«Ένα χρόνο μετά, η σκέψη όλων μας δεν μπορεί να φύγει από την ανείπωτη τραγωδία στα Τέμπη. Η προσωπική μου οδύνη και η συναίσθηση της πολιτικής ευθύνης, με οδήγησαν εκείνη την ημέρα στην άμεση παραίτηση. Όμως, η σκέψη μου δεν θα φύγει ποτέ από τους 57 συνανθρώπους μας που έχασαν τη ζωή τους, τους τραυματίες και τους επιβάτες που βίωσαν την τραγωδία, και βέβαια τους συγγενείς των θυμάτων.
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΛΑΜΨΙΩΤΗΣ
Κανένας δεν μπορεί να νιώσει τον πόνο που βιώνουν, έχουν και θα έχουν πάντα τον σεβασμό μας».
Αυτή ήταν η δήλωση του Κώστα Αχ. Καραμανλή για την μαύρη επέτειο του εγκλήματος στα Τέμπη. Μια δήλωση που κανένας δεν χρειαζόταν, κανένας δεν ζήτησε, κανένας δεν την πήρε στα σοβαρά. Μια δήλωση που σίγουρα αποτελεί «κόκκινο πανί» για τους συγγενείς των νεκρών οι οποίοι σε μια τέτοια ιερή μέρα, βλέπουν τον κατεξοχήν υπεύθυνο για την τραγωδία να λέει το υποκριτικό ποιηματάκι του. Να έχει το θράσος να «στριφογυρίζει» επικοινωνιακά πάνω από τον τόπο του εγκλήματος, για να ξεπλύνει από τα χέρια του ένα αίμα που δεν ξεπλένεται με τίποτα.
Και όχι μόνο να μην σιωπά από ντροπή για όσα έχει κάνει και έχει πει, αλλά σε μια τέτοια μέρα που οι μάνες ουρλιάζουν, εκείνος να προβάλει για πολλοστή φορά τη «γενναιότητα» μιας τιποτένιας παραίτησης. Μία παραίτηση που είχε τόση αξία όσο η εγγύηση «ασφάλειας» για τα τρένα, που έδινε ο συγκεκριμένος πολιτικός 10 μέρες πριν το μακελειό. Απολύτως καμία.
Ο Καραμανλής ξεδιάντροπα λέει στη σημερινή δήλωσή του, ότι η εικονική παραίτησή του τον απάλλαξε από τις εγκληματικές ευθύνες για 58 θανάτους. Και το λέει κατάμουτρα σε αυτές τις δεκάδες οικογένειες που τον δείχνουν ως βασικό υπεύθυνο για το έγκλημα. Και κατόπιν λέει ότι… σέβεται αυτές τις οικογένειες.
Μα αν τις σεβόταν πραγματικά, θα παραιτείτο από τη βουλευτική ασυλία του και θα ζητούσε να δικαστεί. Και αφού – όπως λέει – είναι αθώος, τότε δεν θα είχε να φοβηθεί τίποτα. Δεν το κάνει όμως. Κρύβεται πίσω από τον μηχανισμό συγκάλυψης, και βγαίνει από το «καβούκι» του για να κάνει τέτοιες ξετσίπωτες δηλώσεις. Αν ο Καραμανλής σεβόταν τον πόνο των συγγενών, δεν θα έτρεχε πίσω από «ματωμένες» κάλπες για να ξαναβγεί βουλευτής με τη βοήθεια του κομματικού στρατού του.
Η σκέψη του δεν βρίσκεται στους 58 νεκρούς. Ζήτημα είναι αν θυμάται έστω ένα όνομα από αυτούς. Η σκέψη του είναι στην ατιμία της συγκάλυψης. Και δεν το λέμε εμείς. Το λένε με ένα στόμα και μια φωνή οι συγγενείς των νεκρών. Αυτοί που έχουν το μόνο δικαίωμα να μιλάνε σήμερα για την προσωπική οδύνη τους.
Αντί για τη στημένη και προκλητική δήλωση του Κώστα Αχ. Καραμανλή που πιθανόν να του την έγραψε κάποιος υπάλληλος, θα επιχειρήσουμε να την μετατρέψουμε στη μορφή που θα είχε αν την έγραφε ο ίδιος και αν έλεγε αλήθεια για όσα νοιώθει γι’ αυτή τη μέρα.
Θα μπορούσε λοιπόν να είναι κάπως έτσι:
«Ένα χρόνο μετά, η σκέψη μου δεν μπορεί να φύγει από το ‘’ανθρώπινο λάθος’’ που διέκοψε την τόσο… επιτυχημένη θητεία μου στο υπουργείο Μεταφορών. Η προσωπική μου αναισθησία και η άγνοια της πολιτικής ευθύνης, με οδήγησαν εκείνη τη μέρα σε μια στημένη παραίτηση, μέχρι να ξεχαστεί λίγο το θέμα και να ξαναβάλω υποψηφιότητα για βουλευτής. Όμως η σκέψη μου δεν θα φύγει ποτέ από τους 57 ανθρώπους που μου χάλασαν το δοξασμένο ‘’υπουργιλίκι’’, όπως και τους τραυματίες, τους επιβάτες που βίωσαν την τραγωδία και βέβαια τους ‘’ενοχλητικούς’’ συγγενείς των θυμάτων.
Δεν με ενδιαφέρει καθόλου ο πόνος που βιώνουν, έχουν και θα έχουν πάντα τη ξεδιαντροπιά μου απέναντί τους».
Αυτή μάλιστα, θα ήταν μια χυδαία δήλωση για μια τέτοια μέρα, αλλά τουλάχιστον θα περιείχε αλήθειες. Ντράπηκε και η ντροπή κ. Καραμανλή…