Η Gaby Hinsliff αρθρογράφος του Guardian έγραψε κάτι που εδώ και χρόνια ήταν ένας βάσιμος φόβος για όσους λατρεύουν τα βιβλία και έζησαν -ξέρω ότι
κάποιοι θα μας κατηγορήσετε για παρελθοντολαγνεία- την γαλήνια εποχή χωρίς τα τάμπλετ, τα κινητά και τα τικ τοκ: «Φοβάμαι ότι τα βιβλία ακολουθούν τον δρόμο των δίσκων βινυλίου, δηλαδή είναι πια μία σπάνια αναζήτηση για τους χομπίστες».
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΚΩΣΤΑΣ ΜΠΛΙΑΤΚΑΣ
Άλλο ένα καλοκαίρι, στη χαλαρότητα και τις αποδράσεις από την καθημερινότητα και από τη δουλειά του οποίου επενδύσαμε για να διαβάσουμε κανά βιβλίο, πέρασε χωρίς να καταφέρουμε πολλά πράγματα.
Ωστόσο, για άλλη μία φορά δίπλα στην πισίνα, είδαμε έναν εντυπωσιακό αριθμό ανθρώπων να κάνουν κύλιση στα τηλέφωνά τους την ώρα που εμφανώς λιγότεροι εθεάθησαν με ένα κλειστό χαρτόδετο παρατημένο για λύπηση δίπλα στην ξαπλώστρα.
Το άρθρο της Gaby Hinsliff δημοσιεύθηκε στον Guardian τον περασμένο μήνα, αλλά συνεχώς ανέβαλα να μοιραστώ σκέψεις και αντίλογο για την ερεβώδη διαπίστωσή της ότι το βιβλίο είναι το νέο βινύλιο.
Σε ό,τι αφορά στο διάβασμα πάντως, πιστεύω κι εγώ πως το καλοκαίρι είναι η εποχή των χαμένων ευκαιριών.
Tο καλοκαίρι ήταν η ιδανική εποχή για να ανακαλύψουμε και να αναγεννήσουνε την αγάπη μας γι’ αυτό, αλλά η ευκαιρία περνά ανεκμετάλλευτη.
Η Gaby Hinsliff τονίζει:
«Ο αντίκτυπος της ανάγνωσης για ευχαρίστηση στην πρόοδο του νέου, στο λεξιλόγιο, την ορθογραφία και ακόμη και στα μαθηματικά στην ηλικία των 16 ετών είναι τέσσερις φορές πιο ισχυρός από τον αντίκτυπο της εκπαίδευσης των γονέων ή της κοινωνικοοικονομικής κατάστασης, σύμφωνα με ανάλυση της φιλανθρωπικής οργάνωσης BookTrust, ενώ τα πεντάχρονα παιδιά που μεγαλώνουν στη φτώχεια είναι λιγότερο πιθανό να είναι και οι ίδιοι φτωχοί ως ενήλικες εάν τους διαβάζουν βιβλία και αγαπήσουν το διάβασμα.
Άλλες μελέτες δείχνουν ότι τα παιδιά αναγνώστες είναι πιο ασφαλή και έχουν καλύτερη αυτοεκτίμηση και ψυχική υγεία. Οι στοχευμένες παρεμβάσεις που στοχεύουν στο να κάνουν τα παιδιά να διαβάζουν και οι γονείς τους να τους διαβάζουν είναι ένας από τους πιο ισχυρούς μοχλούς που θα μπορούσε ποτέ να τραβήξει μια νέα κυβέρνηση που ανησυχεί για την κοινωνική κινητικότητα, τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα και την παιδική ψυχική υγεία».
Εδώ και χρόνια, αποτελέσματα σειράς ερευνών ισχυροποιούν την παλιά πεποίθηση γιατρών ότι το βιβλίο είναι φάρμακο για τόνωση της μνήμης. Διαβάζοντας ένα βιβλίο καλούμαστε προχωρώντας στις σελίδες του να θυμόμαστε μία σειρά γεγονότων, χαρακτήρων, λεπτές αποχρώσεις της προσωπικότητάς, λεπτομέρειες που προωθούν την πλοκή κ.ά.
Ο εγκέφαλος τα μαθαίνει και τα θυμάται όλα αυτά. Αυτή η «προπόνηση» ενισχύει την πλαστικότητά του, δημιουργεί νέες συνάψεις, και ενδυναμώνει τη μνημονική μας ικανότητα.
Άλλοι υποστηρίζουν πως όταν διαβάζουμε μία νουβέλα, συχνά ταυτιζόμαστε με χαρακτήρες, μπαίνουμε στον πειρασμό να μαντέψουμε τη συνέχεια της πλοκής, δημιουργούμε φανταστικά εναλλακτικά σενάρια για το τέλος και ουσιαστικά χωρίς να το καταλάβουμε οξύνουμε την κριτική μας σκέψη.
Παρακολουθώ τη συγκινητική προσπάθεια γονέων, κόντρα στο ρεύμα των βιντεοπαιχνιδιών, των εικονιδίων και της σχεδόν παραληρηματικής συνομιλίας στα facebook, viber, iMessage, whatsapp κ.λπ., που αγοράζουν βιβλία στα παιδιά τους και μάλιστα κάθονται με τις ώρες και τους τα διαβάζουν.
Κουβαλούν με τόση αξιοπρέπεια τον «επιτάφιο» του έντυπου βιβλίου που νοιώθεις την άγρια ελπίδα πως «δεν μπορεί, θα υπάρξει και ανάσταση».
Φέρνουν στο σπίτι παιδικά βιβλία ακόμα και αν τα παιδιά δεν τα ζητάνε ή και δεν ενθουσιάζονται όταν τα βλέπουν.
Είναι οι γονείς που πιστεύουν ότι έρθει η στιγμή που τα παιδιά τους όχι μόνο θα τα διαβάσουν, αλλά και θα γίνουν οι καλύτεροί τους φίλοι.
Και με αυτό ως κίνητρο προτείνουν την ανάγνωση βιβλίων ως εναλλακτική κάθε φορά που τα παιδί αν θέλουν να δουν μια ταινία ή να παίξουν κάποιο παιχνίδι στον υπολογιστή.
Στο πλευρό τους έρχονται έρευνες που αποδεικνύουν ότι τα παιδιά αναπτύσσουν ισχυρότερους δεσμούς με τους γονείς τους όταν αυτοί τους διαβάζουν ιστορίες από βιβλία περισσότερο από όταν αυτό γίνεται με τάμπλετ.
Θα τελειώσω με μία αισιόδοξη παράγραφο του υπέροχου άρθρου της Gaby Hinsliff:
«Για τους ενήλικες που πλήττονται όλο και περισσότερο από τη στοίβα μισοτελειωμένων βιβλίων στο κομοδίνο -και ναι, εντάξει, εννοώ εμένα- η απάντηση είναι λιγότερο προφανής, αν και υπάρχουν αυξανόμενες ενδείξεις ότι το διάβασμα μπορεί να έχει προστατευτική επίδραση κατά της άνοιας. Ίσως χρειαζόμαστε απλώς άλλες διακοπές για να το σκεφτούμε. Μόνο αυτή τη φορά αφήνοντας τα τηλέφωνα στο σπίτι».