Πώς να χτίσουμε έναν ασφαλή συναισθηματικό δεσμό με το παιδί μας;

Ως γονείς επιθυμούμε να έχουμε μια ζεστή, ουσιαστική και ανθεκτική στο χρόνο σχέση αγάπης με το παιδί μας. Πώς όμως θα το πετύχουμε αυτό;

Η απάντηση είναι μία: μόνο αν καταφέρουμε να συνδεθούμε συναισθηματικά μαζί του, αφού από την πρώτη στιγμή που έρχεται το παιδί μας στον κόσμο, τα συναισθήματα αποτελούν την ουσία της μεταξύ μας επαφής.

Ο βαθμός στον οποίο μπορούμε να συνδεθούμε με το παιδί μας εξαρτάται από το τί κουβαλούμε εμείς στις συναισθηματικές μας αποσκευές από τις δικές μας εμπειρίες, τα βιώματά μας με τους δικούς μας γονείς.

Ο συναισθηματικός δεσμός που χτίσαμε με τους γονείς μας μέσα από τις συνεχείς αλληλεπιδράσεις που είχαμε ως παιδιά μαζί τους διαμόρφωσαν την εικόνα που φτιάξαμε από τότε και κουβαλούμε ως ενήλικες για το πώς είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, πώς συνδεόμαστε με τους άλλους, τι μπορούμε και τι δεν μπορούμε να τους πούμε, ποια συναισθήματα μπορούμε να μοιραστούμε μαζί τους και ποια όχι, τι να περιμένουμε από αυτούς, αν μπορούμε να τους εμπιστευθούμε και να ακουμπήσουμε συναισθηματικά σε αυτούς.

Με άλλα λόγια, μέσα από τον τρόπο που μάθαμε να σχετιζόμαστε με τους γονείς μας (ή οποιονδήποτε άλλο βασικό φροντιστή μας), φτιάξαμε ένα «εσωτερικό μοντέλο εργασίας», το οποίο ασύνειδα καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούμε στις σχέσεις μας και το βαθμό ασφάλειας και ικανοποίησης που βιώνουμε σε αυτές καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας.

Πώς δημιουργείται όμως ο ασφαλής δεσμός;

Ο γονιός που συνδέεται με το παιδί του με ασφαλή δεσμό, είναι συναισθηματικά διαθέσιμος. Προσπαθεί να αποκωδικοποιεί τις διάφορες συμπεριφορές και αντιδράσεις του παιδιού και να τις μεταφράζει σε συναισθήματα και συναισθηματικές ανάγκες στις οποίες πρέπει να ανταποκριθεί. Η συναισθηματική διαθεσιμότητα δεν ταυτίζεται απαραίτητα με τη φυσική παρουσία, ούτε σημαίνει ότι είναι ρεαλιστικά εφικτό ένας γονιός να έχει πάντα τη δυνατότητα να ακούσει το παιδί του και να ανταποκριθεί στις ανάγκες του τη στιγμή που το ζητά εκείνο. Αυτό που χρειάζεται να νιώθει όμως ένα παιδί για να συνδέεται ασφαλώς είναι ότι ο γονιός του έχει λάβει το μήνυμα και προτίθεται να κάνει κάτι για αυτό άμεσα, να δώσει χρόνο, χώρο και προσοχή στη σχέση τους, με ανοιχτότητα και αποδοχή στα συναισθήματά του. Όλα τα συναισθήματα είναι αποδεκτά, όχι όμως όλες οι συμπεριφορές. Όταν χρειάζεται, ο γονιός οριοθετεί το παιδί του και το βοηθά να αντέχει τα δυσάρεστα συναισθήματα.

Πολύ σημαντικό όμως είναι να αντέχει και ο ίδιος τα δυσάρεστα συναισθήματα του παιδιού και να μπορεί να τα εμπεριέχει στη σχέση τους χωρίς αυτή να απειλείται. Μετά από κάθε ρήξη χρειάζεται να γίνεται επανόρθωση της σχέσης και επανασύνδεση και ο γονιός να είναι αυτός που θα κάνει το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Έτσι το παιδί νιώθει σημαντικό, αποδεκτό, χτίζει μια αίσθηση εσωτερικής ασφάλειας, μια «ασφαλή βάση», όπως την ονόμασε ο θεμελιωτής της θεωρίας του συναισθηματικού δεσμού, John Bowlby, η οποία του επιτρέπει στη συνέχεια να εξερευνήσει τον κόσμο έχοντας αυτοεκτίμηση και αισθανόμενο ότι το ίδιο αξίζει να αγαπιέται.

ΧΑΡΑ ΤΟΜΠΡΑ

Μοίρασε το άρθρο!