάριος” σε μουσική Δήμου Μούτση και στίχους Μάνου Ελευθερίου. Στην ερμηνεία ήταν ο Δημήτρης Μητροπάνος και η Πετρή Σαλπέα. Τον Ιούλιο του 1999, Μητροπάνος και Μούτσης βρέθηκαν πάλι μαζί στο Ηρώδειο με την Δήμητρα Γαλάνη και την σοπράνο Τζούλια Σουγλάκου για δυο μουσικές βραδιές στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Οι συναυλίες αυτές ηχογραφήθηκαν και κυκλοφόρησαν σε διπλό CD.

Στη μακρόχρονη πορεία του στο ελληνικό τραγούδι, ο Δημήτρης Μητροπάνος συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους δημιουργούς του λαϊκού αλλά και του έντεχνου τραγουδιού. Γιώργος Ζαμπέτας, Μίκης Θεοδωράκης, Δήμος Μούτσης, Απόστολος Καλδάρας, Λάκης Παπαδόπουλος, Μάριος Τόκας, Σπύρος Παπαβασιλείου, Τάκης Μουσαφίρης (“Εμείς Οι Δυο” κ.α.), Χρήστος Νικολόπουλος (“Πάρε Αποφάσεις” σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου), Γιάννης Σπανός (“Ο Μητροπάνος τραγουδάει Σπανό”) ήταν οι συνθέτες με τους οποίους συνδέθηκε επαγγελματικά, χτίζοντας μια καριέρα συνυφασμένη με την ελληνική λαϊκή μουσική παράδοση.

“Στροφή” στην καριέρα του θεωρείται η συνεργασία με τον Θάνο Μικρούτσικο το 1996, στον δίσκο “Στου Αιώνα Την Παράγκα”, σε στίχους Άλκη Αλκαίου, Κώστα Λαχά, Λίνας Νικολακοπούλου και Γιώργου Κακουλίδη.

Τελευταίες δισκογραφικές δουλειές του Δημήτρη Μητροπάνου, ήταν η ζωντανή ηχογράφηση της συναυλίας του στο Ηρώδειο (Σεπτέμβριος 2009), αποτελούμενη από 2 CD με τον τίτλο “Τα Τραγούδια Της Ζωής Μου”, και ο δίσκος “Εδώ Είμαστε” με τραγούδια του Σταμάτη Κραουνάκη σε στίχους του ίδιου, της Λίνας Νικολακοπούλου, του Μάνου Ελευθερίου, του Λάκη Λαζόπουλου και ένα ποίημα του Κωστή Παλαμά.

4. “Δεν είχε καταλάβει πόσο μεγάλος τραγουδιστής ήταν”

Ο κορυφαίος συνθέτης, στιχουργός και μουσικός Τάκης Μουσαφίρης μιλώντας πριν ένα χρόνο καλεσμένος στην εκπομπή του Ηλία Μπενέτου, είχε πεί για τον Δημήτρη Μητροπάνο:

“Είχα την τύχη να γνωρίσω αυτά τα μεγάλα, τα ιερά πρόσωπα για να μην πω τέρατα. Εγώ δεν είμαι ζωγράφος να κρεμάσω σε μια έκθεση τους πίνακες. Εγώ μέσω μιας φωνή άλλου πρέπει να περάσω το τραγούδι μου. Και αυτός ο άλλος πρέπει να το πει το τραγούδι, να μην το “δαγκώσει”. Είχα την τύχη να βρω τραγουδιστές που μπορούσαν να εκπληρώσουν αυτό που ήθελα. Ένας από αυτούς ήταν ο Μητροπάνος, ήταν θεϊκός ο Μητροπάνος. Δεν είχε καταλάβει πόσο μεγάλος τραγουδιστής ήταν. Μπορούσε να πει μόνο μια λέξη από οποιαδήποτε μελωδία και να την πάει στα σύννεφα. Από τους τραγουδιστές που έχουν περάσει από το λαϊκό, γύρω στους πέντε πιστεύω είναι αυτοί που έχουν φωτοστέφανο πάνω από το κεφάλι τους όταν τραγουδούν: Είναι ο Μητροπάνος, ο Στράτος Διονυσίου, ο Καζαντζίδης, ο Γαβαλάς και ο Αγγελόπουλος”.

“Και στις γυναίκες το ίδιο. Η τραγουδίστρια που εξέφραζε τα μέσα μου, την καρδιά μου, την ψυχή μου ήταν η Πίτσα Παπαδοπούλου. Αυτή ήταν ότι ήταν ο Μητροπάνος για εμένα”.

5. Η “Ρόζα” ήταν 20 χρόνια στο “συρτάρι”

Ένα από τα πιο εμβληματικά τραγούδια του ελληνικού τραγουδιού που συνδέθηκε άρρηκτα με την τεράστια φωνή του Μητροπάνου, ήταν αναμφίβολα η “Ρόζα” που συμπεριελήφθη “Στου αιώνα την παράγκα” του 1996.

Είκοσι χρόνια πριν από την κυκλοφορία του τραγουδιού, το 1976, ο ποιητής Άλκης Αλκαίος είχε στείλει το ποίημά του “Η Ρόζα”, στον Θάνο Μικρούτσικο για να το μελοποιήσει.

Οι πρώτες απόπειρες του Θάνου Μικρούτσικου για μελοποίηση, δεν τον είχαν αφήσει ικανοποιημένο. Έτσι, άφησε την προσπάθειά του “στο συρτάρι”. Ο Θάνος Μικρούτσικος είχε παίξει τη Ρόζα, μεταξύ άλλων, και στη Χαρούλα Αλεξίου, ωστόσο η πρώτη ηχογράφηση δεν “έπεισε” τους δύο καλλιτέχνες να την εντάξουν σε δίσκο.

Το άλμπουμ “Στου αιώνα την παράγκα” κυκλοφόρησε λίγο μετά τη λήξη της θητείας του Θάνου Μικρούτσικου στο υπουργείο Πολιτισμού με την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου. Η συνεργασία του με τον Δημήτρη Μητροπάνο αποφασίστηκε κατά τη διάρκεια μιας τιμητικής γιορτής που οργάνωσε η Minos EMI για την επιστροφή του Μικρούτσικου. Εκείνος που επέλεξε τη “Ρόζα” ήταν ο Ηλίας Μπενέτος που εργαζόταν στην εταιρεία ως μουσικός παραγωγός.

Ο Θάνος Μικρούτσικος στην αυτοβιογραφία του “Ο Θάνος και ο Μικρούτσικος” που επιμελήθηκε ο Οδυσσέας Ιωάννου, αναφέρει:

“Οι ηχογραφήσεις ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 1996. Η “Ρόζα” μας παίδεψε πολύ στο στούντιο. Δεν μπορούσαμε να βρούμε τον τρόπο που θα έπαιζαν τα τύμπανα. Ήμασταν έξι ώρες και προσπαθούσαμε να βρούμε κάτι που θα με ικανοποιούσε. Ντράμερ ήταν ο σπουδαίος μουσικός Νίκος Καπηλίδης. Δεν ήθελα τα τυπικά χτυπήματα του ζεϊμπέκικου. Κάποια στιγμή ζητάω από τον Καπηλίδη να βγάλει το πουκάμισό του. “Σοβαρολογείτε;” με ρωτάει. “Απολύτως” του απαντάω. Βγάζει το πουκάμισο και ζητάω αν υπάρχει στο στούντιο καμιά προβιά για να φορέσει! Προβιά βέβαια δεν βρήκαμε, αλλά λέω στον Καπηλίδη να σκεφτεί ότι είναι ένας Βίκινγκ και να παίξει το κομμάτι όπως θα έπαιζε το ζεϊμπέκικο ένας Βίκινγκ. Τα κατάφερε απόλυτα”.

Γράφει δε, πως ο Μητροπάνος δεν μπορούσε να τραγουδήσει το κομμάτι επί δύο εβδομάδες, λόγω άγχους. Ποτέ δεν αποκαλύφθηκε ακόμη, αν η “Ρόζα”, ήταν η εμβληματική επαναστάτρια Ρόζα Λούξεμπουργκ.

Νίκος Παπάζογλου: Δυο ιστορίες κι ένα κόκκινο μαντήλι

Σαν σήμερα, πριν από 10 χρόνια, έφυγε από τη ζωή ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες τραγουδοποιούς, ο Νίκος Παπάζογλου. Ο “Push Pull” ή “Κεραμιδόγατος”, όπως ήταν τα παρατσούκλια του, πέθανε από καρκίνο στις 17 Απριλίου του 2011, μερικές μέρες μετά τον θάνατο του αγαπημένου φίλου και συνεργάτη του Μανώλη Ρασούλη. 

Ο Νίκος Παπάζογλου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη είχε καταγωγή από την Κορμίστα Σερρών και ξεκίνησε την καριέρα του τη δεκαετία του 1960, περνώντας από τους Olympians και τους Zealot. Υπήρξε εμβληματική μορφή της συμπρωτεύουσας, αλλά και δημιουργός της λεγόμενης “Σχολή της Θεσσαλονίκης”, η οποία έφερε τα δικά της χαρακτηριστικά και “γέννησε” πολλούς καλλιτέχνες. Έγινε ευρέως γνωστός με το δίσκο του Μανώλη Ρασούλη, “Η εκδίκηση της γυφτιάς”.

Πέρα από δημιουργός και ερμηνευτής, ο Νίκος Παπάζογλου υπήρξε παραγωγός, ηχολήπτης, ενορχηστρωτής και μουσικός, ενώ είχε βάλει το “χέρι” τους σε πολλές σπουδαίες δουλειές καλλιτεχνών, που κατάφεραν μετέπειτα να κάνουν σημαντική καριέρα. Στη μακρά του πορεία συνεργάστηκε με τις διαφορετικές ιδιότητές του με μεγάλα ονόματα της ελληνικής μουσικής, όπως με τους Διονύση Σαββόπουλο, Μανώλη Ρασούλη, Νίκο Ξυδάκη, Σωκράτη Μάλαμα.

 Η ευαισθησία, η απλότητα και ο λυρισμός του, κύρια στοιχεία των τραγουδιών του και της χαρακτηριστικής ερμηνείας του, ξεχωρίζουν. Ο ίδιος επηρέασε σε μεγάλο βαθμό την ελληνική μουσική, ενώ στήριξε και βοήθησε αρκετούς καλλιτέχνες και συγκροτήματα στα πρώτα τους βήματα, μέσα από το στούντιό του, το Αγροτικόν, στη Θεσσαλονίκη. Σημείο κατατεθέν του, αναφορικά με την εμφάνισή του, ήταν το κόκκινο μαντήλι που είχε πάντοτε δεμένο στον λαιμό του και που μέχρι σήμερα συνοδεύει σαν εικόνα το όνομά του.
 
Ο Νίκος Παπάζογλου επί σκηνής
Ο Νίκος Παπάζογλου επί σκηνής  EUROKINISSI

Ο ποιητής με το κόκκινο μαντήλι

Ο ίδιος σε μια συνέντευξη που παραχώρησε στην εκπομπή της ΝΕΤ, “Έχει γούστο”, με τη Μπίλιω Τσουκαλά στις 5/12/2008, ρωτήθηκε για το περιβόητο μαντήλι και αποφάσισε να πει την ιστορία του, ενώ ανέφερε πως δεν έχει μόνο ένα τέτοιο κόκκινο μαντήλι, αλλά πολλά ίδια, τα οποία αλλάζει κάθε φορά.

Όπως ανέφερε: «Άρχισα να το φορώ για τη μοτοσικλέτα, γιατί, ξέρεις, καρφώνονται μέλισσες στον λαιμό σου, ό,τι θέλεις. Και έμεινε. Άρχισε να με βοηθάει μετά στο τραγούδισμα πολύ, γιατί κρατάει τη θερμοκρασία του λαιμού σταθερή και είναι και ένα καταπληκτικό air – condition. Να σου πω πώς δουλεύει: Όταν κάνει πολλή ζέστη, γυρνάς τον κόμπο μπροστά, φεύγει η ζέστη και ανακουφίζεσαι. Όταν κρυώνεις, το γυρνάς πάλι και κλείνει. Και μετά αν κάνει πάρα πολλή ζέστη, το λύνεις και το αφήνεις έτσι και το έχεις έτοιμο για να σκουπιστείς, όποτε χρειάζεται.»

Βέβαια, σύμφωνα με τον ίδιο, έχει χρησιμεύσει και για να σκουπίσει τα δάκρυά του από λύπη ή έρωτα. Όπως θυμάται λίγο μετά, το κόκκινο μαντίλι το υιοθέτησε αποκλειστικά μετά από μία συναυλία στα Γιάννενα: «Αυτό έγινε από μια συναυλία στα Γιάννενα, νομίζω ήταν το 82, όπου κράτησε μία ολόκληρη ώρα και ο κόσμος είχε να λέει ότι είδε μια ολόκληρη συναυλία με κάποιον που φορούσε μαντήλι. Ε από ‘κει και πέρα έμεινε. Μια περίοδο δεν ήθελα να είναι τόσο χαρακτηριστικό πράγμα για μένα και ήθελα να το εγκαταλείψω, αλλά τελικά είπα όχι, δεν θα τους κάνω τη χάρη.»

Τέλος, στην ίδια συνέντευξη, ο Νίκος Παπάζογλου είπε ότι ευτυχώς που δεν το εγκατέλειψε, γιατί του βγήκε και ένα “ινδιάνικο” όνομα με αυτό το κόκκινο μαντίλι και είπε την παρακάτω ιστορία: «Στη Νίσυρο, όταν έκανα μια συναυλία στο ηφαίστειο, μια γριούλα είδε όλον αυτόν τον κόσμο να ανεβαίνει στο ηφαίστειο νυχτιάτικα και λέει “πού πάνε όλοι αυτοί; Της λένε ότι υπάρχει συναυλία επάνω και ότι τραγουδάει ο Νίκος Παπάζογλου. “Νίκος Παπάζογλου, ποιος είναι αυτός;” λέει. Και μετά από λίγο λέει μόνη της: “Α, ο που φορεί μαντήλι!”».

Οι ιστορίες των τραγουδιών του

Ο Νίκος Παπάζογλου επί σκηνής
Ο Νίκος Παπάζογλου επί σκηνής  EUROKINISSI

“Αύγουστος”: Ένας ανεκπλήρωτος έρωτας

(Χαράτσι, 1984)

Ο “Αύγουστος” γράφτηκε για έναν ανεκπλήρωτο έρωτα του Νίκου Παπάζογλου, αλλά και για την κόρη του, με τον ίδιο να διηγείται συχνά την ιστορία πίσω από το διάσημο τραγούδι του. Όπως είχε περιγράψει, όλα ξεκίνησαν όταν το σπίτι του στη Θεσσαλονίκη καταστράφηκε από τον μεγάλο σεισμό του 1978. Τότε, η σύζυγός του και η νεογέννητη κόρη του πήγαν στην Αμερική, ενώ ο ίδιος πήγε στο Πήλιο, στο σπίτι του Διονύση Σαββόπουλου, μέχρι να φτιαχτεί το δικό τους σπίτι. Εκεί, γνώρισε μια πολύ εντυπωσιακή γυναίκα και φοβήθηκε τόσο πολύ τον εαυτό του, ότι θα την ερωτευόταν, που έφυγε γρήγορα για τη Θεσσαλονίκη προκειμένου να μη χαλάσει τον γάμο του και έγραψε το τραγούδι.

Συγκεκριμένα, ο Νίκος Παπάζογλου ανέφερε χαρακτηριστικά:

“Το σπίτι μου ήταν κατεστραμμένο από τον σεισμό του 1978, είχε κοπεί σαν πράσο γύρω γύρω. Η Βαρβάρα με τη νεογέννητη μικρή μας πήγε στην Αμερική και με φώναξε ο Σαββόπουλος στο Πήλιο, για να μην κάθομαι μονάχος μου. Εκεί, έπεσε μπροστά σε μία φοβερή καλλονή. Φοβήθηκα τόσο πολύ, μην ερωτευτώ. Επέστρεψα στη Θεσσαλονίκη, κλείστηκα στο σπίτι και έγραψα τον “Αύγουστο”. Ποτέ δεν τον είχα γράψει στο χαρτί, τον είχα στο μυαλό μου. Η γυναίκα αυτή τα ξέρει όλα, ξέρει ότι γράφτηκε για αυτήν το τραγούδι. Και η Βαρβάρα τα ξέρει. Το τραγούδι αυτό ήταν στην πραγματικότητα κάτι ανάμεσα σε αυτή την κοπέλα και στην κόρη μου, που μόλις είχε γεννηθεί. Το μισό είναι για την κόρη μου και το μισό για αυτή την κοπέλα. Πάντως, εγώ πανικοβλήθηκα, πήγα κλείστηκα σπίτι και χωρίς να το γράψω στο χαρτί, το τραγούδησα. Μέσα σε 20 λεπτά”.

Στίχοι:

Μα γιατί το τραγούδι να ‘ναι λυπητερό

με μιας θαρρείς κι απ’ την καρδιά μου ξέκοψε

κι αυτή τη στιγμή που πλημμυρίζω χαρά

ανέβηκε ως τα χείλη μου και με ‘πνιξε

φυλάξου για το τέλος θα μου πεις

Σ’ αγαπάω μα δεν έχω μιλιά να στο πω

κι αυτό είναι ένας καημός αβάσταχτος

λιώνω στον πόνο γιατί νιώθω κι εγώ

ο δρόμος που τραβάμε είναι αδιάβατος

κουράγιο θα περάσει θα μου πεις

Πώς μπορώ να ξεχάσω τα λυτά της μαλλιά

την άμμο που σαν καταρράχτης έλουζε

καθώς έσκυβε πάνω μου χιλιάδες φιλιά

διαμάντια που απλόχερα μου χάριζε

θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό

Σε ποιαν έκσταση απάνω σε χορό μαγικό

μπορεί ένα τέτοιο πλάσμα να γεννήθηκε

από ποιο μακρινό αστέρι είναι το φως

που μες τα δυο της μάτια πήγε κρύφτηκε

κι εγώ ο τυχερός που το ‘χει δει

Μες το βλέμμα της ένας τόσο δα ουρανός

αστράφτει συννεφιάζει αναδιπλώνεται

μα σαν πέφτει η νύχτα πλημμυρίζει με φως

φεγγάρι αυγουστιάτικο υψώνεται

και φέγγει από μέσα η φυλακή

Πώς μπορώ να ξεχάσω τα λυτά της μαλλιά

την άμμο που σαν καταρράχτης έλουζε

καθώς έσκυβε πάνω μου χιλιάδες φιλιά

διαμάντια που απλόχερα μου χάριζε

θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό

Ο Νίκος Παπάζογλου επί σκηνής
Ο Νίκος Παπάζογλου επί σκηνής  EUROKINISSI

“Φύσηξε ο Βαρδάρης”: Τραγωδία ή μύθος;

(Μέσω Νεφών, 1986)

Το “Φύσηξε ο Βαρδάρης” συνοδεύεται από μια τραγική ιστορία, που θέλει το τραγούδι να είναι αφιερωμένο στην αδικοχαμένη αδερφή του Νίκου Παπάζογλου, η οποία σκοτώθηκε όταν ο ίδιος ήταν παιδί. Συγκεκριμένα, η ιστορία λέει πως όταν ο Νίκος Παπάζογλου ήταν μικρός, τον πήγαινε στο σχολείο η αδερφή του. Ένα πρωινό στη στάση του λεωφορείου, κάτω από καταρρακτώδη βροχή, ο οδηγός έχασε τον έλεγχο και σκότωσε την αδελφή του μπροστά στα μάτια του.

Ωστόσο, φαίνεται πως πρόκειται για μύθο και όχι για πραγματική ιστορία, αφού οι πληροφορίες για αυτή την ιστορία είναι ελάχιστες, ενώ ο ίδιος φέρεται να μην ξεκαθάρισε ποτέ αν ισχύει. Έτσι, ίσως να πρόκειται για παρανόηση των στίχων: Πριν να σε χορτάσουνε τα μάτια μου / σε άρπαξε θαρρείς το λεωφορείο, κι έμεινα να κοιτώ καθώς χανόσουνα / κι έφτανε ως το κόκαλο το κρύο”.

Στίχοι:

Φύσηξε ο Βαρδάρης και καθάρισε

Ήλιος λες και τελείωσε ο χειμώνας

Βγήκα μια βόλτα και μπροστά της βρέθηκα

Στάθηκα κι απόμεινα κοιτώντας

Φλόγες ζωηρές που τρεμοπαίζουνε

τα ρούχα, τα μαλλιά της στον αέρα

Στη στάση πέρα δώθε σπινθηρίζουνε

τα δυο της μάτια, κάρβουνα αναμμένα

Πριν να σε χορτάσουνε τα μάτια μου

σε άρπαξε θαρρείς το λεωφορείο

κι έμεινα να κοιτώ καθώς χανόσουνα

κι έφτανε ως το κόκαλο το κρύο

 

 

Μοίρασε το άρθρο!