Οι ναζί και η νεολαία τους[Μέρος Πρώτο]

Δεν ξέρω αν έχουμε καιρό. Δεν ξέρω κι αν έχει νόημα ‘η ανθρωπότητα να μάθει’ αφού ποτέ δεν μαθαίνει. Με την μόνη ακρίβεια που μπορεί να επιδείξει τρώει μέρος του εαυτού της αλλά και άλλα αθώα πλάσματα κάθε λίγες δεκαετίες. Κι η γνώση;  Η παιδεία; Η Μνήμη; ‘Μου λέτε να εμπιστευτώ τους μορφωμένους’, διαβάζουμε σ’ ένα γράμμα μιας επιζήσασας στο Άουσβιτς.

‘Όμως στο Άουσβιτς μας εξόντωναν μορφωμένοι γιατροί. Μας φύλαγαν πτυχιούχοι ναζί. Μας μετέφεραν ειδικευμένοι μηχανοδηγοί.’ Όλο και περισσότερο το θυμάμαι αφού όλο και περισσότερο συναντώ θαυμαστές του Πλεύρη κι εκεί που δεν θα έπρεπε να συναντώ. Σε χώρους ‘μορφωμένων’ επιστημόνων ή λογοτεχνών, αριστερών και δεξιών!, (και μάλιστα όχι μονάχα από τους γραφικούς αλλά κι από χώρους υπεράνω υποψίας που δημόσια προωθούν την αντίθετη εικόνα τους ακριβώς) που όταν πχ χαλαρώσουν στο κρασί μιλούν για αποδείξεις και πηγές κι έπειτα σε παραπέμπουν σε βίντεο και βιβλία του χώρου της ακραίας εθνικοφροσύνης  και του υστερικού αντισημιτισμού. Ο ιός είναι εδώ θέλω να πω. Και ήδη τρώει ανθρώπους.

Μέχρι τότε δυο εικόνες: Ο Πλεύρης ανησυχεί για τον γιο του. Κι όμως στο Μακελειό χρησιμοποιεί ακόμη κι αυτόν τον απόλυτα σεβαστό ρόλο του ανησυχούντα πατέρα για να προωθήσει το ναζιστικό μίσος. ‘Οι εβραίοι προσεύχονται να πεθάνει το παιδί μου’, δηλώνει προσπαθώντας να προκαλέσει ένα αταβίστικο, βασισμένο στο γονεϊκό ‘ένστικτο’(;), μένος. Λίγο καιρό αργότερα ένας μέτοχος του ναζιστικού μίσους, στην δίκη του Φύσσα, απευθυνόμενος στην αντικειμενικά χαροκαμένη μάνα αυτήν την φορά (όμως δίχως να ‘κερδίζει’ ένα καταγγελτικό εξώφυλλο στις φυλλάδες του χώρου), σαρκάζει: ‘Που είναι ο Φύσσας;’

Τι νεολαία λοιπόν ήθελαν οι Ναζί; Τι είδους μέλλον για την ανθρωπότητα; Τι είδους ζωή, για όλους κι όλες εμάς;

Κυρίως σώμα

Στης 14 Σεπτέμβρη του 1935 ένας μικροκαμωμένος κι εμφανισιακά περίεργος άνδρας με ένα περίεργο μουστάκι, φορώντας ένα αυστηρό λευκό πουκάμισο καφέ γραβάτα και σακάκι στρατιωτικής στολής, απευθύνθηκε σε περισσότερα από 50.000 μέλη της Νεολαίας του Κόμματος του στο γιγάντιο στάδιο όπου οι Ναζί έκαναν τις τελετές τους στην Νυρεμβέργη. Με τις γροθιές του σφιγμένες και την κλίμακα της φωνής του να ανεβαίνει σε υστερικές οκτάβες ο Führer o‘Αρχηγός’, μίλησε σε ένα μαγεμένο κοινό που στεκόταν προσοχή σε οριοθετημένες σειρές και που συχνά διέκοπτε την ομιλία του για να κραυγάσει «Ζήτω η Νίκη!». Ήταν η πρώτη φορά που ο Χίτλερ περιέγραψε το ιδανικό του για την Ναζιστική Νεολαία: “Γρήγορη όπως το λαγωνικό, ανθεκτική όπως το δέρμα και πιο σκληρή από το ατσάλι της Krupp.” Η φράση χρησιμοποιήθηκε έκτοτε πολλές φορές κι έγινε σύνθημα

O Hitler ήταν  πολύ περιγραφικός όταν περιέγραφε  στους λόγους του το όραμά του για την ιδανική Γερμανική νιότη. ‘Μια βίαια δρώσα, εξουσιαστική, ατρόμητη και με κτηνώδη δύναμη νεολαία, αυτό επιδιώκω. Η νιότη πρέπει να είναι όλα αυτά τα πράγματα. Πρέπει να είναι αδιάφορη στον πόνο. Δεν πρέπει να υπάρχει αδυναμία ή τρυφερότητα μέσα της.  Θέλω να δω γι’ ακόμη μια φορά στο βλέμμα της  την λάμψη και αυτό που διαχωρίζει το θηρίο από το θήραμα… Επιμένω να έχω μια αθλητική νεολαία. Δεν θα έχω καμιά διανοουμενίστικη εκπαίδευση. Η γνώση είναι καταστροφή για τους νέους άνδρες μου. (Hermann Rauschning, Hitler Speaks: A Series of Political Conversations with Adolf Hitler on His Real Aims (London: Thornton Butterworth, 1939), 246–47).

Και όμως βρήκε πρόσφορους συμμάχους στον κόσμο της γνώσης. Οι Γερμανοί δάσκαλοι και οι καθηγητές πανεπιστημίου δεν υπήρξαν αντίπαλοι του Hitler . . . Το αντίθετο.  Το διδασκαλικό επάγγελμα αποδείχθηκε ένα από τα πλέον αξιόπιστα τμήματα του πληθυσμού σε σχέση με την πίστη στο ναζιστικό καθεστώς.  Σε όλη την διάρκεια της «Δημοκρατίας της Βαϊμάρης» όπου το εκπαιδευτικό σύστημα της Γερμανίας συνέχιζε την μακρά αυταρχική του παράδοση, παρέμεινε ‘αναμενόμενα’ αδιάφορο για να μην πούμε εχθρικό, σε κάθε απόπειρα δημοκρατικοποίησης του καθεστώτος. Με την ανάδυση των Ναζί στην εξουσία εκδιώχθηκαν αμέσως οι διαφωνούντες εκπαιδευτικοί αλλά δεν ήταν πολλοί. Από την άλλη μεριά τουλάχιστον 2 ηγετικές μορφές των Ναζί, οι λυσσαλέοι φυλετιστές και αντισημίτες Heinrich Himmler και Julius Streicher, υπήρξαν δάσκαλοι. «Σμίλεψε δάσκαλε ψυχές…»

Τελικά περισσότερο από το 30% των ηγετικών στελεχών του Ναζιστικού Κόμματος προήλθαν από αυτό τον εργασιακό χώρο. Οι δάσκαλοι, ιδιαίτερα από τα σχολεία της πρωτοβάθμιας, ήταν με διαφορά  το μεγαλύτερο σε αντιπροσώπευση επαγγελματικό γκρουπ στο κόμμα. Συνολικά σχεδόν το 97% (!!) από αυτούς ανήκαν στην Ναζιστική Διδασκαλική Ένωση, και περισσότεροι του 30% αυτών υπήρξαν και μέλη των Ναζί.  Από τέτοιους εκπαιδευτικούς τα παιδιά της Γερμανίας μάθαιναν τι «έπρεπε» να μαθαίνουν και το μίσος για τους άλλους, και η αίσθηση συλλογικού και ατομικού μεγαλείου μέσα από αυτό, χειριστική όπως πάντα, ήταν κεντρικά σε όλο το πρόγραμμα. (Richard L. Rubenstein and John K. Roth, Approaches to Auschwitz: The Holocaust and Its Legacy (Louisville: Westminster John Knox Press, 2003), 359–60.)

Αυτή η χειραγώγηση δεν είναι ποτέ άσχετη από τον τρόπο πρόσληψης των υλικών και ψυχολογικών παραμέτρων του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζούμε και όπου, παρά τις ιδιοσυγκρασιακές μας ιδιαιτερότητες που φυσικά παραμένουν, διαμορφωνόμαστε: Ώστε οι Ναζί δημιούργησαν τις δικές τους ημέρες διακοπών για να ‘γιγαντώσουν ‘ την σημειολογία τους στον δημόσιο χώρο και να νομιμοποιήσουν στην συνείδηση των υπηκόων τους την ηγεμονία τους. Ημέρες στις οποίες οι Γερμανοί, και ιδίως η Γερμανική Νεολαία, μπορούσαν να γιορτάσουν  τα γενέθλια του Φύρερ και του κόμματος. Η 30η Ιανουαρίου σηματοδοτούσε την ημέρα που ο Χίτλερ έγινε καγκελάριος και η 20η Απριλίου σηματοδοτούσε τα γενέθλια του.  Οι ημέρες  των συλλαλητηρίων του κόμματος στην Νυρεμβέργη θεσπίστηκαν επίσης ως διακοπές. Η 9η Νοεμβρίου, η επέτειος της απόπειρας πραξικοπήματος της Μπυραρίας, είχε θεσπιστεί ως  «Ημέρα των Μαρτύρων του Κινήματος». Οι Αναμνήσεις που γράφτηκαν από Γερμανούς και Γερμανίδες που μεγάλωσαν την δεκαετία του ’30 ανακαλούν την έξαψη και το μεγαλείο εκείνων των ημερών. Και καθόλου τυχαία όπως μας έδειξε ο Connerton μιλώντας για το πώς οι κοινωνίες ‘θυμούνται’, (χρησιμοποιώντας πάντως στον πρόλογο κομμάτια από την Hannah Arendt…) οι πρακτικές που οι κοινωνίες χρησιμοποιούν σωματοποιούν και συλλογικοποιούν την Μνήμη, αναδομώντας ταυτόχρονα κάθε κοινωνική πρόληψη και κάθε κοινωνική ιεραρχία… Όσο να μεγαλώσει η ρωγμή φυσικά για την επόμενη ‘φάση’. Έτσι οι ημέρες αυτές ‘γέμιζαν’ με παρελάσεις. Ο Alfons Heck, υψηλόβαθμο στέλεχος της Ναζιστικής Νεολαίας, θυμάται μια αξιομνημόνευτη σκηνή σε ένα συλλαλητήριο την ημέρα της Χιτλερικής Νεολαίας:

«Λίγο πριν τo μεσημέρι 80.000 μέλη της Γερμανικής Νεολαίας παρατάχθηκαν σε σειρές στο μήκος ολόκληρου του σταδίου. Όταν ο Χίτλερ τελικά εμφανίσθηκε τον χαιρετήσαμε με ένα βροντώδες τριπλό “Sieg Heil,” (Ζήτω η Νίκη). . . . Έπειτα η φωνή του ακούστηκε δυνατή: . . . . “Εσείς, οι νέοι μου, φώναξε με τα μάτια του να μοιάζουν πως κοιτούσαν κατευθείαν εμένα, “είστε η πιο πολύτιμη παρακαταθήκη για ένα λαμπρό μέλλον… Εσείς, οι νέοι μου… Ποτέ μην ξεχνάτε ότι μια ημέρα θα κυβερνήσετε τον κόσμο.” Για αρκετά λεπτά έως το τέλος κραυγάζαμε με όλη την δύναμη των πνευμόνων μας με δάκρια να κυλούν στα πρόσωπά μας: “Sieg Heil, Sieg Heil, Sieg Heil!” Από εκείνη την στιγμή και μετά ανήκα στον Αδόλφο Χίτλερ ψυχή τε και σώματι».

Όσο περισσότερο μιλούσε τόσο περισσότερο μαστίγωνε το κοινό και το οδηγούσε σε έναν φρενήρη ενθουσιασμό με λόγια  που αναδείκνυαν την διαφθορά της Δημοκρατίας της Βαιμάρης και την ανάγκη για μια τακτοποιημένη και καθαρή Γερμανία. ‘Ο πειρασμός του καλού είναι πολύ μεγαλύτερος από τον πειρασμό του κακού’ όπως έγραψε ο Τοντόροβ, θυμίζοντας τις εκατόμβες στο όνομα του καλού, είτε το ονομάζαμε Θεό είτε Ηθική είτε Πολιτική Ιδεολογία.

Αλλά αν «η γλώσσα του καλού» στον Ολοκληρωτισμό είναι Οργουελική, ο τρόπος που συνδέεται με την ασφάλεια και την ευχαρίστηση έρχεται κατευθείαν από τις σελίδες του Χάξλευ. Στην φωτογραφία που παραθέτουμε από τον «Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο» που (προσαρμοσμένος φυσικά) μπορεί να μην αφορά μοναχά το παρελθόν μα και το μέλλον μας, τα σύμβολα των Ναζί έχουν πάρει την θέση της Αγίας Τριάδας και η μετωπική πρόσληψη τους από το τακτοποιημένο πλήθος επιβάλει τον απόλυτο, τον εκκοσμικευμένο αλλά θρησκευτικού τύπου σεβασμό.

Κοντινά πλάνα από τον Θρίαμβο της Θέλησης της Ρίφενσταλ δείχνουν νέους, με λαμπερά μάτια, Άρειους να γεμίζουν στάδια με απόλυτη τάξη και πειθαρχία, υπακούοντας στον υπέρτατο ‘Νόμο’ που στο ναζιστικό ολοκληρωτικό κράτος ήταν ‘ο Αρχηγός’. Η θέληση και η κρίση του ατόμου, ως υπεύθυνου/ης απέναντι στον άλλον άνθρωπο και στο σύνολο,  είχαν συντριφτεί. «Τελικά, αν κάτι μπορούμε να συνάξουμε ως συμπέρασμα από τα ‘Στρατόπεδα του Θανάτου’», όπως έγραψε ο Ντιούιτ ΜακΝτόναλντ όταν η ανθρωποθυσία έφτασε στο τέλος της τον Γενάρη του 44, «είναι πως όσοι εφαρμόζουν απρόσκοπτα τον ‘νόμο’ μπορεί να είναι πιο επικίνδυνη από εκείνους που τον παραβιάζουν’. Και αυτό, όχι στα πολεμικά μέτωπα μα στα μετόπισθεν της τακτοποιημένης κι ασφαλισμένης κοινωνίας, θα έπαιρνε σύντομα τερατώδεις διαστάσεις.

Ελένη Καρασαββίδου

 

Μοίρασε το άρθρο!