«Πάνας» – «Με  τα  φτερά…» Δύο ποιήματα του Αριστομένη Λαγουβάρδα

Πάνας

Με  φτερά  τις  οπλές  σου  τραγοπόδη  πέτα,

δώσε    μουσική    με    τον    αυλό    σου,

και     ξέχνα    πια    το  βάσανό   σου,,

-τα  γέλια  των  Θεών-  και  μπρός  ξεπέτα

την  ωραία  ψυχή  σου,  και  με  τρομπέτα,

διαλάλησε    παντού   το    όνειρό   σου:

‘’Ειρήνη,   ομορφιά    η    επωδός   σου”.

Τράβα    το   κουπί    μεγάλε    “Ερέτα”

της  αρμονίας,  του  κεφιού,  και  αμόλα

τούς    πανίσκους,    και   στη   μάχη,

ρίξε  την  άγρια  τέχνη,  την  εκηβόλα.

Θα   σε   αγαπήσει    έτσι    η    Δρυόπη,

για  την  ψυχή, την  μουσική  σου,κι’ ας θάχει

αρχίσει  νά  μετρά  η  Αιωνιότη…

                              Αριστομένης  Λαγουβάρδος

 

Με  τα  φτερά…

Με  τα  φτερά  στόν  άνεμο  ανοιγμένα,

τα  παραμύθια  πέταξαν,

πάνω  από  τη  Νήσο  τον  τζιτζικιών.

Αλλά  τα  μάτια  των  παιδιών,

είναι  στραμένα  στα  φλουριά  του  αράπη

και  τα  κορίτσια  ρίχνουν  κάτω  τα  αυγά,

μήπως  κι’ οι  καλύβες  γίνουν  παλάτια.

Μόνο ν’ ανάψουνε  στα  σκοτάδια  τα  φώτα

απ’ τα  Σάρδηνα  τη  χρυσαφένια  χώρα.

Και  από  ένα  καρύδι  θα  βγαίνει  πάντα,

μια  ανέμη  χρυσή,

όπως  με  το  κάψιμο  μιάς  τρίχας,

έρχεται  η  νεράιδα  και  τα  τελώνια.

Λένε  πώς  οι  καλικάντζαροι  μασκαρεύονται 

τα  Χριστούγεννα  κι’  αρπάζουν  τις  τηγανίτες.

Τραγουδάν  με  τις  σουβλερές  φωνές  τους

και  σηκώνουν  τις  ουρές  μεθυσμένοι.

Αλλά  πίσω  τους  ανεβαίνουν  καπνοί

και  στων  παπούδων  τα  γόνατα

αναπαύονται  όνειρα  περασμένα.

Σε  καβαλάρηδες   δυνατούς  στρώνει 

ο  άνεμος  το  χαλί  του 

και  τα  σκονισμένα  μάτια  του

φουντώνουν  τα  καλαμπόκια.

κάνει  τις  κότες   να  κακαρίζουν 

πάνω  στ’  αβγά  τούς.

Μα  οι  πασχαλιές  θάρθουν  ολόχαρες

με  κόκκινες  φλογέρες  να  ξυπνήσουν

τις  ολόγυμνες  νεράϊδες.

         Τότε  αυτές  θα  κατέβουν  από  τα 

βαθύσκια  δάση  να  λουστούν  στη  λίμνη,

και  θα  βγεί  ο  γελαδάρης  με  το  τριμμένο

γιλέκο  και  τα  άσπρα  λαγωνικά  από  τις 

καλαμιές,  να  τούς  προσφέρει

το  χρυσό  κάνιστρο,  γεμάτο  από  άνθη 

του  Μάη.

Πέταξε  τώρα  εσύ  στις  μυστικές  κοιλάδες,

με  τα  μάτια  ενός  αητού,  με  το  σουραύλι

μιάς  αηδόνας.

Με  της  αρκούδας  την  τριχωτή  προβειά

στίς  παγωμένες  κορφές  των  Ουραλίων.

Όπως  το  τραγούδι  του  κότσυφα

κυματίζει  στην  πάχνη  των  κήπων,

όπως  οι  νυχτερίδες  φιλάν  τα  μικρά  τους

στις  απόκοσμες  σπηλιές  της  Νεβάδας.

Γιατί  τότε  και  συ  με  τα  παλιά  τραγούδια

στο  στόμα,  θα  περπατήσεις  αγέρωχος

στους  σκοτεινούς  δρυμούς,  σαν  ζαρκάδι

ή  σαν  λιοντάρι.

Σύ  που  ξύπνησες  κάτω  από  μιά  κληματαριά,

με  τα  πρωΪνά  σου  όνειρα  ανθισμένα,

θα  γίνεις  κάποτε  και  συ  ένα  φωτεινό  άστρο

και  θα  λάμπεις  στα  χρώματα  του  δικού  σου

ουράνιου  τόξου.

Μέσα  σ ‘ ένα  αθέριστο  κάμπο, 

βλέπω  το  μαντήλι  σου  να  κυματίζει,

μέσα  σε  μιά  σκοτεινή  νύχτα,

βλέπω  το  φως  σου  να  οδηγεί.

                     Αριστομένης  Λαγουβάρδος

 

             ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ του Αριστομένη Λαγουβάρδα
Γεννήθηκε στην Έμπαρο Ηρακλείου Κρήτης.

Διπλωματούχος ΜΗΧ/ ΓΟΣ   ΜΗΧ/ΚΟΣ  του Πολυτεχνείου Νεαπόλεως Ιταλίας.

Ζεί στο Ηράκλειο Κρήτης.

                         ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ (ποίηση)

1) Το τέλος της αθωότητας                (Τυποκρέτα Καζανάκης Ηράκλειο)

2) Καθώς κυλά το ρόδινο ποτάμι.              ”             ”                    ”  

3) Στα απόκρυφα τοπία της μοναξιάς  ( υπό έκδοση )

Μοίρασε το άρθρο!