Η ηλεκτρική καρέκλα και ο «Πόλεμος των Ρευμάτων»

Είμαι βέβαιος ότι σε χρονικό διάστημα έξι μηνών ο Γουέστινχαουζ θα σκοτώσει όποιον πελάτη ρισκάρει και προμηθευτεί οποιοδήποτε σύστημα του. Εκείνο που διαθέτει είναι ένα νέο είδος και απαιτούνται πολλά πειράματα για να μπει τελικά σε πρακτική εφαρμογή. Νομίζω ότι ποτέ δε θα είναι η χρήση του ασφαλής». O Τόμας Έντισον για τον Τζορτζ Γουέστινχαουζ και το Εναλλασσόμενο Ρεύμα (AC) του Τέσλα

Νέα Υόρκη, 6 Αυγούστου 1890, φυλακές Auburn. Δύο γεροδεμένοι δεσμοφύλακες ξύπνησαν από τις πέντε το πρωί τον τριαντάχρονο θανατοποινίτη κρατούμενο Γουίλιαμ Κέμλερ (William Kemmler, 1860-1890). O Κέμλερ είχε καταδικαστεί με την εσχάτη των ποινών. Η απόφαση ήταν τελεσίδικη, παρά την έφεση που έκανε και απορρίφθηκε στις 30 Δεκεμβρίου 1889. Περίμενε, λοιπόν, σήμερα την εκτέλεση της ποινής του. Αντίθετα με τους υπόλοιπους θανατοποινίτες που εκτελούνταν ως τότε με το βάρβαρο ικρίωμα, εκείνος ανέμενε να εγκαταλείψει τον «μάταιο τούτο κόσμο» μ’ έναν πιο σύγχρονο και «πολιτισμένο» τρόπο. Πιο γρήγορο, πιο υγιεινό, πιο ανθρώπινο και λιγότερο επώδυνο. Έτσι τουλάχιστον το παρουσίασε δημοσίως ο διευθυντής της φυλακής Charles F. Durston. Αυτός, με την υποχθόνια παρότρυνση του Έντισον, αγόρασε από τον Α. Κ. Μπράουν, πρώην διευθυντή της Western Union και συνεταίρο του Νίκολα Τέσλα, τρεις πατέντες του Σερβοαμερικανού εφευρέτη που σχετίζονταν με γεννήτριες Εναλλασσόμενου Ρεύματος υψηλής τάσης -απαραίτητες για την κατασκευή της ηλεκτρικής καρέκλας- χωρίς αυτό να το γνωρίζει ο Γουέστινχαουζ και ο Τέσλα. Σύντομα οι αρχές της φυλακής ανακοίνωσαν πως πλέον οι εκτελέσεις δε θα γινόταν με απαγχονισμό, αλλά στην ηλεκτρική καρέκλα, η οποία θα λειτουργούσε με το Εναλλασσόμενο Ρεύμα του Γουέστινχαουζ. Άθελα του έτσι ο Μπράουν παρείχε πολύτιμες υπηρεσίες στη δυσφημιστική εκστρατεία που εξαπέλυσε ο Έντισον κατά του Εναλλασσόμενου Ρεύματος και του πολυφασικού συστήματος Τέσλα.

Πρέπει να σημειωθεί βέβαια πως ο πρώτος άνθρωπος που επρόκειτο να εκτελεστεί με βάση το νέο Νόμο περί Ηλεκτροπληξίας (Electrocution Low)της Νέας Υόρκης ήταν ο Joseph Chappleau, καταδικασμένος σε θάνατο για τη δολοφονία του γείτονά του, ωστόσο η ποινή του μετατράπηκε τελικά σε σε ισόβια κάθειρξη κι έτσι τη σειρά του πήρε ο αμέσως επόμενος, ο William Kemmler.

Ο πρώτος θανατοποινίτης-πειραματόζωο

Στην όλη διαδικασία συμφώνησε τελικά και ο ίδιος ο Κέμλερ ελπίζοντας σ’ έναν «καλύτερο θάνατο». Ήταν κάτι το διαφορετικό από τον παραδοσιακό απαγχονισμό και σε κάθε περίπτωση όλοι πίστευαν πως του άξιζε. O Κέμλερ, γερμανικής καταγωγής μετανάστης, παιδί αλκοολικών γονέων που σταμάτησε το σχολείο στα δέκα του κι έκανε δουλειές του ποδαριού -με κύρια εκείνη του πλανόδιου πωλητή-, είχε καταλήξει βαρύς αλκοολικός και με πολύ βίαιη συμπεριφορά. Στις 29 Μαρτίου 1889, έπειτα από έναν ακόμη καυγά με τη σύζυγό του Matilda «Tillie» Ziegler, την κατακρεούργησε μ’ ένα τσεκούρι. Συνελήφθη, ομολόγησε, και καταδικάστηκε για φόνο. Η τελική ετυμηγορία, που βγήκε την 1η Ιανουαρίου του 1890, προέβλεπε να εκτελεστεί με θάνατο δια ηλεκτροπληξίας στην πρώτη ηλεκτρική καρέκλα που θα δοκιμάζονταν ποτέ στην ιστορία. Ήταν μια ξύλινη καρέκλα (το ξύλο είναι μονωτικό υλικό και κακός αγωγός του ηλεκτρισμού) που κατασκεύασαν ειδικά γι’ αυτό το σκοπό, γεμάτη με καλώδια συνδεδεμένα με μια γεννήτρια της εταιρείας Westinghouse από εκείνες που σχεδίασε το Τέσλα.

Μετά το πρωινό και μια προσευχή, ένας κουρέας ξύρισε το κεφάλι του θανατοποινίτη. Στη φυλακή επικρατούσε μια περίεργα ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα, καθώς άρχισαν να καταφθάνουν επίσημοι, μάρτυρες και δημοσιογράφοι. Στις 6:38 π.μ. μετέφεραν αλυσοδεμένο τον Κέμλερ στην αίθουσα εκτέλεσης, όπου ο διευθυντής των φυλακών παρουσίασε τον θανατοποινίτη στους 17 μάρτυρες που είχαν προσκληθεί ειδικά γι’ αυτό τον σκοπό. Ο Κέμλερ κοίταξε την ηλεκτρική καρέκλα και είπε: «Κύριοι, σας εύχομαι καλή τύχη. Πιστεύω ότι θα πάω σε ένα καλύτερο μέρος και είμαι έτοιμος να πάω». Οι μάρτυρες παρατήρησαν ότι ο Κέμλερ αρχικά «απολάμβανε» την εκτέλεσή του. Δεν ούρλιαζε, δεν έκλαιγε, δεν αντιστέκονταν και δεν διαμαρτυρόταν. Κάθισε στην ηλεκτρική καρέκλα, αλλά κατόπιν διατάχθηκε να σηκωθεί από τον φύλακα, ώστε να μπορέσει να κόψει μια τρύπα στο κοστούμι του, μέσω της οποίας έπρεπε να συνδεθεί ένα δεύτερο ηλεκτρικό καλώδιο. Αφού έγινε αυτό, ο Κέμλερ κάθισε και πάλι στην ηλεκτρική καρέκλα. Το πρόσωπό του καλύφθηκε με κουκούλα και ένα μεταλλικό κράνος με ηλεκτρικά καλώδια και υγρό σφουγγάρι τοποθετήθηκε στο ξυρισμένο του κεφάλι. Τότε ο Κέμλερ είπε κυνικά στους δήμιους του: «Πάρτε το εύκολα και κάντε το σωστά. Δεν βιάζομαι…» Τότε ο διευθυντής των φυλακών Charles Durston του απάντησε: «Αντίο, Γουίλιαμ!». Και αμέσως διέταξε τον «κρατικό ηλεκτρολόγο» Edwin F. Davis να ανοίξει τον διακόπτη του ρεύματος…

Η αποτυχημένη πρώτη απόπειρα

 Η πρώτη απόπειρα εκτέλεσης δια ηλεκτροπληξίας ήταν φρικιαστικά αποτυχημένη. Μετά από ένα ηλεκτροσόκ 1.000 volt Εναλλασσόμενου Ρεύματος και διάρκειας 17 δευτερολέπτων ο θανατοποινίτης ήταν ακόμη ζωντανός. Το ηλεκτροσόκ προκάλεσε απώλεια των αισθήσεων, αλλά απέτυχε να σταματήσει την καρδιά και την αναπνοή του Κέμλερ. Οι παρευρισκόμενοι γιατροί, Edward Charles Spitzka και Carlos F. MacDonald, πήγαν να εξετάσουν τον Κέμλερ. Αφού επιβεβαίωσαν πως ήταν ακόμα ζωντανός, ο Spitzka φαίνεται να φώναξε στους ηλεκτροδήμιους: «Ανοίξτε το ρεύμα ξανά, γρήγορα και χωρίς καθυστέρηση!». Ωστόσο η γεννήτρια χρειάστηκε χρόνο για να επαναφορτιστεί. Στο μεταξύ ακούγονταν τα τρομακτικά ουρλιαχτά και βογκητά του Κέμλερ, ο οποίος είχε υποστεί φρικτά εγκαύματα από το πρώτο ηλεκτροσόκ. Όταν η γεννήτρια ήταν έτοιμη, προσπάθησαν ξανά, αυτή τη φορά με 2.000 volt Εναλλασσόμενου Ρεύματος. Φρικτότερο θέαμα δεν είχε ξαναδεί κανείς από τους μάρτυρες, αλλά ο θάνατος του κατάδικου ήταν αδιαμφισβήτητος.

Η όλη εκτέλεση κράτησε περίπου οκτώ φρικιαστικά λεπτά. Ένας δημοσιογράφος, που ήταν μάρτυρας της εκτέλεσης, ισχυρίστηκε ότι ήταν «ένα φοβερό θέαμα, πολύ χειρότερο από το κρέμασμα». Ο Τζορτζ Γουέστινχαουζ, όταν έμαθε τις λεπτομέρειες της εκτέλεσης, σχολίασε πικρόχολα: «θα το έκαναν πολύ καλύτερα αν χρησιμοποιούσαν τσεκούρι!». Έτσι γεννήθηκε η ηλεκτρική καρέκλα, μια από τις χειρότερες συνεισφορές της Αμερικής στο σύγχρονο τεχνολογικό πολιτισμό μας.

Η δυσφημιστική εκστρατεία του Έντισον

Ο Έντισον ήταν κατευχαριστημένος. Το σύστημα των Γουέστινχαουζ και Τέσλα ήταν αποδεδειγμένα θανατηφόρο για τους ανθρώπους. Με μια κατάλληλη διαφημιστική εκστρατεία θα μπορούσε να πείσει την αμερικανική κοινή γνώμη πως το Εναλλασσόμενο Ρεύμα ήταν ακατάλληλο για μαζική χρήση. Οι σκανδαλοθηρικές εφημερίδες, ωθούμενες κι από τον Έντισον που είχε πολλές και ισχυρές διασυνδέσεις, έγραφαν εδώ και χρόνια για την επικινδυνότητα του Εναλλασσόμενου Ρεύματος, δημοσιεύοντας με φρικιαστικές λεπτομέρειες ιστορίες ηλεκτροπληξίας. Πλέον έγραφαν ανοιχτά και ειρωνικά για τον φόβο της επερχόμενης «Γουεστινχαουζοποίησης» (Westinghoused), δηλαδή της ξαφνικής και φρικιαστικής θανάτωσης με ηλεκτροπληξία από Εναλλασσόμενο Ρεύμα.

Ο όρος αυτός υιοθετήθηκε για κάποια χρόνια ακόμη κι από έγκυρες εφημερίδες της εποχής, όπως οι The Times, που μισούσαν τη λέξη Ηλεκτροπληξία(Electrocution), η οποία και τελικά υιοθετήθηκε. Μάλιστα ένας από τους δικηγόρους του Έντισον έγραψε σε συνάδελφό του ότι οι προτεινόμενοι όροι dynamortampermort και electromort δεν ήταν καλοί διότι ο Έντισον θεωρούσε τον όρο «Γουεστινχαουζοποίηση» (Westinghoused) ως την καλύτερη επιλογή. Ο λόγος ήταν προφανής: μαζί με το Εναλλασσόμενο Ρεύμα ο Έντισον, με την πρωτοφανή δυσφημιστική εκστρατεία που εξαπέλυσε, επιδίωκε να στοχοποιήσει και να δυσφημίσει τον βασικό επιχειρηματικό ανταγωνιστή του, τον Τζορτζ Γουέστινχαουζ.

Ο «Πόλεμος των Ρευμάτων»

O «Πόλεμος των Ρευμάτων» (War of the Currents) ήταν μια εμβληματική σύγκρουση στα τέλη της δεκαετίας του 1880 και στις αρχές του 1890, που αφορούσε την εισαγωγή δύο ανταγωνιστικών συστημάτων παραγωγής, μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας στις ΗΠΑ. Ήταν, ίσως, η πιο καθοριστική εμπορική μονομαχία της σύγχρονης ιστορίας. Μια πολυεπίπεδη, μακροχρόνια κι εξοντωτική μάχη ανάμεσα στο Συνεχές Ρεύμα (Direct Current – DC), το οποίο υποστήριζε και προωθούσε η εταιρεία του Έντισον (Edison Electric Light Company), και στο Εναλλασσόμενο Ρεύμα (Alternating Current – AC), το οποίο υποστήριζε και προωθούσε η εταιρεία του Τζορτζ Γουέστινχαουζ (Westinghouse Electric Company).

Τα βασικά επίπεδα αυτής της επικής σύγκρουσης ήταν τρία: Πρώτον, ο εμπορικός πόλεμος ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο ανταγωνιστικές εταιρείες. Δεύτερον, ο ανταγωνισμός για την υιοθέτηση από την αμερικανική αγορά των υπό ανάπτυξη συστημάτων τους. Και τρίτον η σύγκρουση τους γύρω από τη «διαχείριση του φόβου» της κοινής γνώμης σχετικά με τους κινδύνους ηλεκτροπληξίας από υψηλής τάσης Εναλλασσόμενο Ρεύμα, που χρησιμοποιήθηκε εργαλειακά για την προώθηση των επιχειρηματικών συμφερόντων του Έντισον και τη δυσφήμιση αντίστοιχα εκείνων του Γουέστινχαουζ. Ήταν επίσης και μια αρχετυπική σύγκρουση και πνευματική μονομαχία, που έλαβε μυθιστορηματικές διαστάσεις, ανάμεσα στον Τόμας Έντισον και τον Νίκολα Τέσλα, οι οποίοι αντιπροσώπευαν δύο αντικρουόμενες κοσμοαντιλήψεις και δύο διαφορετικά οράματα για το μέλλον.

* O Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος.

Μοίρασε το άρθρο!