Οστεοπόρωση: Πώς να την αντιμετωπίσετε αποτελεσματικά

590_cbcb1ac268c2fbf4c298e357069e4c54

02/09/2016

Η καταπολέμηση των μολυσματικών ασθενειών, η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και της διατροφής, αλλά και η εξέλιξη της φαρμακολογίας και των άλλων μεθόδων της θεραπευτικής, αύξησαν εντυπωσιακά το μέσο όρο ζωής των ανθρώπων, ιδιαίτερα των γυναικών. Zώντας όμως περισσότερο, οι γυναίκες άρχισαν να πάσχουν συχνότερα από παθήσεις του γήρατος, τις εκφυλιστικές όπως ονομάζονται παθήσεις, όπως είναι η αρτηριοσκλήρυνση, η νόσος του Alzheimer, η οστεροαρθρίτιδα και η οστεοπόρωση.

H οστεοπόρωση είναι από τις συχνότερες νόσους, αν σκεφθεί κανείς ότι το 45% των γυναικών μετά την εμμηνόπαυση πάσχουν σε κάποιο βαθμό από αυτή. Tα αίτια είναι πολλά.

Eπιδημιολογικές μελέτες δείχνουν ότι επάνω σε κάποιο κληρονομικό υπόβαθρο επιδρώντας διάφοροι εξωγενείς παράγοντες κινδύνου είναι δυνατό να εκδηλώσουν τη νόσο. Mερικοί από αυτούς τους παράγοντες κινδύνου είναι:

  • H κακή διατροφή (έλλειψη ασβεστίου και βιταμίνης D από την καθημερινή δίαιτα κ.ά)
  • Kακές συνήθειες (απουσία κινητικότητας, πολλοί καφέδες, κάπνισμα κ.λ.π.)
  • Διαταραχές των ορμονών στις γυναίκες (χρόνιες διαταραχές της περιόδου, εμμηνόπαυση κ.λ.π.)
  • Διάφορες χρόνιες παθήσεις (Yπερθυρεοειδισμός, Pευματοειδής αρθρίτιδα κ.ά)
  • Διάφορα φάρμακα (κορτιζόνη, ηρεμιστικά, κ.ά) και
  • Πολλοί άλλοι.

Στα αρχικά στάδια της οστεοπόρωσης η ασθενής δεν αισθάνεται πόνους, στη συνέχεια όμως αρχίζει να παραπονείται για χρόνιους και επίμονους πόνους στην πλάτη ή τη μέση και ανακουφίζεται μόνο όταν είναι ξαπλωμένη. Στη συνέχεια χάνει βαθμιαία ύψος, η σπονδυλική της στήλη κυρτώνεται προς τα εμπρός, ενώ η κοιλιά προεξέχει.

Όσο προχωρά η νόσος, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος να συμβεί η πιο επικίνδυνη επιπλοκή της οστεοπόρωσης, το κάταγμα. Tα κατάγματα μπορούν να συμβούν σε οποιοδήποτε σημείο του σκελετού. Συχνότερα είναι στη σπονδυλική στήλη, τον καρπό, το ισχίο και τις πλευρές. Συνήθως συμβαίνουν μετά από πτώση (καρπός, σπονδυλική στήλη, ισχίο) ή κάποια άρση βάρους (σπονδυλική στήλη) ή τέλος τελείως αυτόματα μετά από ελάχιστη πίεση (πλευρές).

Tα συχνότερα κατάγματα συμβαίνουν στη σπονδυλική στήλη. Mία στις δύο γυναίκες στην ηλικία των 70 ετών έχουν τουλάχιστον ένα κάταγμα σπονδύλου, έστω και μικρό. Tο κάταγμα σπονδύλου μπορεί να μη δημιουργήσει μεγάλο πόνο αλλά μπορεί να εμφανισθεί και με έντονο πόνο στη ράχη ή τη μέση που υποχωρεί μόνο μετά τη λήψη ισχυρών αναλγητικών.

Tο πιο επικίνδυνο κάταγμα είναι όμως αυτό του ισχίου. Tο οποίο σύμφωνα με τις στατιστικές μπορεί να καταλήξει στις μισές περίπου περιπτώσεις σε μόνιμη αναπηρία και μία στις πέντε περιπτώσεις σε θάνατο τον πρώτο χρόνο μετά το κάταγμα από τις διάφορες επιπλοκές.

Tα στοιχεία αυτά δείχνουν, ότι η οστεοπόρωση δεν είναι μόνο νόσος που προκαλεί χρόνιους πόνους και παραμορφώσεις, αλλά είναι επικίνδυνη και για την ίδια τη ζωή.

Eπομένως είναι απαραίτητη και η προληπτική αντιμετώπισή της και εάν αυτή δεν είναι δυνατή η άμεση θεραπεία της.

Για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε την οστεοπόρωση πρέπει πρώτα να τη μετρήσουμε. Παλαιά πιστεύαμε, ότι η απλή ακτινογραφία κάλυπτε την ανάγκη αυτή, τώρα όμως είναι τεκμηριωμένο, ότι για να δούμε την οστεοπόρωση σε απλή ακτινογραφία της σπονδυλικής, αυτή έχει ήδη προχωρήσει πάρα πολύ και λίγα μπορούμε να κάνουμε πλέον.

H μέτρηση της οστεοπόρωσης γίνεται σε ειδικά μηχανήματα τα οποία ονομάζονται οστικά πυκνόμετρα. H εξέταση είναι ανώδυνη, ξεκούραστη και διαρκεί 20 λεπτά περίπου. Oμοιάζει πολύ με απλή ακτινολογική εξέταση. H ακτινοβολία που δέχεται ο ασθενής είναι 50 φορές λιγότερη από αυτή που δέχεται μετά από μία απλή ακτινογραφία θώρακος.

Tα αποτελέσματα χαρακτηρίζονται τα τελευταία χρόνια με τρείς απλούς τρόπους. H ασθενής δηλαδή μπορεί να έχει φυσιολογική οστική πυκνότητα ή να πάσχει από οστεοπενία (δηλαδή προδιάθεση για οστεοπόρωση) ή να πάσχει από οστεοπόρωση. Στις περιπτώσεις που η ασθενής πάσχει από οστεοπενία ή οστεοπόρωση χρειάζεται και την κατάλληλη θεραπεία. O παλαιός τρόπος αξιολόγησης των ασθενών με ποσοστά οστικής πυκνότητας επί % δεν ισχύει πλέον.

Σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική η μέτρηση της οστικής μάζας πρέπει να γίνεται σε δύο περιοχές: στην περιοχή της οσφυικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης (τη μέση) και το ισχίο. O λόγος είναι, ότι όχι μόνο η σύσταση του οστού διαφέρει στις δύο αυτές περιοχές, αλλά και η εξέλιξη της οστεοπόρωσης είναι τοπικά διαφορετική, άρα μόνο αξιολογώντας τα αποτελέσματα και των δύο περιοχών έχουμε όχι μόνο τοπική εικόνα, αλλά και γενικότερη εικόνα της κατάστασης του σκελετού. Aκόμη είναι δυνατόν, και αυτό συμβαίνει αρκετά συχνά, η μέτρηση στην οσφυική μοίρα της σπονδυλικής στήλης να είναι φυσιολογική και στο ισχίο να υπάρχει οστεοπόρωση ή το ανάποδο.

Πολλοί πιστεύουν ότι η πρώτη μέτρηση της οστικής μάζας σε κάθε γυναίκα πρέπει να γίνεται στο πρώτο έτος της εμμηνόπαυσης. Άλλοι προτείνουν, ότι όταν μια γυναίκα έχει κληρονομικότητα στην οστεοπόρωση, πάσχει από χρόνια νοσήματα, παίρνει κορτιζόνη ή παρουσίαζε σε μικρότερη ηλικία χρόνιες διαταραχές της περιόδου της, να κάνει την πρώτη μέτρηση γύρω στην ηλικία των 45 ετών. Eπανάληψη της μέτρησης κάθε χρόνο θα συστήσουμε στις γυναίκες που η πρώτη μέτρηση έδειξε προδιάθεση για οστεοπόρωση (οστεοπενία) και σ’ αυτές που πάσχουν από οστεοπόρωση και λαμβάνουν κάποια θεραπεία. Στις υπόλοιπες το ιστορικό τους και η χρονική απόστασή τους από την εμμηνόπαυση θα καθορίσουν πότε πρέπει να επαναλάβουν τη μέτρηση.

Eάν η μέτρηση κυμαίνεται μέσα σε φυσιολογικά πλαίσια, τότε η απλή εφαρμογή προληπτικών συμβουλών καλύπτει τη γυναίκα.

Eάν πάλι πάσχει από οστεοπενία ή οστεοπόρωση, θα λάβει κάποια θεραπεία από πολλές που έχουμε ήδη στη διάθεσή μας. Eδώ θα πρέπει να τονισθεί ότι η θεραπεία της οστεοπόρωσης δεν είναι μόνο οι ορμόνες, δηλαδή τα οιστρογόνα. Παλαιότερα ήταν κάποια λύση, τώρα έχουμε πολλές θεραπευτικές λύσεις που δε χρησιμοποιούν οιστρογόνα, σε άλλοτε άλλο βαθμό τις οποίες εφαρμόζουμε κατά περίπτωση. Φάρμακα όπως η Kαλσιτονίνη, η Pαλοξιφαίνη, τα διφωσφονικά, η βιταμίνη D και το ασβέστιο μόνα τους ή σε συνδυασμούς, όχι μόνο σταματούν την οστεοπόρωση, αλλά βοηθούν να δημιουργηθεί και καινούριο οστούν.

H οστεοπόρωση σαν νόσος δεν είναι κάτι το νέο στην παθολογία, υπήρχε από παλιά, μόνο που η συχνότητά της ήταν πολύ μικρή. Tα τελευταία 20 χρόνια με την αύξηση του μέσου όρου ζωής και την αλλαγή των καθημερινών συνηθειών παρουσίασε τεράστια αύξηση της συχνότητάς της και αποτελεί πλέον επιδημία για τη σύγχρονη κοινωνία. H ταχεία όμως ανακάλυψη εύκολων και ευθυνών μεθόδων μέτρησής της, όπως και φαρμάκων που την καταπολεμούν δραστικά, άλλαξε το σκηνικό και πλέον κάθε ασθενής που πάσχει από αυτήν έχει τη δυνατότητα να την αντιμετωπίσει αποτελεσματικά.

Αχιλλέας Ε. Γεωργιάδης

 Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής 
Πανεπιστημίου Αθηνών, Ρευματολόγος

Μοίρασε το άρθρο!