Tο δημογραφικό εξελίσσεται στην μεγάλη τραγωδία της Ελλάδας καθώς πλέον όλοι παραδέχονται ότι η είσοδος σε μείωση του πληθυσμού και ειδικά του γηγενούς πληθυσμού καταστρέφει την όποια προοπτική για ανάπτυξη, διαλύει το ασφαλιστικό σύστημα που »μάτωσε» όλη η Ελλάδα γι αυτό και τελικά την οικονομία.
Η Ε.Ε., στις αξιολογήσεις της για την Ελλάδα, όσο και το ΔΝΤ, στην τελευταία έκθεση της οικονομίας με βάση το άρθρο IV του καταστατικού, καταλήγουν ότι η ανάπτυξη στην Ελλάδα, μετά την ολοκλήρωση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, από έναν μέσο ρυθμό της τάξης του 2% κατ’ έτος, θα υποχωρήσει στο 1,3%.
Βασική αιτία είναι η ταχεία γήρανση του πληθυσμού, η οποία τα επόμενα χρόνια θα αυξήσει τις δαπάνες υγείας και τις δαπάνες για συντάξεις και θα μειώσει εκ των πραγμάτων το εργατικό δυναμικό.
Με άλλα λόγια, όλο και λιγότεροι θα πληρώνουν συντάξεις για όλο και περισσότερους.
Αυτό συνιστά ευθεία απειλή για τη βιωσιμότητα του χρέους ίσως ταχύτερα από ό,τι αναμένεται, αφού οι προβλέψεις θέλουν τον γηγενή πληθυσμό της Ελλάδας το 2050 να μειώνεται στα 7,5 εκατομμύρια, από τα λίγο λιγότερα 10 εκατομμύρια που είναι σήμερα.
Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι τόσο η Ε.Ε. όσο και το ΔΝΤ επικυρώνουν μεν τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, αλλά μόνο μεσοπρόθεσμα.
Ο πρώτος σταθμός είναι το 2032, όταν θα έχουμε την αλλαγή των όρων για την αποπληρωμή του ελληνικού χρέους.
Εκ των πραγμάτων, όμως, υπάρχει και ένας δεύτερος μακροπρόθεσμος σταθμός, που θα είναι η χρονική στιγμή, που θα είναι δύσκολο να προβλεφθεί, κατά την οποία το ασφαλιστικό σύστημα θα παρουσιάσει ένα έλλειμμα που δεν θα είναι δυνατό να καλυφθεί παρά μόνο με δανεισμό, που θα βάλει ξανά το χρέος σε ανοδική τροχιά.
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, πέρα από τα προφανή οφέλη για το κόστος δανεισμού για τον δημόσιο και −σταδιακά− τον ιδιωτικό δανεισμό, δίνει πολλές νέες δυνατότητες να προβλεφθεί το πρόβλημα που ενδέχεται να προκύψει από το 2032, όταν η Ελλάδα θα αρχίσει να πληρώνει τοκοχρεολύσια και για τα δάνεια ύψους 230 δισ. από το EFSF και τον ESM.
Το 2032 ο στόχος είναι να μειωθεί το χρέος και ως ποσοστό του ΑΕΠ αλλά και ως απόλυτο μέγεθος όσο πιο κοντά γίνεται στο 100% του ΑΕΠ.
Τούτο, διότι εκείνη τη χρονιά, με βάση τη συμφωνία του 2018 για τη διευθέτηση του, λήγει η περίοδος χάριτος των δανείων συνολικού ύψους 230 δισ. ευρώ που πήρε η Ελλάδα την περίοδο 2012-2015 από το EFSF και τον ESM και, πλέον, θα είναι υποχρεωμένη να αποπληρώνει τοκοχρεολύσια για το σύνολο του χρέους της.
Το 2032 όμως η τότε κυβέρνηση θα έχει να ελπίζει μόνο σε νέα διευθέτηση χρέους, στην οποία έχουν δεσμευτεί οι Ευρωπαίοι εταίροι μας από το 2018, με το τέλος του τρίτου Μνημονίου.
Πάλι στον «αέρα» δηλαδή, η χώρα. Και οι χαμένες γενιές θα έχουν πολλαπλασιαστεί…