Συνάντηση Τραμπ – Κιμ: Η αλήθεια μιας «πανηγυρικής» συμφωνίας

Μπορεί το κείμενο της συμφωνίας που υπέγραψαν ο Αμερικανός πρόεδρος και ο ηγέτης της Βόρειας Κορέας για την αποπυρηνικοποίηση της Κορεατικής Χερσονήσου να χαρακτηρίστηκε από τον Ντόναλντ Τραμπ ως «πολύ περιεκτικό», σύμφωνα ωστόσο με τους αναλυτές δεν υπερβαίνει την υφιστάμενη συμφωνία αποπυρηνικοποίησης.

Η διατύπωση του κειμένου μάλιστα, είναι σε χαμηλότερες κλίμακες από τους «δραματικούς» τόνους που υιοθέτησε ο Αμερικανός πρόεδρος στο τέλος της ιστορικής συνόδου κορυφής στη Σιγκαπούρη. Όπως επισημαίνει η Washingtonpost, το κατά πόσο η εν λόγω σύνοδος κορυφής αποδειχθεί ιστορικό γεγονός μεγάλης σημασίας θα εξαρτηθεί εν πολλοίς από τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν.

Βεβαίως και είναι σημαντικό το γεγονός ότι οι δύο άνδρες τελικά συναντήθηκαν και συνομίλησαν επί πέντε ώρες θέτοντας τις βάσεις μιας συμφωνίας που θα μπορούσε να οδηγήσει μελλοντικά σε ουσιαστικότερες πρωτοβουλίες. Ωστόσο, το κείμενο δεν διαφέρει ιδιαίτερα από τη συμφωνία στην οποία κατέληξαν ο Κιμ και ο πρόεδρος της Νότιας Κορέας, Μουν Τζέι Ιν, κατά τη συνάντησή τους στη νότια πλευρά της αποστρατιωτικοποιημένης ζώνης στα τέλη Απριλίου.

Σύμφωνα με τον Vipin Narang, καθηγητή του MIT, «η Βόρεια Κορέα δεν υποσχέθηκε τίποτε περισσότερο από αυτά που έχει υποσχεθεί τα τελευταία 25 χρόνια». «Στο στάδιο αυτό, δεν υπάρχει κανένας λόγος για να σκεφθεί κανείς ότι αυτή η συνάντηση κορυφής καταλήγει σε κάτι περισσότερο συγκεκριμένο στο μέτωπο του αφοπλισμού», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο.

«Πρόκειται για μία τεράστια νίκη του Κιμ Γιονγκ Ουν που πέτυχε με το τετ-α-τετ του με τον (Αμερικανό) πρόεδρο έναν θρίαμβο, τέτοιο που δεν θα μπορούσαν να έχουν διανοηθεί ο πατέρας και ο παππούς του» σχολίασε ο Michael Kovrig του International Crisis Group της Ουάσιγκτον. «Για τις Ηνωμένες Πολιτείες όπως και για την διεθνή κοινότητα, είναι ένα θετικό σημείο εκκίνησης για διαπραγματεύσεις που θα είναι μακροχρόνιες και δύσκολες», πρόσθεσε.

Διαβάζοντας ανάμεσα στις γραμμές της συμφωνίας Τραμπ – Κιμ

Τέσσερα είναι τα βασικά σημεία της συμφωνίας. Τι καταγράφεται, τι παραμένει θολό και σε ποια σημεία οι δύο πλευρές απέφυγαν χρονοδιαγράμματα και δεσμεύσεις: 

1. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η ΛΔ της Κορέας δεσμεύονται στην εγκαθίδρυση νέων σχέσεων ΗΠΑ-ΛΔ της Κορέας σύμφωνα με την επιθυμία των λαών των δύο χωρών για ειρήνη και ευημερία.

Το σημείο αυτό καταγράφει μια απόκλιση από την επιθετική ρητορική που χαρακτήριζε παραδοσιακά τις σχέσεις Ουάσινγκτον και Πιονγκγιάνγκ. Σύμφωνα με τον Guardian, η Βόρεια Κορέα επιδίδεται σε συστηματική προπαγάνδα με στόχο να παρουσιάσει τις ΗΠΑ ως την εχθρική δύναμη που έχει στόχο την καταστροφή του καθεστώτος και του λαού της χώρας, αν και η αλήθεια είναι ότι και οι ΗΠΑ βρίσκονται στην ίδια γραμμή, καθώς επί δεκαετίες παρουσιάζουν τη Βόρεια Κορέα ως τον άξονα του κακού. Αντικατοπτρίζει επίσης την επιθυμία του Κιμ να επικεντρωθεί στην οικονομική πρόοδο -ενδεχομένως πλέον με αμερικανική βοήθεια- έχοντας ήδη επιτύχει τον στόχο του, που ήταν η ανάπτυξη πυρηνικών όπλων ικανών να απειλήσουν τις ΗΠΑ και να φέρουν τον Αμερικανό πρόεδρο μέχρι το τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

2. Οι ΗΠΑ και η ΛΔ της Κορέας θα ενώσουν τις προσπάθειές τους για την οικοδόμηση διαρκούς και σταθερού καθεστώτος ειρήνης στην Κορεατική Χερσόνησο.

Στο σημείο αυτό δεν υπάρχει άμεση δέσμευση για επισημοποίηση με τη μορφή μίας συνθήκης ειρήνης που θα αντικαταστήσει την ανακωχή η οποία υπογράφηκε στο τέλος του πολέμου της Κορέας το 1953, κάτι που θα απαιτούσε ωστόσο τη συμμετοχή της Κίνας και των άλλων εμπλεκομένων χωρών. Ως ήταν αναμενόμενο, ο Τραμπ  προσέφερε «απροσδιόριστες» εγγυήσεις ασφαλείας στη Βόρεια Κορέα, μια ασαφή χειρονομία όσο ασαφής είναι και η δέσμευση του Κιμ για αποπυρηνικοποίηση.

3. Επαναδιατυπώνοντας τη Δήλωση της Πανμουντζόν, της 27ης Απριλίου 2018, η ΛΔ της Κορέας δεσμεύεται να εργασθεί για την πλήρη αποπυρηνικοποίηση της Κορεατικής Χερσονήσου.

Πρόκειται για το πιο κρίσιμο και την ίδια στιγμή, πιο προβληματικό σημείο του κειμένου που υπέγραψαν οι δύο ηγέτες. Δεν υπάρχει αναφορά στην απαίτηση της αμερικανικής πλευράς για «πλήρη, επαληθεύσιμη και μη αναστρέψιμη αποπυρηνικοποίηση», φόρμουλα που σημαίνει την εγκατάλειψη των πυρηνικών όπλων και την αποδοχή επιθεωρήσεων, αλλά  απλώς επαναφέρει τη θέση που διατύπωσε ο Κιμ κατά τη σύνοδο κορυφής με τον Μουν. Κανείς σοβαρός αναλυτής δεν περίμενε από τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας να προχωρήσει σε μία τέτοιου τύπου δέσμευση κατά την πρώτη συνάντηση του με τον Τραμπ. Πρόκειται άλλωστε, για μία διαδικασία -εάν τελικά συμβεί- που θα μπορούσε να πάρει χρόνια και να κοστίσει δισεκατομμύρια δολάρια. Επίσης, το εν λόγω σημείο δεν προσδιορίζει τι εννοείται ως «αποπυρηνικοποίηση». Η Ουάσιγκτον απαιτεί από τον Κιμ να εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες του στα πυρηνικά. Αλλά η ερμηνεία της Βόρειας Κορέας είναι πιο περίπλοκη. Το καθεστώς πιστεύει ότι πρέπει να περιλαμβάνει την απόσυρση της αμερικανικής πυρηνικής ομπρέλας από τη Νότια Κορέα, συμπεριλαμβανομένων όλων των (28.500) αμερικανικών στρατευμάτων που αναπτύσσονται στα σύνορα Βόρειας – Νότιας Κορέας. Όπως δήλωσε ο Alexander Vershbow, εκπρόσωπος του Ατλαντικού Συμβουλίου, υπάρχει διαφορά μεταξύ της αποπυρηνικοποίησης της Κορεατικής Χερσονήσου και της αποπυρηνικοποίησης της Βόρειας Κορέας.

4. Οι ΗΠΑ και η ΛΔ της Κορέας δεσμεύονται για την αποκατάσταση των λειψάνων των αιχμαλώτων πολέμου και των αγνοουμένων, συμπεριλαμβανομένου του επαναπατρισμού εκείνων που έχουν ταυτοποιηθεί.

Ένα από τα ζητήματα που παρέμειναν ανοιχτά από τον πόλεμο της Κορέας του 1950-53 είναι η ανάκτηση και ο επαναπατρισμός των λειψάνων των αιχμαλώτων πολέμου και των πεσόντων. Υπολογίζεται ότι μπορούν να ανακτηθούν τα λείψανα 5.300 αγνοούμενων Αμερικανών στρατιωτών, οι οποίοι πολέμησαν στη Βόρεια Κορέα. Οι τεταμένες σχέσεις των δύο χωρών δεν επέτρεψαν στην επιστροφή τους στις ΗΠΑ το 2005. Και ίσως, το συγκεκριμένο σημείο ενέχει το μικρότερο ρίσκο για τον Κιμ.

 Όπως η συνάντηση Νίξον – Μάο;

Όπως επισημαίνει η Washingtonpost, το κατά πόσο η σύνοδος κορυφής αποδειχθεί ένα ιστορικό γεγονός μεγάλης σημασίας θα εξαρτηθεί εν πολλοίς από αυτά που θα ακολουθήσουν.

Οι ΗΠΑ έχουν και κατά το παρελθόν επιχειρήσει να «χαλιναγωγήσουν» τη Βόρεια Κορέα. Τρεις Αμερικανοί πρόεδροι προχώρησαν σε συμφωνίες στις οποίες η Βόρεια Κορέα δεσμεύθηκε να σταματήσει την πυρηνική δραστηριότητα της. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι δεσμεύσεις κατέρρευσαν, οι υποσχέσεις αποδείχθηκαν κενές και η Βόρεια Κορέα συνέχισε τη σταθερή πορεία της προς την κατεύθυνση της απόκτησης πυρηνικών κεφαλών.

Η σύνοδος κορυφής της Σιγκαπούρης είναι μόνο η έναρξη, το πρώτο βήμα των δύσκολων, μαραθώνιας διάρκειας διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο χωρών. Ένα επιτυχημένο αποτέλεσμα απαιτεί πειθαρχία και δέσμευση -στοιχεία που δεν διαθέτει στο «οπλοστάσιο» του ο Τραμπ, ειδικά όσον αφορά την εξωτερική πολιτική. Κατά τη Washingtonpost, ο Αμερικανός πρόεδρος οφείλει να δείξει αυτοσυγκράτηση, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην τελευταία σύνοδο της G7, όπου προκάλεσε ρήγμα στις σχέσεις των ΗΠΑ με τους παραδοσιακούς συμμάχους τους.

Το δημοσίευμα ανακαλεί συνόδους κορυφής που πραγματικά έγραψαν ιστορία: Η Διάσκεψη της Γιάλτας (1945) με Ρούσβελτ, Τσόρτσιλ, Στάλιν, τους τρεις νικητές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου που διαμόρφωσαν τον μεταπολεμικό κόσμο, η σύνοδος κορυφής στο Ρέικιαβικ το 1986 μεταξύ Ρόναλντ Ρέιγκαν και Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, η οποία όπως όλα έδειχναν θα κατέληγε σε φιάσκο, αλλά τελικά άνοιξε το δρόμο για μια μεταγενέστερη συμφωνία για τους πυραύλους, οι προσπάθειες του Τζίμι Κάρτερ όταν διαπραγματεύτηκε την ειρήνη μεταξύ του Ισραηλινού Μεναχέμ Μπέγκιν και του Αιγύπτιου Ανουάρ Σαντάτ στο Camp David το 1978, αλλά και η ιστορική συνάντηση Τζον Κένεντι και Νικίτα Χρουστσόφ στη Βιέννη το 1961, την οποία ακολούθησαν δύο παγκόσμιες κρίσεις (δύο μήνες αργότερα, τον Αύγουστο του 1961, ο Χρουτσόφ έδινε τη συγκατάθεσή του για την ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου, ενώ τον Οκτώβριο του 1962 , η πρόθεση των Σοβιετικών να εγκαταστήσουν πυρηνικούς πυραύλους στην Κούβα, έφερε την ανθρωπότητα στο χείλος πυρηνικού πολέμου).

Η Σιγκαπούρη θα μείνει στην ιστορία είτε ως η αρχή μίας επιτυχίας, είτε ως ένα ακόμη αδιέξοδο. Πάντως, κατά τη Washingtonpost, δεν είναι λίγοι όσοι επιχείρησαν έναν παραλληλισμό της συνάντησης Τραμπ – Κιμ με το ταξίδι του Νίξον το 1972 στην Κίνα και τη συνάντησή του με τον πρόεδρο Μάο Τσετούνγκ. Ο Νίξον, κατά τη διάρκεια της δεύτερης θητείας του στον Λευκό Οίκο επισκέφθηκε την Κίνα. Ο φωτογραφικός φακός απαθανάτισε μία από τις σημαντικότερες στιγμές της ψυχροπολεμικής περιόδου, με τους δύο ηγέτες να σφίγγουν τα χέρια και να χαμογελούν, μετά από δύο δραματικές δεκαετίες.

Ωστόσο, η ιστορικός Margaret MacMillan, η οποία έγραψε για το ταξίδι του Νίξον στην Κίνα στο βιβλίο της «Nixon and Mao: The Week That Changed the World», σημείωσε ότι, το ταξίδι του Νίξον ξεκίνησε με πολύ λιγότερη αβεβαιότητα από αυτήν που περιέβαλε τη συνάντηση Τραμπ – Κιμ. «Είχε προηγηθεί εντατική προετοιμασία όσον αφορά τα βασικά σημεία και οι στόχοι ήταν πιο χαμηλοί» παρατήρησε. «Στην περίπτωση εκείνη, το ζητούμενο ήταν να ανοίξει ο δρόμος για την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων, όπως και έγινε αλλά μετά την αποχώρηση Νίξον από τον Λευκό Οίκο. Η αποπυρηνικοποίηση είναι πολύ, πολύ πιο δύσκολη και σύνθετη υπόθεση από την καθιέρωση διπλωματικών σχέσεων» πρόσθεσε.

Εντοπίζοντας κοινά σημεία και διαφορές μεταξύ των δύο συναντήσεων, ο ιστορικός Robert Dallek αναφέρει: «Δεν πήγαμε τότε ζητώντας από τους Κινέζους να αλλάξουν κυβέρνηση ή να περιορίσουν τους εξοπλισμούς τους». Ο Τραμπ δεν πιέζει για αλλαγή καθεστώτος στη Βόρεια Κορέα, το αντίθετο. Ο Μάικ Πομπέο διαβεβαίωσε τον Κιμ ότι δεν ήταν αυτός ο στόχος των συνομιλιών.

Ο Bill Richardson, ο οποίος διετέλεσε πρεσβευτής των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη επί Κλίντον, δήλωσε ότι το ίδιο το γεγονός της συνόδου κορυφής ήταν μια νίκη για τη Βόρεια Κορέα «επειδή αναδεικνύει τον Κιμ στην παγκόσμια σκηνή και τον βοηθά στο εσωτερικό της Βόρειας Κορέας».

Μοίρασε το άρθρο!