«Θερμαίνεται» η αγορά ακινήτων: Ισραηλινοί και Τούρκοι αγοράζουν… Θεσσαλονίκη

Άγκυρα… σταθερότητας αναζητούν στην κτηματαγορά της συμπρωτεύουσας Τούρκοι επενδυτές, ενώ οι Ισραηλινοί δείχνουν προτίμηση σε «φιλέτα» στο ιστορικό κέντρο για επιχειρηματική χρήση.

ΖΕΣΤΑΙΝΕΤΑΙ η αγορά ακινήτων στη Θεσσαλονίκη, η οποία εμφανίζει θετικές προοπτικές για επενδυτές που δραστηριοποιούνταν σε αγορές του εξωτερικού. Την τελευταία διετία στη Βόρεια Ελλάδα αυξάνεται με σημαντικούς ρυθμούς η ζήτηση ακινήτων από ξένους αγοραστές προερχόμενους κυρίως από το Ισραήλ και την Τουρκία. «Επενδυτές που είχαν ακίνητα στο Ισραήλ και την Κωνσταντινούπολη πωλούν τα ακίνητά τους, κρίνοντας ότι οι τιμές εκεί πλέον έχουν πιάσει «ταβάνι» και στρέφονται στην ελληνική κτηματαγορά, στην οποία διακρίνουν πολλές ευκαιρίες», εξηγεί ο πρόεδρος της Ενωσης Μεσιτών Ακινήτων Πιστοποιημένων Πραγματογνωμόνων Ελλάδας, Νίκος Μανομενίδης.

Της Μαρίας Σμιλίδου
maria.smilidou@gmail.com

Οι διακυμάνσεις των ισοτιμιών κατά την τελευταία δεκαετία και η πτώση των τιμών των ακινήτων στη χώρα μας λειτούργησαν συνδυαστικά ως ισχυρά επενδυτικά κίνητρα. Σύμφωνα με κτηματομεσιτικούς κύκλους, η τάση άρχισε να διαφαίνεται προ δύο ετών και σήμερα τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα εμφανίζεται Ισραηλινός ή Τούρκος επενδυτής. Στο ερώτημα γιατί το αυξανόμενο ενδιαφέρον εστιάζεται στα δύο συγκεκριμένα είδη επενδυτών, η απάντηση βρίσκεται στο γεγονός ότι Εβραίοι και Τούρκοι έχουν βαθιές ρίζες και ιστορική σύνδεση με την πόλη της Θεσσαλονίκης. Οι περισσότεροι έχουν οικογενειακές μνήμες και κάποιοι έχουν ακόμη και σήμερα μακρινούς συγγενείς. Στην πλειονότητά τους γνωρίζουν καλά τη γεωγραφία της πόλης και αντιστοίχως αναζητούν ακίνητα, για διαφορετικούς όμως σκοπούς.

Τούρκοι επενδυτές στρέφονται στην κτηματαγορά της συμπρωτεύουσας, αναζητώντας ένα πιο σταθερό και ασφαλές περιβάλλον για τους ίδιους και τις οικογένειές τους. Ενδιαφέρονται για ακίνητα της τάξης των 250.000 ευρώ στις καλές περιοχές της πόλης, όπως το Πανόραμα, η Νέα Κρήνη και η Καλαμαριά, αξιοποιώντας τα προνόμια του προγράμματος της χρυσής βίζας.

Αντιθέτως, οι Ισραηλινοί βλέπουν την οικία ως προϊόν επένδυσης και όχι ως κάτι στατικό προς ίδια χρήση. Παραμένουν σταθερά προσηλωμένοι στο ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης και επενδύουν αποκλειστικά με επιχειρηματικούς σκοπούς. Πρόκειται για τη μεσαία τάξη των Ισραηλινών αλλά και για κάποια επενδυτικά κεφάλαια που στοχεύουν σε εκμετάλλευση των ακινήτων μέσω της πλατφόρμας βραχυχρόνιας μίσθωσης τύπου Airbnb. Μεσίτης που συνεργάζεται με Εβραίους επενδυτές αναφέρει στη «Νέα Σελίδα» ότι «πρόκειται για πολίτες του κόσμου. Επενδύουν ταυτοχρόνως σε ακίνητα για χρήση Airbnb στη Βαρκελώνη, στο Λονδίνο, στην Αθήνα, στη Νέα Υόρκη και όσο οι επενδύσεις τούς αποφέρουν ρευστότητα τόσο περισσότερο αυξάνουν τα επιχειρηματικά ανοίγματά τους». Είναι ενδεικτικά τα πυκνά δημοσιεύματα στον ισραηλινό Τύπο το τελευταίο διάστημα, που αναφέρουν τη Θεσσαλονίκη ως μια εξαιρετική επενδυτική ευκαιρία στον τομέα της κτηματαγοράς.

Οι τάσεις της αγοράς

Παρουσιάζοντας την κινητικότητα που καταγράφεται στον χώρο της αγοράς ακινήτων, ο κ. Μανομενίδης τονίζει ότι πρόκειται για επενδύσεις σε πολλά μικρά διαμερίσματα ή σε μεγάλα κτίρια: «Αυτό που βλέπουμε είναι είτε πολύ μικρά ακίνητα, δηλαδή υπάρχουν επενδυτές που έχουν επενδύσει σε πάνω από 60 διαμερισματάκια, είτε πολύ μεγάλα κτίρια, τα οποία αναλαμβάνουν να αναμορφώσουν πλήρως».

Με βάση δε το επενδυτικό ενδιαφέρον που παρατηρείται λόγω της βραχυχρόνιας μίσθωσης, τροφοδοτείται αρκούντως και η παράπλευρη αγορά των ανακαινίσεων και των κατασκευών. Κτηματομεσιτικοί κύκλοι παραδέχονται ότι οι επενδύσεις με στόχο τη χρήση ακινήτων μέσω Airbnb έφεραν πολλές θετικές αλλαγές στον οικιστικό ιστό, ενεργοποιώντας μειονεκτικά ακίνητα που ήταν εγκαταλελειμμένα και βρίσκονταν στα αζήτητα ακόμη και προ κρίσης. Πρόκειται για παλιές πολυκατοικίες χωρίς ασανσέρ, με «τυφλά» ή και υπόγεια διαμερίσματα, οι οποίες πλέον αποτελούν σημαντική ευκαιρία για επενδυτές, μια και πωλούνται αντί πινακίου φακής, έπειτα από μια καλή ανακαίνιση έχουν όμως πολύ καλές αποδόσεις στη βραχυχρόνια μίσθωση.

«Έχουμε μια πάρα πολύ καλή αγορά με τιμές Αλβανίας και υποδομές Ευρώπης», αναφέρει στη «Νέα Σελίδα» ο πρόεδρος της Ενωσης Μεσιτών Ακινήτων Πιστοποιημένων Πραγματογνωμόνων Ελλάδας και εκφράζει την αισιοδοξία του για την ανάπτυξη του κλάδου: «Πιστεύω ότι πολύ γρήγορα σε πλαίσιο πενταετίας θα ξαναδούμε τις τιμές προ κρίσης στα ακίνητα της πόλης». Τα τελευταία χρόνια, εξάλλου, η Θεσσαλονίκη ως τουριστικός προορισμός έχει καταφέρει να τετραπλασιάσει τα νούμερά της.

Στο σταθερό ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών στη Βόρεια Ελλάδα προστίθενται, πάντως, και οι Βαλκάνιοι αγοραστές, οι οποίοι κατά την περίοδο της κρίσης έκαναν μικρές επενδύσεις με μέσο όρο συναλλαγών περί τα 50.000 ευρώ για μικρά διαμερίσματα μέσα στην πόλη. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για περιοχές στα κοντινά παράλια, όπως η Περαία και η Αγία Τριάδα, ενώ στα θετικά για τους ξένους αγοραστές συγκαταλέγεται και η μικρή απόσταση από το αεροδρόμιο «Μακεδονία». Οπως είναι, βέβαια, εύλογο, η αυξημένη ζήτηση κατοικιών έχει ήδη δώσει αξία στα ακίνητα, ανεβάζοντας τις τιμές από τα 700 ευρώ/τ.μ. στα 1.000 ευρώ/τ.μ., σύμφωνα με την κτηματομεσιτική αγορά.

Επάρκεια διαμερισμάτων για φοιτητές

ΕΝΟΨΕΙ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ακαδημαϊκού έτους, μεσιτικοί κύκλοι εκτιμούν ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα με την επάρκεια των διαμερισμάτων για τους φοιτητές. Ολοι, ωστόσο, συμφωνούν ότι η Θεσσαλονίκη θα έχει ανεβασμένα μισθώματα -στα προ κρίσης επίπεδα- για σπίτια που βρίσκονται πέριξ των πανεπιστημίων, όπως στην Καμάρα και το Σιντριβάνι. Πριν από δύο χρόνια μια γκαρσονιέρα στο κέντρο μισθωνόταν από 200 έως 250 ευρώ, ενώ πλέον η τιμή της έχει εκτοξευτεί στα 300-350 ευρώ. Πιο συμφέρον για τους ενδιαφερόμενους είναι να αναζητήσουν διαμέρισμα με 200-250 ευρώ σε περιοχές εκτός του κέντρου, όπως στην Τούμπα και τη Χαριλάου (ανατολικά) ή τη Νεάπολη και τη Σταυρούπολη (Δυτική Θεσσαλονίκη).

Μοίρασε το άρθρο!