Στις 24 Φεβρουαρίου του 2010, ο Υπουργός Υγείας έξω από το Μέγαρο Μαξίμου ανακοινώνει ότι η χώρα είναι θωρακισμένη και δεν χρειάζεται επιπλέον μέτρα. Όμως στις 6 Μαρτίου ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας ανακοινώνει ότι ποσοστό 10-15% του πληθυσμού είναι πιθανό να νοσήσει. Στις 11 Μαρτίου τα μηνύματα από γιατρούς για την πραγματική κατάσταση που επικρατεί είναι δυσοίωνα. Τι έχει μεσολαβήσει σε αυτές τις 15 μέρες;
Που βρισκόμαστε σήμερα
Η έλλειψη προετοιμασίας τελικά επιβεβαιώθηκε στα πρώτα κρούσματα, όπως σημειώνουν οι ειδικοί, και συγκεκριμένα με αρχή το γκρουπ των εκδρομέων από τους Άγιους Τόπους, που για ημέρες ασθενείς με κοροναϊό κυκλοφορούσαν χωρίς κανένα μέτρο προφύλαξης, καθώς ο ΕΟΔΥ δεν έδινε το «πράσινο φως» για έλεγχο επειδή δεν είχαν ταξιδέψει στην Ιταλία. Η ιχνηλάτηση των κρουσμάτων κατέρρευσε. Το ντόμινο των περιστατικών δείχνει τον απόλυτο αιφνιδιασμό και τη διασπορά του κορωναϊού, όπως επισημαίνουν ειδικοί γιατροί.
Η Ένωση Νοσοκομειακών Γιατρών Αθήνας – Πειραιά κατηγορεί την κυβέρνηση για πλήρη υστέρηση της αντιμετώπισης στα δημόσια νοσοκομεία: «Παρά τις έγκαιρες επισημάνσεις των νοσοκομειακών γιατρών, εδώ και πάνω από έναν μήνα, κανένα ουσιαστικό μέτρο ενίσχυσης και στελέχωσης του δημόσιου συστήματος υγείας δεν έχει ληφθεί από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Ούτε μία νέα κλίνη μονάδας εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ) δεν έχει ανοίξει, ούτε μια νέα πρόσληψη μόνιμου προσωπικού δεν έχει γίνει. Είναι σαφές πως εμφάνιση πολλών βαρέων περιστατικών ταυτόχρονα, που αναμένεται με την αύξηση των προσβεβλημένων ασθενών από τη λοίμωξη, θα οδηγήσει σε κατάρρευση του ήδη αποδυναμωμένου δημόσιου συστήματος περίθαλψης».
Το «κρούσμα μηδέν»
Όμως το παραπάνω περιστατικό αποδείχθηκε πως ήταν μόνο η αρχή. Το τελευταίο αντίστοιχο γεγονός καταγράφηκε την Τετάρτη στο νοσοκομείο ”Αλεξάνδρα” με ασθενή ο οποίος νοσηλεύτηκε επί ώρες χωρίς προφυλάξεις. Κάτι που εκτός από τα κενά στο σύστημα ελέγχου, δείχνει επίσης ότι οι αντοχές του συστήματος υγείας είναι περιορισμένες, αφού κάθε υγειονομικός που έρχεται σε επαφή με κρούσματα που φτάνουν στα Νοσοκομεία, χωρίς να γνωρίζουν την κατάστασή τους, βγαίνει σε υποχρεωτική καραντίνα. Δεκάδες γιατροί και νοσηλευτές έχουν τεθεί σε κατ’οίκον περιορισμό, γεγονός που εκτός των άλλων περιορίζει και το προσωπικό του συστήματος Υγείας. Και δυστυχώς, υπάρχει ανησυχία πως θα ακολουθήσουν και άλλες τέτοιες περιπτώσεις.
Ταυτόχρονα, παρότι είναι γνωστό εδώ και αρκετές εβδομάδες ότι η νόσος εξαπλώνεται και ότι θα χρειαστεί η κινητοποίηση όλου του συστήματος υγείας, οι μονάδες του ΕΣΥ βρέθηκαν χωρίς προμήθειες. Ιατρικές πηγές, αναφέρουν ότι από τις υπηρεσίες των Υγειονομικών Περιφερειών δόθηκε εσπευσμένη εντολή στις υγειονομικές μονάδες να κάνουν εξωσυμβατικές προμήθειες υλικών. Όμως στο μεταξύ οι τιμές είχαν εκτοξευτεί και είχαν ξεπεράσει τις τιμές παρατηρητηρίου, με αποτέλεσμα να απαιτηθεί εκ νέου κεντρική προμήθεια και νέες καθυστερήσεις. Σε κάθε περίπτωση καταγράφονται ελλείψεις υλικών σε όλα τα επίπεδα ενώ οι οδηγίες προς το προσωπικό αλλάζουν καθημερινά, δείγμα ότι οι αρμόδιοι φορείς τρέχουν πίσω από τις εξελίξεις.
Μετά τα πρώτα κρούσματα και αρκετά καθυστερημένα δόθηκαν οδηγίες για περιορισμό της πρόσβασης στα νοσοκομεία και διαλογής των περιστατικών, όμως ήδη είχαν καταγραφεί επικίνδυνες καταστάσεις ενώ χειρότερη είναι η κατάσταση στην πρωτοβάθμια περίθαλψη. Ακόμη και τώρα όμως υπάρχουν περιπτώσεις όπως στο νοσοκομείο «Σωτηρία», όπου ασθενείς ύποπτοι για κορωνοϊό κλείστηκαν όλοι μαζί στο κοντέινερ της διαλογής, με αποτέλεσμα να κινδυνέψουν αν κάποιος ήταν θετικός. Καθώς η ανησυχία του κόσμου εντείνεται, σύμφωνα με καταγγελίες, φαίνεται να έχει καταρρεύσει και το τηλέφωνο ενημέρωσης του ΕΟΔΥ, στο οποίο πρέπει κάποιος να αναφέρει ότι έχει τη συμπτωματολογία. Πολίτες ανέφεραν πως η σχετική υπηρεσία, με την οποία επιχείρησαν να επικοινωνήσουν, έχει βγει εκτός λειτουργίας.
Δύσκολη η κατάσταση στο Λεκανοπέδιο – Καλύτερα στην επαρχία
Παράγοντες της υγείας σημειώνουν ότι η κατάσταση στο Λεκανοπέδιο, μετά την προχειρότητα των πρώτων ημερών, είναι δύσκολα διαχειρίσιμη πλέον ενώ καλύτερη είναι η εικόνα στις επαρχίες. Πάντως όπως αναφέρουν αρκετοί, καθώς οι συνθήκες είναι πλέον έκτακτες, θα έπρεπε ήδη να έχουν οριστεί συντονιστές της κατάστασης ανά υγειονομική περιφέρεια και ανά νομό, ώστε να υπάρξει διαχείριση και έλεγχος. Διαφορετικά, το σύστημα θα κινδυνέψει με κατάρρευση.
Τέλος, σύμφωνα με ιατρικές πηγές, το Υπουργείο έχει καθυστερήσει να ζητήσει τη συνδρομή των ιδιωτών γιατρών. Ενδεχομένως θα έπρεπε να έχει αποφασιστεί η υποχρεωτική ένταξή συγκεκριμένων ειδικοτήτων στο σύστημα, προκειμένου να εξετάζουν κατ΄οίκον τα πιθανά κρούσματα ή να συνδράμουν τις ανάγκες των Νοσοκομείων, όσο το μόνιμο προσωπικό θα τίθεται «εκτός».
Αν σε όλα αυτά προστεθεί η καταστροφική μέχρι πρότινος επιλογή της κυβέρνησης να εργαλειοποιεί τις αντιεπιστημονικές απόψεις της ιεραρχίας της Εκκλησίας για να αποκομίσει πολιτικό όφελος και δεν φροντίζει να επιβάλει τους ενδεδειγμένους περιορισμούς, επιτείνει τη σύγχυση στην κοινή γνώμη και τους κινδύνους για τη δημόσια υγεία. Οι απόψεις που εκφράζουν βουλευτές και υπουργοί με αποκορύφωμα τις φαιδρότητες του αντιπροέδρου του κόμματος, είναι πλέον εξόχως επικίνδυνες για τη δημόσια υγεία.
Για να γίνει αυτό βέβαια -να τοποθετηθεί, δηλαδή, με σαφήνεια, υπεύθυνα και θεσμικά ο πρωθυπουργός- έπρεπε να αδειάσει πρώτα αρκετούς βουλευτές τού κόμματός του. Ο λόγος για εκείνους οι οποίοι, τις προηγούμενες ημέρες, επιδεικνύοντας μια τουλάχιστον ανεύθυνη στάση σε ένα εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα ζωής ή θανάτου,πίστευαν και έλεγαν ακριβώς τα αντίθετα από αυτά που είπε στο διάγγελμά του ο Μητσοτάκης, ότι: «Δεν θέλουμε να βλάψουμε τον εαυτό μας και αυτούς που αγαπάμε. Προσωπικά ένιωσα έντονη την ανάγκη να επικαλεστώ την πίστη μου. Ως πρωθυπουργός οφείλω να ακούσω τους ειδικούς επιστήμονες. Ότι ισχύει για τις δημόσιες συναθροίσεις ισχύει και για τις εκκλησίες.»