Ποια άρθρα του Συντάγματος της πΓΔΜ θεωρεί η Ελλάδα αλυτρωτικά

Η επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ελλάδας και πΓΔΜ έγινε, οι διαπραγματευτές κάθισαν ξανά στο τραπέζι του διαλόγου, ωστόσο η διαδικασία «σκοντάφτει» στο συνήθη σκόπελο της ονοματολογίας και των αλυτρωτικών βλέψεων της γείτονος χώρας – παρά τις διαβεβαιώσεις της περί σεβασμού της Ενδιάμεσης Συμφωνίας που συνομολογήσαν Ελλάδα και πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας το 1995.

Ωστόσο, κατά τη διάρκεια αυτής της 25ετίας, η ελληνική κυβέρνηση χρεώνει στη γειτονική χώρα συστηματική παραβίαση του γράμματος της Συμφωνίας και των υποχρεώσεων που αυτή συνεπάγεται αλλά και πλήθος αλυτρωτικών αναφορών στο Σύνταγμα της πΓΔΜ.

Τα «γκρίζα» άρθρα του σκοπιανού Συντάγματος

Σε τροποποίηση του άρθρου 3 του Συντάγματος της πΓΔΜ τονίζεται πως, παρότι η χώρα δεν διαθέτει «εδαφικές αξιώσεις έναντι οποιουδήποτε γειτονικού κράτους», «τα σύνορα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας μπορούν μόνον να αλλάξουν σε συμφωνία με το Σύνταγμα και την αρχή της ελεύθερης βούλησης, όπως επίσης και σε συμφωνία με τους γενικώς αποδεκτούς διεθνείς κανόνες».

Στο άρθρο 4 ορίζεται η ιθαγένεια ως «μακεδονική». Ενώ, στο άρθρο 7, προσδιορίζεται ως «επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας η μακεδονική γλώσσα, που γραπτώς αποδίδεται με τη χρήση κυριλλικού αλφαβήτου».

Στο άρθρο 49 διευκρινίζεται πως «η Δημοκρατία φροντίζει για το καθεστώς και τα δικαιώματα των ατόμων εκείνων που ανήκουν στο Μακεδονικό λαό σε γειτονικές χώρες, όπως επίσης και για τους εκπατρισμένους Μακεδόνες, συνδράμει στην πολιτιστική ανάπτυξη και προωθεί τους δεσμούς με εκείνους». Στην τελευταία τροποποίηση προστέθηκε πως «κατά την άσκηση αυτής της μέριμνας, η Δημοκρατία δεν θα παρεμβαίνει στα κυριαρχικά δικαιώματα άλλων κρατών ή στις εσωτερικές τους υποθέσεις».

Οι αλυτρωτικές διεκδικήσεις των Σκοπιανών ενισχύονται μέσω της απεικόνισης ελληνικών εδαφών στην επικράτεια μιας «μεγάλης» πΓΔΜ σε χάρτες, βιβλία ιστορίας και σχολικά εγχειρίδια αλλά και μέσω της χρήσης συμβόλων – όπως ο Ήλιος της Βεργίνας – και τίτλων – όπως το  «Αλέξανδρος Μακεδών» για το αεροδρόμιο των Σκοπίων, «Πόρτα Μακεδονία» για την αψίδα των Σκοπίων, «Αλέξανδρος ο Μακεδών» για οδικό άξονα της χώρας – κι όλα αυτά κατά παράβαση, όπως αναφέρει το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, άρθρων της Ενδιάμεσης Συμφωνίας. Παρόλα αυτά, προσφάτως, ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ, Ζόραν Ζάεφ δήλωσε πρόθυμος να αποκηρύξει τα στοιχεία αλυτρωτισμού, δεσμευόμενος για τη μετονομασία τόσο του αεροδρομίου της χώρας, όσο και κεντρικής λεωφόρου των Σκοπίων.

Τι ορίζει η Ενδιάμεση Συμφωνία

Σύμφωνα με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, η Ενδιάμεση Συμφωνία υπερισχύει του εθνικού Συντάγματος και «παραβίαση της διεθνούς συμφωνίας συνεπάγεται διεθνή ευθύνη». Ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, ωστόσο, διευκρινίζει πως «η Ενδιάμεση Συμφωνία ισχύει αλλά είναι, όπως λέει ο τίτλος της, ‘ενδιάμεση’, έχει συναφθεί εν όψει οριστικής συμφωνίας».

Βάσει, λοιπόν, του δεσμευτικού «κώδικα συμπεριφοράς» της ισχύουσας συμφωνίας, τα ανωτέρω άρθρα του σκοπιανού Συντάγματος έρχονται σε αντίθεση με ό,τι προβλέπει η Ενδιάμεση Συμφωνία.

Μεταξύ άλλων, η συγκεκριμένη συμφωνία, η οποία συνήφθη υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, το 1995 στη Νέα Υόρκη ορίζει πως:

– «κάθε μέρος δεσμεύεται να σέβεται την κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα και την πολιτική ανεξαρτησία του άλλου Μέρους» (άρθρο 3),

– «τα Μέρη θα απέχουν, σύμφωνα με τους σκοπούς και τις αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, από την απειλή ή χρήση βίας, συμπεριλαμβανομένης της απειλής ή χρήσης βίας η οποία αποβλέπει στην παραβίαση της υπάρχουσας μεθορίου, και συμφωνούν ότι κανένα από αυτά δεν θα εγείρει ή θα υποστηρίξει αξιώσεις επί οποιουδήποτε τμήματος της επικράτειας του άλλου Μέρους ή αξιώσεις για μεταβολή της υπάρχουσας μεθορίου» (άρθρο 4),

– «κάθε μέρος θα λάβει ταχέως αποτελεσματικά μέτρα προκειμένου να απαγορεύσει εχθρικές δραστηριότητες ή προπαγάνδα από υπηρεσίες ελεγχόμενες από το κράτος και να αποθαρρύνει πράξεις από ιδιωτικούς φορείς, οι οποίες ενδέχεται να παρακινούν σε βία, μίσος ή εχθρότητα μεταξύ τους» (άρθρο 7.1),

– «αν ένα από τα δύο Μέρη πιστεύει πως ένα ή περισσότερα σύμβολα τα οποία συνιστούν μέρος της ιστορικής ή πολιτιστικής του κληρονομιάς χρησιμοποιείται από το άλλο Μέρος, θα θέσει υπ’όψιν του άλλου Μέρους την υποτιθέμενη αυτή χρήση και το άλλο Μέρος θα προβεί στις δέουσες διορθωτικές ενέργειες ή θα δηλώσει γιατί δεν θεωρεί αναγκαίο να το πράξει» (άρθρο 7.2)

cnn

Μοίρασε το άρθρο!