Στης Ακρόπολης τα πέριξ ανάμεσα σε ταβέρνες, καταστήματα και μονοκατοικίες με κήπους,πολύτιμο πετράδι στο στέμμα των Αθηνών

30/06/2016

Στην Πλάκα και στου Φιλοπάππου, στον πεζόδρομο της Δ. Αρεοπαγίτου ή στην Αδριανού, ανάμεσα σε ταβέρνες, καταστήματα και μονοκατοικίες με κήπους, άνθρωποι που φτάνουν από όλη την υφήλιο μοιάζουν να συνδέονται με κάτι κοινό: αναζητούν τον δρόμο που ανηφορίζει προς την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα, πολύτιμο πετράδι στο στέμμα των Αθηνών.

%IMAGEALT%

Η περιήγηση σε μια πόλη που αγαπάμε δεν ακολουθεί πάντοτε τις διαδρομές που συνήθως προτείνουν οι τουριστικοί οδηγοί. Καθώς περπατάμε στην Πλάκα, στο χορηγικό μνημείο του Λυσικράτους και στους Αέρηδες, στα μουσεία και τα μεσαιωνικά μνημεία, στις διατηρητέες μονοκατοικίες με τις αυλές, στις παλιές ταβέρνες και στα τουριστικά, με τσολιαδάκια ή αναμνηστικά σκαλισμένα σε ξύλο ελιάς, στα πλακόστρωτα του Πικιώνη, στο αρχαιολογικό πάρκο των δυτικών λόφων και το Αστεροσκοπείο, το βλέμμα μας έχει την τάση να εστιάζει περισσότερο σε αγαπημένες γωνιές.

Σε σημεία που έχουμε ζήσει, παρά σε αξιοθέατα που τα θαυμάζουμε επειδή διαβάσαμε γι’ αυτά ή επειδή έχουμε ακούσει για την κλασική ομορφιά τους, όπως οι τουρίστες, που σε όλες τις εποχές του χρόνου αναζητούν τον δρόμο για την Ακρόπολη, τον «Ιερό Βράχο» του δυτικού πολιτισμού.

Στη Ρωμαϊκή Αγορά με τους Αέρηδες
Πρώτη εικόνα στη Ρωμαϊκή Αγορά, μια τσιγγάνα με μακρύ τσιγάρο στο στόμα που μας ζύγισε με το βλέμμα της για να δει αν ενδιαφερόμαστε για τη μοίρα μας ή τα εργόχειρα που κουβαλούσε στις τσάντες της.

%IMAGEALT%

Τριγυρίζουμε στον γαλήνιο αρχαιολογικό χώρο που από το 19 π.Χ. μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, υπήρξε μια ζωντανή πλατεία με αγοροπωλησίες λαδιού, σύκων από τη Μικρά Ασία ή σαπουνιών και αρωμάτων από το Παρίσι.

Οι «Αέρηδες», που δάνεισαν το όνομα στην περιοχή. Το υδραυλικό ρολόι του Ανδρόνικου από τη Συρία, χωρίς τα γρανάζια και τους οδοντωτούς τροχούς του, είναι πλέον ένα γοητευτικό υπόλευκο κουφάρι που δείχνει στους τουρίστες τις μορφές των ανέμων πάνω στο μάρμαρο να φυσούν προς όλες τις κατευθύνσεις. (Λίγο αργότερα, σε ένα παλαιοπωλείο της Πλάκας, θα μας εντυπωσίαζαν οι γκραβούρες με τους Οθωμανούς δερβίσηδες που περιστρέφονταν εκστατικοί μέσα στον Πύργο, όταν είχε μετατραπεί σε τεκέ).

%IMAGEALT%

Απέναντι στις πλακιώτικες ταβέρνες, ένα μεταλλικό υποστύλωμα στηρίζει μία από τις γέρικες κολόνες της εισόδου του Φετιχιέ Τζαμί (1456/7), που λειτουργεί σήμερα ως αποθήκη αρχαιοτήτων. Στα κεραμίδια του ανεμίζουν ξερά χόρτα και αγριολούλουδα και λίγο πιο κάτω η Πύλη του Μεντρεσέ (1721), του τουρκικού ιεροδιδασκαλείου, με την ανάγλυφη οθωμανική επιγραφή που μας πληροφορεί ότι είχε ιδρυθεί για να μαθαίνουν τα παιδιά την επιστήμη και το Κοράνιο.

Αν και κατεδαφισμένο από το 1914, η κλειστή ξύλινη πόρτα της Πύλης μοιάζει να εμποδίζει την είσοδο στον χώρο. Από την οδό Διογένους αντίθετα, ακούγονται λύρες και λαούτα. Το Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Οργάνων μας υποδέχεται.

Στο γκισέ των Οθωμανικών Λουτρών (1501), στην Κυρρήστου 8, μας υποδέχεται πρόθυμα ο κ. Π. Καραμποΐκης. Ακούμε την ηχώ των βημάτων μας στα άδεια αποδυτήρια και τα λουτρά με τις όμορφες οροφογραφίες καθώς το φως μπαίνει σε δέσμες από τις στρογγυλές οπές των θόλων. Υπό τους ήχους ανατολίτικων μουσικών βγαίνουμε από το «Χαμάμ του Αμπίντ εφέντη» με τη σκέψη σε τρεχούμενα νερά και σε γέλια κοριτσιών, με ψηλά ξύλινα πέδιλα, που παίζουν και γελούν στην άχνα των λουτρών.

Ο Δημήτριος Γάσπαρης, από παλιά οικογένεια Κορσικανών, υπήρξε πρόξενος της Γαλλίας στην Αθήνα και ευγενική φιγούρα των Αθηνών. Ο «κόνσολας Γάσπαρης, Φραντζέζος, με καπέλον εις το κεφάλι και με στενόν βρακί (δηλαδή ευρωπαϊκό παντελόνι)», όπως διαβάζουμε στο Χρονικό του Ανθιμου, ενίσχυσε ηθικά και οικονομικά τους ανήμπορους Αθηναίους την εποχή του φοβερού τύραννου Χατζή Αλή, σε χρονιές με σιτοδεία (1788-89) ή στην επιδημία πανώλης το καλοκαίρι του 1792.

«Το αρχοντικό του Δ. Γάσπαρη στη γωνία των οδών Κυρρήστου και Φλέσσα (18ος αιώνας) υπήρξε κληρονομιά από την πλευρά της μητέρας μου, το γένος Νικολαΐδη», θα μας πει στην ενδιαφέρουσα συνομιλία που είχαμε ο εξ αγχιστείας απόγονος των Γάσπαρη Στρατής Στρατήγης. «Γεννήθηκα σε αυτό το σπίτι, αλλά αργότερα μετακομίσαμε. Για πολλά χρόνια λειτουργούσε εκεί η ταβέρνα ”Παληά Αθήνα”. Με το σχέδιο ανάπλασης της Πλάκας του 1991, από τον Δ. Ζήβα, το σπίτι επισκευάστηκε και επιστρέψαμε».

Ενας πλανόδιος μουσικός χωρίς κοινό παίζει στην κιθάρα μπαλάντες του Μπομπ Ντίλαν σε μια δρομόσκαλα κοντά στην Οικία του αρχιτέκτονα Κλεάνθη (1802-1862), όπου λειτούργησε το πρώτο πανεπιστήμιο του νέου ελληνικού κράτους.

Στο γειτονικό Μετόχι του Παναγίου Τάφου σκέφτομαι τους πιστούς που συνωστίζονται ασφυκτικά στο προαύλιο το βράδυ της Ανάστασης, με αναμμένα κεριά, και σε λίγο φτάνουμε στη μικροσκοπική βυζαντινή εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος (11ος αιώνας), με τον χαριτωμένο, ραδινό τρούλο της.

Στο προαύλιο ξεκουράζονται εργάτες και στο εσωτερικό του ναού το παγκάρι με την επιγραφή «Βοηθείτε τους πτωχούς», μεταφρασμένο σε γαλλικά και αγγλικά, μαρτυρά την τουριστική κίνηση της περιοχής, η οποία πυκνώνει ολοένα καθώς πλησιάζουμε προς την είσοδο του Ιερού Βράχου.
Ο «Ιερός Βράχος» του δυτικού πολιτισμού
Σχολικές εκδρομές και Γιαπωνέζοι τουρίστες με φωτογραφικές μηχανές και καπέλα ηλίου συνωστίζονται στα εκδοτήρια της Ακρόπολης. Ανεβαίνοντας τα σκαλοπάτια, το οικοδόμημα των Προπυλαίων (437-432 π.Χ.) μοιάζει να προετοιμάζει τα μάτια και τη νόησή μας για το θέαμα που θα ακολουθήσει.

Στη νοτιοδυτική άκρη ο ναός της Απτέρου Νίκης (426-421 π.Χ.). «Ενα μικρό κομψοτέχνημα που αιωρείται στο φως», περιγράφει ωραία η αρχαιολόγος Μ. Μπρούσκαρη. Στο Ερέχθειο, χαριτωμένο ιωνικό ναό των τελών του 5ου π.Χ. αιώνα, οι Καρυάτιδες με τα κυματιστά φορέματα χαμογελούν με εκπληκτική άνεση, αν συνυπολογίσουμε ότι στα κεφάλια τους στηρίζεται η βαριά στέγη του μαρμάρινου κτιρίου.

%IMAGEALT%

Σκέφτομαι τον Αγγλο περιηγητή Ντόντγουελ που παρατηρούσε εμβρόντητος τον Τούρκο διοικητή της Ακρόπολης να τεμαχίζει τμήματα του Ερεχθείου για να ενισχύσει την οχύρωση του φρουρίου. Οταν διαμαρτυρήθηκε, ο διοικητής τον αποστόμωσε δείχνοντάς του με το δάχτυλο τον Παρθενώνα και τα μνημεία που είχαν λεηλατήσει οι συμπατριώτες του.

Αργότερα, από την τζαμαρία στον τελευταίο όροφο του νέου Μουσείου της Ακρόπολης, θα παρατηρούσαμε τον Παρθενώνα (438 π.Χ.) στην πλευρά που έχει κατεδαφιστεί από το κανόνι του Μοροζίνι (1687). Λιγοστά δείγματα από τις μετόπες, τις πλάκες της ζωφόρου και τα αγάλματα των αετωμάτων του ναού φυλάσσονται εκεί, καθώς τα σημαντικότερα τμήματα των αριστουργηματικών γλυπτών του Φειδία βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο μετά την καπηλεία του λόρδου Ελγιν (1802).

%IMAGEALT%

Οσο περπατάμε ακόμη στη Ακρόπολη, σκέφτομαι τη φράση του Ζαν Κοκτό «Στο μάρμαρο του Παρθενώνα κυλάει αίμα», νιώθοντας τον ζωντανό παλμό ενός ναού, που κανένα από τα περίπου 13.400 κομμάτια του δεν ήταν ίδιο με το άλλο. Το τελειότερο οικοδόμημα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού υπήρξε ένα επίτευγμα τεχνικής.

Οι κλίσεις των κιόνων και των τοίχων προς το εσωτερικό του ναού τού δίνουν σχήμα πυραμοειδές· οι εκλεπτύνσεις και οι καμπυλώσεις όλων των γραμμών του κάνουν το έργο του Ικτίνου και του Καλλικράτη να αναπνέει, αντί να στέκεται παγερό και ακίνητο.

%IMAGEALT%

Από την Ακρόπολη η θέα στα Αναφιώτικα είναι πανοραμική. Τα μικρά σπιτάκια των Αναφιωτών μαστόρων της πέτρας, κολλημένα στη ΒΑ βράχια της Ακρόπολης από τα μέσα του 19ου αιώνα, με τα κεραμίδια τους, τις μικρές αυλές, τις ασπρισμένες γλάστρες και τις γάτες που κυκλοφορούν ράθυμα στα στενά δρομάκια δίνουν την εντύπωση αιγαιοπελαγίτικου νησιού που «στήθηκε» ως θεατρικό σκηνικό στο κέντρο της πρωτεύουσας.
Κάτω από την Ακρόπολη
Με τις πρώτες σταγόνες της βροχής οι κυβόλιθοι γυαλίζουν στον πεζόδρομο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, οι περιπατητές ταχύνουν το βήμα και η ομίχλη καλύπτει την κορυφογραμμή του Υμηττού.

Αριστερά μας τα μνημεία της νότιας πλαγιάς της Ακρόπολης: Ωδείο του Περικλέους (5ος π.Χ. αιώνας), Θέατρο του Διονύσου (330 π.Χ.), Στοά Ευμένους (197π.Χ), Ωδείο του Ηρώδου του Αττικού. Τα άδεια σκαλιά και οι κερκίδες του δείχνουν κάπως μελαγχολικά μετά το τέλος των καλοκαιρινών συναυλιών και σκέφτομαι πόσο ο Ηρώδης θα πρέπει να αγαπούσε τη γυναίκα του, για να αφιερώσει κάτι τέτοιο στη μνήμη της (2ος μ.Χ. αιώνας).

Από την οδό Μητσαίων το Μουσείο της Ακρόπολης δείχνει στραμμένο στον Παρθενώνα, σχεδόν δουλικά. Μια ομάδα Φιλιππινέζων τουριστών πετούν κέρματα, όπως συνηθίζεται, στα ανασκαμμένα θεμέλια του μουσείου συμπληρώνοντας το αστραφτερό ψηφιδωτό που έχει σχηματιστεί πάνω στα αρχαία και μεσαιωνικά ερείπια της Αθήνας.

Στην πλατεία με το χορηγικό Μνημείο του Λυσικράτους, σε ανάμνηση της νίκης του στους θεατρικούς αγώνες του 335/4 π.Χ., μικρά γραφικά καφέ και μια απίθανη ξύλινη παράγκα με κεραμίδια που πουλά περικεφαλαίες και τσαρούχια. Αδριανού και Κυδαθηναίων, στη διασταύρωση των εμπορικότερων δρόμων της Πλάκας το υπόγειο με τα Μπακαλιαράκια του Δαμίγου (1865) δεν έχει ανοίξει ακόμη.

Στο ισόγειο, το πρώην ποτοποιείο Βρεττός (1909) λειτουργεί ως μπαρ με ντεκόρ πολύχρωμα μπουκάλια λικέρ μπανάνας, αχλαδιού ή φράουλας. Δίπλα στα ξύλινα βαρέλια με «μπράντι» και ούζο μια παρέα Αμερικανών συζητά για τη σύγχρονη Αθήνα, περιμένοντας περισσότερο σεβασμό στους σκύλους.

Με τη βροχή να ξεκινά και να σταματά θα ανηφορίσουμε αργότερα προς του Φιλοπάππου μπροστά από ένα δάσος με αγριελιές. Οι πέτρες στο πλακόστρωτο του Πικιώνη έχουν δική τους προσωπικότητα, τοποθετημένες μία μία ξεχωριστά. Αλλοτε ένα ψάρι ή ένας ήλιος και άλλοτε αφηρημένα κυβιστικά σχήματα.

Περνάμε την είσοδο, σε στυλ παγόδας, στο προαύλιο του Αγίου Δημητρίου του Λουμπαρδιάρη, που αναστηλώθηκε από τον Πικιώνη (1956) σαν ψηφιδωτό καμωμένο από αρχαία μέλη, κιονίσκους και κεραμικά.

Δύο μεσήλικες καθισμένοι στην ξύλινη εξέδρα γύρω από τον ναό αναλύουν βαθυστόχαστα την οικονομική κρίση και σκέφτομαι πόσο λίγο θα πρέπει να διαφέρουν από τους αρχαίους Αθηναίους πολίτες που συγκεντρώνονταν πριν από δυόμισι χιλιετίες λίγο ψηλότερα, στον λόφο της Πνύκας, για τις συνελεύσεις της Εκκλησίας του Δήμου (6ος – 4ος π.Χ. Αιώνας).

%IMAGEALT%

Ψηλά πάνω στον λόφο των Μουσών το ταφικό μνημείο του Ρωμαίου πατρίκιου Φιλοπάππου (περ. 115 μ.Χ.) φτάνει σε ύψος τα 12 μέτρα, ενώ στους εορτασμούς της Καθαράς Δευτέρας όλη η περιοχή, με τα ίχνη των αρχαίων Δήμων Κοίλης και Μελίτης, προς την πλευρά των Πετραλώνων, γεμίζει με χαρταετούς και μουσικές από δημοτικά τραγούδια.

Εξω από το ανοιχτό θέατρο της Δόρας Στράτου, μια κιβωτός της λαϊκής παράδοσης με παραστάσεις συγκροτημάτων και χορευτών από όλη την Ελλάδα, ένας λαγός κρύβεται στους θάμνους.

Η τελευταία διαδρομή στο αρχαιολογικό πάρκο των δυτικών λόφων των Αθηνών μάς οδηγεί στο Αστεροσκοπείο.

Στο κτίριο Σίνα (Μουσείο Γεωαστροφυσικής) χρυσά αστέρια στολίζουν τη βαριά πράσινη πόρτα και σύμβολα των αστερισμών, δίδυμοι, σκορπιοί και ζυγοί, κοσμούν τον μεταλλικό θόλο του κομψού οικοδομήματος του Χάνσεν.

πηγή ΕΘΝΟΣ

Μοίρασε το άρθρο!